του Κωνσταντίνου Μαραγκού*
Τα σταθερά κλιμακούμενα επιχειρηματικά μοντέλα, που βασίζονται στα στοιχεία του νεωτερισμού και της διαφοροποίησης και προσβλέπουν σε έντονους ρυθμούς ανάπτυξης και σε υψηλές κεφαλαιακές αποδόσεις, αποτελούν για κάθε οικονομία την κινητήριο δύναμη, τον πυρήνα, για δυναμικές στοχεύσεις.
Η Ελλάδα διαθέτει σήμερα όλες τις προϋποθέσεις να λειτουργήσει ανάλογα, βασίζοντας το μέλλον της οικονομίας της κατά κύριο λόγο στην καινοτομία και την επιτυχή ολοκλήρωση της ψηφιακής μετάβασης. Εκ των στρατηγικών της επιδιώξεων είναι η μετατροπή της, το ταχύτερο, σε ένα ευρωπαϊκό hub νεοφυών επενδύσεων, όπως εξάλλου αναφέρθηκε και στο δεύτερο φόρουμ καινοτομίας που διοργάνωσε το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο τον περασμένο Νοέμβριο.
Τα συστατικά της αναπτυξιακής αυτής «συνταγής» είναι εξασφαλισμένα. Η χώρα αντλεί την απαιτούμενη χρηματοδότηση μέσω κοινοτικών πόρων, υποστηρίζεται από ένα υψηλά καταρτισμένο και ιδιαιτέρως εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό, έχει αναστρέψει το brain drain σε brain regain με τον επαναπατρισμό υψηλόβαθμων στελεχών από το εξωτερικό, ενώ ήδη κερδίζει την προσοχή ξένων επενδυτών στους βασικούς αναπτυξιακούς τομείς της οικονομίας.
Οι διεθνείς κεφαλαιούχοι αντιλαμβάνονται πλέον τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της εγχώριας αγοράς, τις αναβαθμισμένες τηλεπικοινωνιακές υποδομές της χώρας, τις ψηφιοποιημένες υπηρεσίες του Δημοσίου, τα γενναία φορολογικά και χρηματοδοτικά κίνητρα προς την επιχειρηματική κοινότητα και, κυρίως, το γεγονός ότι η Ελλάδα άφησε πίσω της την πολυετή κρίση χρέους, έχοντας διδαχθεί από τα σφάλματά της.
Τα ιδιαιτέρως σημαντικά βήματα προόδου της Ελλάδας τα αναγνωρίζουν οι Γερμανοί επενδυτές, διατηρώντας μάλιστα, επί δεκαετίες, σταθερά ισχυρή τη θέση τους στη χώρα. Εξάλλου, για την Ελλάδα, η Γερμανία λογίζεται στρατηγικός επενδυτικός εταίρος, με τις καθαρές άμεσες επενδύσεις να διαμορφώνονται, από το 2001 μέχρι και το 2019, στα 8,2 δισ. ευρώ, κατατάσσοντας τη Γερμανία στην πρώτη θέση μεταξύ των χωρών προέλευσης άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα σε όρους συνολικών κεφαλαίων, με μερίδιο 20,5%.
Μεγάλο μέρος των επενδυμένων κεφαλαίων έχει απορροφηθεί από τις νέες τεχνολογίες, όπου η Γερμανία διαθέτει συσσωρευμένη εμπειρία, γνώση, όπως και προηγμένες υποδομές. Πρόθεση των Γερμανών επενδυτών είναι να εκμεταλλευτούν τα ανταγωνιστικά τους πλεονεκτήματα και να ενισχύσουν την παρουσία τους στην Ελλάδα, συμμετέχοντας και σε κοινοτικά προγράμματα, όπως αυτό του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Καινοτομίας, που θα διαθέσει 10 δισ. ευρώ για τις νέες τεχνολογίες, ή του Horizon Europe, που συνολικά προβλέπει χρηματοδοτήσεις 95 δισ. ευρώ.
Μέσα από την καινοτομία η χώρα θα πρέπει να μεταβεί στη «Βιομηχανία 4.0» και σε μια ανάπτυξη νεοφυούς τύπου, που θα έχει διάρκεια και συνέχεια στον χρόνο.
*Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου