του Παναγιώτη Ε. Πετράκη*
Η Ελλάδα εξήλθε επιτυχώς από την ενισχυμένη εποπτεία των οικονομικών της (Οδηγία 47/2013) από τους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης: European Commission, European Central Bank, ESM συμπεριλαμβανομένου του IMF. Οι εκπρόσωποί τους υπέβαλαν την 14η αναφορά της ενισχυμένης εποπτείας τον Μάιο και βάσει αυτής το Eurogroup αποφάσισε την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας στενής επίβλεψης των οικονομικών μας. Παράλληλα μας έδωσε την προτελευταία δόση των 748 εκατ. ευρώ που προέκυψαν από την υπερτίμηση των ελληνικών ομολόγων που διακρατούν κυρίως από τις ευρωπαϊκές Κεντρικές Τράπεζες όπως είχε συμφωνηθεί από τον Ιούνιο του 2018. Στην πραγματικότητα αυτές οι «επιστροφές» μειώνουν το βάρος του ελληνικού χρέους.
Από εδώ και πέρα τα ελληνικά οικονομικά θα επιβλέπονται στα πλαίσια των κανονικών ευρωπαϊκών θεσμικών λειτουργειών (European Semester) και βεβαίως με βάση τις αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις από το Recovery and Resilience Fund, τα κονδύλια δηλαδή που δόθηκαν στα πλαίσια της αντιμετώπισης της ύφεσης του Covid.
Η διαδικασία της εξόδου από την ενισχυμένη εποπτεία έχει οικονομικά προεξοφληθεί εδώ και καιρό από όλους αυτούς που παρακολουθούν τις οικονομικές εξελίξεις. Το καινούργιο στοιχείο που προστίθεται (και εδώ έχει σημασία η επίσημη διαδικασία της εξόδου) είναι η αξιοπιστία στην ελληνική οικονομική διαχείριση. Ο δρόμος της εξόδου είχε δύο εξαιρετικά δυσάρεστες εκπλήξεις: την έλευση του Covid και προς το τέλος τον ουκρανικό πόλεμο, αλλά και μία θετική έκπληξη: την ισχυρή αναπτυξιακή επιστροφή της ελληνικής οικονομίας που συνοδεύτηκε από την μη απώλεια του ελέγχου των δημόσιων οικονομικών παρ’ όλες τις αναμενόμενες πιέσεις λαϊκισμού και την άνοδο της αβεβαιότητας που χαρακτηρίζει όλες τις εκφράσεις της οικονομικής πολιτικής στα πλαίσια της ενεργειακής και πληθωριστικής κρίσης.
Η κατάκτηση της αξιοπιστίας είναι πάντως ένα πολύ σημαντικό στοιχείο για την πορεία της οικονομίας από εδώ και πέρα και ιδίως προς την κατεύθυνση της κατάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά ομόλογα το 2023.
Επιπροσθέτως η σημασία της εξόδου από την ενισχυμένη εποπτεία έχει ευρύτερες διαστάσεις. Να θυμίσουμε μόνο πόσες φορές ο Ερντογάν έχει μιλήσει για την υπερχρεωμένη Ελλάδα και πόσο αδύνατη στεκόταν μπροστά στην Τουρκία. Επίσης θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι η είσοδος της ελληνικής οικονομίας στην ιδιαίτερη σημερινή συγκυρία σημαντικής ανάπτυξης αλλά και υψηλού πληθωρισμού για όλο το 2022 φαίνεται τελικά ότι απαιτεί προσεκτικούς δημοσιονομικούς χειρισμούς που θα στοχεύουν στη στήριξη της κοινωνικής σταθερότητας. Αυτοί προϋποθέτουν δημοσιονομικούς βαθμούς ελευθερίας και την επανατοποθέτηση των προτεραιοτήτων οικονομικής πολιτικής.
Οι καιροί που έρχονται μπροστά μας είναι καινούργιοι και περίπλοκοι από πλευράς οικονομικής συγκυρίας. Τα πραγματικά στοιχεία της διαφέρουν σημαντικά από την κρίση του 2010, την κρίση του Μνημονίου του 2015, την κρίση του Covid ακόμα και τις αρχές της ουκρανικής κρίσης παρ’ όλο που έχουν έναν κοινό παρονομαστή: δηλαδή το δυσάρεστο προσωπικό συναίσθημα της εξωτερικής πίεσης στην ανάγκη μας να οργανώνουμε την κανονικότητα στη ζωή μας.
Η έξοδος από τον σκληρό έλεγχο της βασικής οργάνωσης της ελληνικής κοινωνίας που είναι το κράτος, είναι ένα σημαντικό θετικό βήμα που ήταν απαραίτητο.
*ομ. καθηγητής ΕΚΠΑ
**πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr