της Gwendolyn Sasse
Η απόφαση που καλείται να λάβει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 23-24 Ιουνίου μετά τη σύσταση της Κομισιόν να χορηγήσει στην Ουκρανία και στη Μολδαβία καθεστώς υποψήφιας για ένταξη στην ΕΕ χώρας, σηματοδοτεί μια ιστορική στιγμή για την ΕΕ.
Είναι συγκρίσιμη με την απόφαση της ΕΕ για τη διεύρυνση προς Ανατολάς στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Παρόμοια με τις μικρές συζητήσεις γύρω από τη θεμελιώδη απόφαση να ανοίξει ο δρόμος προς την ένταξη για τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης τότε, το ζήτημα του καθεστώτος υποψηφίας προς ένταξη χώρας για την Ουκρανία και τη Μολδαβία, κάθε άλλο παρά έχει ολοκληρωθεί.
Μεσούσης της συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, φαίνεται πλέον πιθανό ότι και τα 27 κράτη-μέλη θα συμφωνήσουν στην πραγματικότητα για το καθεστώς υποψήφιος χώρας για την Ουκρανία και τη Μολδαβία. Προηγουμένως, αρκετά κράτη-μέλη, μεταξύ των οποίων και η Δανία και η Ολλανδία, είχαν εκφράσει ανοιχτά τις αμφιβολίες τους. Άλλοι περίμεναν για καιρό προτού τοποθετούν ξεκάθαρα, μεταξύ των οποίων και η Γερμανία.
Kαι άλλοι συμφώνησαν μόνο αφού είχαν εξετάσει εναλλακτικές λύσεις για την ένταξη, όπως η Γαλλία. Ο πρόεδρος Μακρόν είχε την ιδέα μιας "ευρωπαϊκής πολιτικής κοινότητας” η οποία θα ήταν ουσιαστικά μια νέα αίθουσα αναμονής για τις χώρες που φιλοδοξούν να ενταχθούν στην ΕΕ. Το ταξίδι στο Κιέβο από τους επικεφαλής των χωρών της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ρουμανία στις 16 Ιουνίου, σφυρηλάτησε μια ισχυρή θέση υπέρ της ένταξης. Η επίσκεψη των ηγετών κατέστησε πολύ πιο δύσκολο για άλλα κράτη-μέλη να τοποθετηθούν ενάντια στο καθεστώς υποψηφιότητας. Ακόμη και τώρα ωστόσο, είναι πιθανό ότι οι λεκτικές εξηγήσεις θα συνοδεύουν την απόφαση του καθεστώτος για την Ουκρανία και τη Μολδαβία, υπενθυμίζοντας στις κυβερνήσεις αυτών των χωρών και διαβεβαιώνοντας όλους εντός της ΕΕ ότι δεν θα υπάρχουν παρακάμψεις, πέραν των προϋποθέσεων της ΕΕ, ακόμη και σε καιρό πολέμου.
Τα συχνά αναφερόμενα κριτήρια για την ένταξη ωστόσο, είναι γενικές δηλώσεις με άφθονο περιθώριο ερμηνείας σχετικά με το τι ακριβώς συνιστά σταθερούς δημοκρατικούς θεσμούς και μια λειτουργική οικονομία αγοράς με ικανότητα να υιοθετήσει το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Είναι σημαντικό ότι αυτοί οι όροι, που διατυπώθηκαν το 1993, λειτουργούν ως σημείο αναφοράς τόσο στην αρχή της διαδικασίας, όταν αποφασίζεται το καθεστώς της υποψήφιας χώρας, και στη διάρκεια της διαδικασίας ένταξης, μέχρι την τελική απόφαση.
Η μετά τον πόλεμο κατάσταση στην Ουκρανία είναι επί του παρόντος άγνωστη, αλλά θα είναι διαφορετική από την προ πολέμου κατάσταση, επίσης με αναφορά στα ολιγαρχικά συμφέροντα που είχαν επανειλημμένως σταθεί εμπόδιο στις μεταρρυθμίσεις κατά της διαφθοράς. Το πολιτικό τοπίο της Ουκρανίας βρίσκεται σε διαδικασία μετασχηματισμού, και τα κόμματα και τα οικονομικά συμφέροντα που συνδέονται με την παρεμπόδιση των μεταρρυθμίσεων, ενδέχεται να μην είναι σε θέση να ανασυνταχθούν πλήρως.
Επιπλέον, το κινητήριο αποτέλεσμα αυτού του πολέμου θα μπορούσε να διοχετευθεί σε μια ανασυγκρότηση με γνώμονα τις μεταρρυθμίσεις. Η ΕΕ αναμένεται να είναι ένας σημαντικός παράγοντας σε αυτήν την προσπάθεια ανασυγκρότησης έτσι κι αλλιώς, επομένως θα μπορούσε επίσης να το κάνει με έναν στόχο.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι πιθανό να διαμορφώσει επίσης μια υπό όρους προοπτική για τη Γεωργία ως δυνητική υποψήφια, και είναι πιθανό η ένωση να ανοίξει τον δρόμο για τις διαπραγματεύσεις για τις εδώ και καιρό υποψήφιες, Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία.
Τα επιχειρήματα υπέρ της Ουκρανίας έναντι των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, αφθονούν. Η έκκληση για αναζωογόνηση της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ για αυτές τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, πρέπει να ακουστεί, αλλά μια απόφαση για το καθεστώς υποψήφιας χώρας για την Ουκρανία και τη Μολδαβία, αυξάνει αντί να μειώνει την πιθανότητα ότι η ΕΕ και τουλάχιστον κάποια από τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων, θα αναβιώσουν μια διαδικασία που ήταν κυρίαρχη για τόσο καιρό.
Ένα καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας για την Ουκρανία, είναι κάτι πολύ περισσότερο από συμβολική πολιτική. Στέλνει ένα ηχηρό πολιτικό μήνυμα στην ουκρανική κυβέρνηση και σε όλους τους πολίτες της, στη ρωσική κυβέρνηση και στην ίδια την ΕΕ.
Το μήνυμα στην Ουκρανία είναι ένα μήνυμα υποστήριξης τώρα και πέρα από τον πόλεμο. Είναι επίσης ένα σαφές μήνυμα προς τις ελπίδες του Ρώσου προέδρου Πούτιν να συντρίψει το πολιτικό και οικονομικό μοντέλο της Ουκρανίας, το οποίο μια ημέρα θα μπορούσε να αποτελέσει κίνδυνο για τη Ρωσία. Και μέσα στην ΕΕ, είναι μια υπενθύμιση των ιδεών και των αξιών που πρεσβεύει η Ένωση, και γιατί η ΕΕ συχνά φαίνεται πιο ελκυστική σε αυτούς που ακόμη δεν είναι μέλη της.
Με αυτή τη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η ανάγκη για μεταρρυθμίσεις εντός της ΕΕ γίνεται ακόμη πιο απτή, ιδίως σε ό,τι αφορά στον κανόνα της ομοφωνίας σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας.
Το ευρωπαϊκό συμβούλιο εκκινεί μια σειρά συναντήσεων υψηλού επιπέδου. Θα ακολουθήσει η σύνοδος κορυφής του G7 στη Γερμανία και μια Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη στις 29-30 Ιουνίου. Το καθεστώς υποψηφίου στην ΕΕ, η δέσμευση για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας και η επαναξιολόγηση των δυνατοτήτων και της στρατηγικής προοπτικής του ΝΑΤΟ, αποτελούν δομικά στοιχεία της μελλοντικής ευρωπαϊκής ασφάλειας. Όλοι βασίζονται στην προϋπόθεση ότι ο πόλεμος δεν θα τελειώσει με τους όρους της Ρωσίας.
Για να διατηρηθεί αυτή η προϋπόθεση, η Ουκρανία θα χρειαστεί ενεργή και συντονισμένη στρατιωτική υποστήριξη στους επόμενους μήνες. Το καθεστώς υποψηφιότητας στην ΕΕ και η προμήθεια όπλων, είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
*πρώτη δημοσίευση: www.capital.gr