του Κώστα Υφαντή*
Η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη ήταν ιστορική όχι τόσο για την αβεβαιότητα που είχαν προκαλέσει οι τουρκικές ενστάσεις στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας, όσο για τη βεβαιότητα αυτών που είχαν ήδη συμφωνηθεί και προφανώς τη γεωστρατηγική σημασία της διεύρυνσης. Το κοινό ανακοινωθέν σηματοδότησε το πέρασμα του ΝΑΤΟ σε μία νέα εποχή.
Αρκετά σχηματικά, η ιστορική εξέλιξη του ΝΑΤΟ απλώνεται πλέον σε τρεις διαφορετικές περιόδους, με διαφορετικές επιχειρησιακές και στρατηγικές απαιτήσεις. Η «Πρώτη Εποχή» ήταν η εποχή του Ψυχρού Πολέμου με βασική στρατηγική επιλογή την ανάσχεση της σοβιετικής επιρροής στην Ευρώπη και βασική επιχειρησιακή λογική την αποτροπή του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Η «Δεύτερη Εποχή» προσδιορίστηκε από την εμπλοκή στην εμφύλια σύγκρουση και κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας και κυρίως από την απειλή της μαζικής τρομοκρατίας. Η τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου υπήρξε καταλυτική για τη διεύρυνση των επιχειρησιακών παραμέτρων και τον στρατηγικό προσανατολισμό των «εκτός περιοχής» αποστολών («out of area»). Σε αυτή την περίοδο η Ρωσία θεωρήθηκε εταίρος, ή για να είμαστε πιο ακριβείς έγινε μια σημαντική προσπάθεια να οικοδομηθεί μια στρατηγική σχέση συνεργασίας με τη Μόσχα. Η Δύση και το ΝΑΤΟ επέδειξαν ανοχή και απέναντι σε όλες τις βίαιες εκδηλώσεις του αναθεωρητισμού της Ρωσίας. Ο ακρωτηριασμός της Μολδαβίας, της Γεωργίας, η ισοπέδωση του Γκρόσνι αντιμετωπίστηκαν με κατευναστική αδιαφορία. Την ίδια στιγμή πάνω από 50 δισεκατομμύρια έρευσαν στη Ρωσία, κυρίως τη δεκαετία του 1990, και η επενδυτική και εμπορική παρουσία μεγάλων δυτικών επιχειρήσεων ενίσχυσε την οικονομική ανάκαμψη μιας χώρας που το προηγούμενο καθεστώς είχε καταδικάσει σε βιομηχανική και παραγωγική αναπηρία. Ακόμη και σε θεσμικό επίπεδο, η Μόσχα αντιμετωπίστηκε – και σωστά – προνομιακά με τη δημιουργία του Συμβουλίου ΝΑΤΟ-Ρωσίας.
Αυτή η «Δεύτερη Εποχή» τελείωσε με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Η Δύση αντέδρασε υποτονικά στέλνοντας μήνυμα κατευνασμού, με αποτέλεσμα την εισβολή τον Φεβρουάριο του 2022 και την κατάληψη ολόκληρης της Ανατολικής Ουκρανίας, ενώ ο πόλεμος συνεχίζεται και η καταστροφή μιας ανεξάρτητης χώρας εξελίσσεται χωρίς να μπορεί κάποιος να προσδιορίσει πώς θα τελειώσει.
Είναι η «Τρίτη Εποχή» της Συμμαχίας. Από πολλές απόψεις είναι μία επιστροφή στο παρελθόν, μία επιστροφή σε ένα «γνώριμο» περιβάλλον. Αποφάσεις για αύξηση των αμυντικών προϋπολογισμών με εμβληματική την περίπτωση της Γερμανίας, οι αιτήσεις για ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας και η υιοθέτηση της νέας Στρατηγικής Αντίληψης μετασχηματίζουν συνολικά το ΝΑΤΟ. Η Συμμαχία ανακαλύπτει εκ νέου ότι έχει σκοπό και αποστολή. Ανακοινώθηκε η ανάπτυξη νέων στρατιωτικών σχηματισμών στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, μία απόφαση με εξαιρετική σημασία για την ασφάλεια της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας, της Σλοβακίας και της Ουγγαρίας. Τώρα υπάρχουν οκτώ τέτοιοι στρατιωτικοί σχηματισμοί στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, ένα ισχυρό μήνυμα αποτροπής.
Το πιο σημαντικό γεγονός της «Τρίτης Εποχής» όμως είναι η ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας, δίνοντας τέλος σε πολιτικές ουδετερότητας που κρατούσε δεκαετίες. Αν και οι δύο χώρες είναι μέλη της ΕΕ και έχουν συνεργαστεί με το ΝΑΤΟ στο πλαίσιο συγκεκριμένων πρωτοβουλιών – κυρίως παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας – δεν υπήρχε μέχρι τώρα ούτε ως σκέψη η ένταξή τους στην Συμμαχία και η εγκατάλειψη της ουδετερότητας. Για το ΝΑΤΟ η διεύρυνση έχει μόνο πλεονεκτήματα. Η ρωσική επιθετικότητα έχει ήδη εκδηλωθεί και η απειλή που εκπροσωπεί είναι μια γεωπολιτική πραγματικότητα. Σουηδία και Φινλανδία ενισχύουν αμέσως την αποτρεπτική ικανότητα της Δύσης. Πρόκειται για χώρες στην κορυφή της δημοκρατικής πυραμίδας, με τεχνολογικές δυνατότητες που τις κατατάσσουν στην πρωτοπορίας της μεταβιομηχανικής εποχής (και στον αμυντικό τομέα) και με εξαιρετικής ποιότητας στρατιωτικό προσωπικό. Επιπλέον, και οι δύο χώρες είναι απολύτως εξοικειωμένες με το δόγμα του ΝΑΤΟ σε τακτικό επίπεδο.
Σε στρατηγικό επίπεδο, αν η Ρωσία επιχειρήσει να αυξήσει την ένταση στις χώρες της Βαλτικής, ο έλεγχος της Βαλτικής Θάλασσας προσφέρει εναλλακτικές επιλογές για την αμυντική ενίσχυση της Ανατολικής Ευρώπης. Και οι δύο χώρες προσφέρουν επιχειρησιακή εμπειρία και αμυντικό υλικό υψηλής ποιότητας. Η Φινλανδία είναι από τις σημαντικότερες συνεισφέρουσες στις αποστολές του ΟΗΕ ενώ η Σουηδία διατηρεί έναν ισχυρότατο στόλο υποβρυχίων (Gotland-class) που ήδη περιπολούν στη Βαλτική Θάλασσα. Μια παρατήρηση για όσους αγαπούν τη γεωπολιτική: Ο Alfred Thayer Mahan δικαιώνεται. Αυτό που έχει σημασία τελικά είναι η ενίσχυση της θαλάσσιας ισχύος και η αποτροπή έτσι αναθεωρητικών χερσαίων δυνάμεων.
Είναι πολύ νωρίς να εκτιμηθεί το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα σε αυτή την «Τρίτη Εποχή» του ΝΑΤΟ. Προς το παρόν, η αμερικανική παρουσία, ηγεσία και εγγύηση μπορεί να θεωρηθεί ισχυρή. Η Γερμανία φαίνεται να ξεπερνά τη γεωπολιτική της αφέλεια. Η συνοχή όμως της Συμμαχίας και της Δύσης θα δοκιμαστεί τους επόμενους 18-24 μήνες, όταν η στρατηγική ενεργειακού στραγγαλισμού της Ευρώπης από τη Ρωσία θα ενταθεί.
*καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και διευθυντής του ΙΔΙΣ, Πάντειο Πανεπιστήμιο
**πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr