του Αθανάσιου Χ. Παναδρόπουλου
Εντυπωσιακές ανακοινώσεις ετοιμάζονται, σύμφωνα με πληροφορίες μας, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι οποίες θα αναθεωρούν τους δημοσιονομικούς κανόνες του Μάαστριχτ, οι οποίοι ως γνωστόν με αφορμή την πανδημία είχαν ανασταλεί από την άνοιξη του 2020 μέχρι και το τέλος του 2023. Μετά την περίοδο αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αναθεωρήσει επί το ελαστικότερον το ποσοστό 3% του δημοσιονομικού ελλείματος καθώς και το 60% του εξωτερικού χρέους. Κατά τις πληροφορίες μας, η νέα πολιτική της Ευρώπης αναφορικά με την οικονομική και νομισματική ένωση και κατ΄ επέκταση για την ενιαία αγορά, θα δίνει σοβαρές δυνατότητες στις υπερχρεωμένες χώρες-μέλη της ΕΕ να είναι πιο ελαστικές από διαχειριστικής πλευράς με τους κανόνες που ίσχυαν μέχρι το 2020. Βέβαια, οι υπερβάσεις αυτές θα γίνονται σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια, τα οποία θα αφορούν την πραγματοποίηση επενδύσεων και την άσκηση εκσυγχρονιστικών από πλευράς τεχνολογίας οικονομικών πολιτικών. Κατά κύριο δε λόγο, οι ευνοϊκές μεταχειρίσεις θα αφορούν επενδύσεις που γίνονται στους τομείς της ενέργειας και της προστασίας του περιβάλλοντος.
Αναφορικά τώρα με τις αναμενόμενες αντιδράσεις των βορείων χωρών στα νέα αυτά μέτρα, οι πληροφορίες μας λένε ότι θα είναι υποτονικές καθόσον οι βόρειες χώρες βλέπουν ότι τις νέες πρωτοβουλίες της Επιτροπής τις στηρίζει και η Γερμανία. Ήδη πάνω στο θέμα αυτό Γερμανοί κυβερνητικοί παράγοντες δήλωσαν ότι στη διάρκεια της πανδημίας αλλά και της ουκρανικής κρίσης οι μεσογειακές χώρες έδειξαν σοβαρή προσαρμοστικότητα και καλή θέληση να συνδράμουν σε μία ταχύτερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Από την πλευρά του, εκπρόσωπος του Ινστιτούτου Ζακ Ντελόρ, που ιδρύθηκε από τον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τόνισε ότι οι νέες αποφάσεις της Επιτροπής αποτελούν μια σπουδαία μεταρρύθμιση η οποία έγινε ποτέ σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της δημοσιονομικής διαχείρισης. Την ίδια στιγμή το Ινστιτούτο εκφράζει την αισιοδοξία του ότι παρά τη σημερινή αβεβαιότητα, η ελαστικοποίηση των δημοσιονομικών κανόνων για τις μεσογειακές χώρες θα συμβάλει θετικά τόσο στην κοινωνική τους ισορροπία όσο και στην τεχνολογική τους προσαρμογή σε μια περίοδο όπου σε ορισμένες από αυτές τις χώρες, όπως η Ελλάδα για παράδειγμα, μέγα ζητούμενο είναι η εφαρμογή και η μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο. Ένα μοντέλο εξάλλου, στο οποίο οι καινοτομίες αλλά και νέες δραστηριότητες στους τομείς των υπηρεσιών θα είναι βασικά εργαλεία δημιουργίας αξίας.
Βέβαια όλα αυτά, μας τόνισε κορυφαίο κοινοτικό στέλεχος, δεν σημαίνουν ότι η δημοσιονομική πειθαρχία πάει περίπατο, απλώς οι κανόνες της βελτιώνονται και προσαρμόζονται ώστε η μέχρι σήμερα νομισματική πολιτική της ευρωζώνης να αποκτήσει και ουσιαστικό οικονομικό περιεχόμενο.
Με άλλα λόγια, είναι ξεκάθαρο ότι μετά τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης η Ευρωζώνη και μαζί με αυτήν και η Ενιαία Αγορά αποκτούν επιτέλους και τη διάσταση της οικονομικής πολιτικής, γεγονός που σίγουρα θα έχει και τις ανάλογες πολιτικές επιπτώσεις σε επίπεδο εκλογικών συμπεριφορών.