του Λουκά Τσούκαλη
Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2022, σελίδες 259
Αν κάποιος ανοίξει το βιβλίο του Λουκά Τσούκαλη «Η ενηλικίωση της Ευρώπης» περιμένοντας, λόγω της ακαδημαϊκής ιδιότητας του συγγραφέα, να αρχίσει την ανάγνωση ενός επιστημονικού συγγράμματος, θα εκπλαγεί. Ευχάριστα όμως. Αντί για ένα κλασσικής αντίληψης σύγγραμμα θα βρεθεί μπροστά σε μια συναρπαστική αφήγηση που συμπλέκει αριστοτεχνικά, και συνάμα γλαφυρά, τις βαθιές αναλύσεις ενός διεθνώς καταξιωμένου επιστήμονα με τις πλούσιες εμπειρίες ενός επί δεκαετίες επίμονου οδοιπόρου στους ευρωπαϊκούς δρόμους.
Η διαφορετική αντίληψη συγγραφής αποτυπώνεται και στην αλληλουχία των διαφόρων κεφαλαίων του βιβλίου, που δεν ακολουθεί τη συνήθη λογική της χρονικής εξέλιξης ή της νοηματικής ομαδοποίησης αλλά παρουσιάζεται με έναν εκ πρώτης όψεως αυθόρμητο τρόπο, ο οποίος ωστόσο αφήνει να φανεί πίσω του ένα ενιαίο νήμα που συνδέει τα κεφάλαια μεταξύ τους και που δεν είναι άλλο από την - κατά Μάρτιν Γουλφ - «ερωτική» σχέση του συγγραφέα με την ενωμένη Ευρώπη (όσο και αν ο ίδιος το αρνείται δηλώνοντας στην εισαγωγή του βιβλίου ότι «είναι δύσκολο να ερωτευτείς την ΕΕ…»).
Εν τούτοις, η εμφανής – και σε αυτό το βιβλίο του - αγάπη του Λουκά Τσούκαλη για την Ευρώπη δεν τον τυφλώνει. Την αγαπά και με τα ελαττώματά της. Έτσι δεν διστάζει να την περιγράψει σαν «παράξενο όχημα […]το οποίο έχει δοκιμαστεί σε κακοτράχαλους δρόμους, δεν μοιάζει με κανένα άλλο στους δρόμους του κόσμου [είναι] σίγουρα όχι φανταχτερό, μάλλον αργό και διόλου εύκολο στην οδήγηση».
Παράλληλα όμως καταθέτει το πιστεύω του σε αυτήν δηλώνοντας ότι «η οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής οντότητας που είναι κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μερών της αποτελεί την καλύτερη ελπίδα για να μπορέσουν οι Ευρωπαίοι συλλογικά να διατηρήσουν την ειρήνη, την ελευθερία, τη δημοκρατία και την ευημερία στην επικράτειά τους».
Το βιβλίο αποτελείται από δύο μέρη, διακριτά περισσότερο στην εμφάνιση και λιγότερο στην ουσία τους. Το πρώτο μέρος, που μπορεί να ιδωθεί σαν αποσπάσματα από το ημερολόγιο ενός ταξιδιού στην Ευρώπη, είναι μια επιλεκτική εξιστόρηση των τελευταίων πενήντα ετών της ευρωπαϊκής ενοποίησης και αντλεί διδάγματα από επιτυχίες και αποτυχίες.
Ξεκινώντας από την εποχή που «Όλα φαίνονταν δυνατά», η οποία συμπίπτει με την πρώτη περίοδο των ευρωπαϊκών αναζητήσεών του, ο Τσούκαλης αναδεικνύει στη συνέχεια τον ρόλο των διαδοχικών κρίσεων στην εξέλιξη της ευρωπαϊκής ενοποίησης, σημειώνει με ικανοποίηση την ικανότητα της ΕΕ να εκπλήσσει (ευχάριστα), όπως έγινε με την αντίδρασή της στην πανδημία και καταλήγει με τα ερωτήματα: Όταν αλλάζουν τα δεδομένα μπορεί η Ευρώπη να προσαρμοστεί; Μπορούν οι Ευρωπαίοι να σκέφτονται και να ενεργούν συλλογικά ως διεθνής δύναμη;
Το δεύτερο μέρος – το ουσιαστικότερο κατά τον συγγραφέα του βιβλίου, όχι όμως και για τον συντάκτη αυτού του σημειώματος που θεωρεί εξ ίσου σημαντικό και το πρώτο μέρος – ασχολείται με τις κύριες προκλήσεις και επιλογές που αντιμετωπίζουμε σήμερα.
Οι προκλήσεις αυτές περιλαμβάνουν το ευρώ που μεγαλώνει και θέλει να γίνει ένα κανονικό νόμισμα, τις μεγάλες ανισότητες μεταξύ αλλά και εντός των χωρών, την υστέρηση της Ευρώπης στην υψηλή τεχνολογία και τη φιλοδοξία της να ηγηθεί στην πράσινη οικονομία, την αγωνιώδη αναζήτηση μιας κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής και την εξ ίσου αγωνιώδη αναζήτηση της δημοκρατίας πέρα από το εθνικό κράτος αλλά σε απόσταση ακόμα από την ομοσπονδία. Η επιτυχής αντιμετώπιση όλων αυτών των προκλήσεων θα σημάνει, κατά τον Λουκά Τσούκαλη, την ενηλικίωση της Ευρώπης.
Μην ξεχνώντας ούτε για μια στιγμή την καθηγητική του ιδιότητα, ο Τσούκαλης αναλύει σε βάθος τις μεθόδους, τις πολιτικές, τους θεσμούς και τους παράγοντες του εντελώς πρωτότυπου εγχειρήματος της ευρωπαϊκής ενοποίησης αλλά το κάνει με τρόπο που η εξαιρετική πολυπλοκότητά του γίνεται κατανοητή ακόμη και σε όσους δεν έχουν ειδική ενασχόληση με το θέμα.
Έτσι, για παράδειγμα, προκειμένου να περιγράψει όσο το δυνατόν πιο απλουστευτικά την ιδιαιτερότητα της συμμετοχής στο ευρώ, στην ανάλυσή του την παρομοιάζει με γάμο Καθολικών, δηλαδή χωρίς δυνατότητα διαζυγίου.
Ή, για να αναδείξει στον μη υποψιασμένο αναγνώστη τη σημασία των ανισοτήτων ως εμποδίου στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, συνοδεύει την παρουσίαση του προβληματισμού του με την αντίδραση μιας Αγγλίδας που όταν ο ομιλητής εξηγούσε στο ακροατήριο ότι το βρετανικό ΑΕΠ θα μειωνόταν σε περίπτωση Brexit, του φώναξε: «Αυτό είναι το δικό σας κωλο-ΑΕΠ, όχι το δικό μας».
Σε αρκετά μάλιστα σημεία κάνει τον αναγνώστη να αισθάνεται οικεία απευθυνόμενος σε αυτόν σε δεύτερο πρόσωπο και ζητώντας μάλιστα – έστω ρητορικά - τη γνώμη του. Χωρίς ούτε μια στιγμή να διεκδικεί την απόλυτη ορθότητα – και σίγουρα όχι την επιβολή - των απόψεων που εκφράζει. Και όλα αυτά με έναν λόγο απλό, άμεσο και γλαφυρό.
Δεν περιμέναμε βέβαια αυτό το βιβλίο του για να διαπιστώσουμε ότι ο Λουκάς Τσούκαλης, εκτός από επιστήμονας με διεθνή αναγνώριση, είναι και δεινός χειριστής του λόγου. Δεν παραλείπει όμως να μας το θυμίσει ο ίδιος και σε αυτό το βιβλίο. Επαίνους δικαιούται βεβαίως και ο Νίκος Λίγγρης που μετέφρασε εξαιρετικά την πρωτότυπη αγγλική έκδοση.
Η αγωνία του Τσούκαλη για την ενηλικίωση της Ευρώπης διαπερνά κάθε κεφάλαιο του βιβλίου του, ίσως και κάθε σελίδα, έστω και αν αυτό δεν γίνεται κάθε φορά expressis verbis. Φοβάται ότι αν χαθεί η ευκαιρία ενηλικίωσης της Ευρώπης ως πολιτικής οντότητας, θα καταλήξουν οι Ευρωπαίοι «να παρακολουθούν την Ιστορία να τους προσπερνά».
Η εντελώς καταληκτική φράση του δείχνει εναργέστερα την αγωνία του αυτή: «Ακόμη χειρότερα, να βλέπουν την ειρήνη, τη δημοκρατία και τις θεμελιώδεις ελευθερίες τους να κινδυνεύουν». Η αγωνία του όμως δεν είναι φοβική, μεμψίμοιρη. Είναι αγωνία αισιόδοξη και δημιουργική. Αναγνωρίζοντας τα λάθη, προτείνει διεξόδους, δίνει κατευθύνσεις, κάνει προτάσεις. Καρπός αυτής της αγωνίας είναι και το έξοχο αυτό βιβλίο.
*πρώτη δημοσίευση:metarithmisi.gr