του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Δύση γενικότερα, για να αποφύγουν την ένοπλη ρήξη, έχουν καταφύγει πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν σε οικονομικής φύσεως και άλλες κυρώσεις κατά απείθαρχων και επιθετικών χωρών για να επιβάλουν συμπεριφορές. Η εμπειρία όμως δείχνει πως τα μέτρα αυτά κάθε άλλο παρά επιτυγχάνουν τους διακηρυγμένους τους στόχους.
Για πολλές δυτικές χώρες οι κυρώσεις (sanctions) έχουν γίνει το πιο αγαπημένο τους εργαλείο εξωτερικής πολιτικής. Φέρνει όμως η πολιτική αυτή αποτελέσματα; Κάποια από τα σκληρά αυτά οικονομικά μέτρα (έλεγχοι ή απαγορεύσεις εξαγωγών, οικονομικές ποινές, εμπόδια στις εξαγωγές, εμπορικές κυρώσεις και εξαιρέσεις) αφορούν μεγάλους αριθμούς κρατών και εταιρειών σε ολόκληρο τον κόσμο. Καμιά φορά οι στόχοι δεν είναι κράτη αλλά περίεργοι ιδιώτες, όπως ναρκέμποροι και ισλαμιστικές τρομοκρατικές οργανώσεις. Συχνά είναι ολόκληρες χώρες που γίνονται αντικείμενο τέτοιων επιθετικών πολιτικών όπως η Βόρεια Κορέα, το Ιράν και πιο πρόσφατα η Ρωσία. Εντούτοις μερικές φορές αυτά τα μέτρα δεν επιτυγχάνουν τον σκοπό τους. Η διευθύντρια παγκοσμίων προβλέψεων του Economist Intelligence Unit και ειδική για τη Ρωσία και για ζητήματα διεθνών οικονομικών κυρώσεων, Αγκάθι Ντεμαράις, σε ένα τελευταίο βιβλίο της («Backfire» (Γύρισμα Μπούμερανγκ), Columbia, 2022) αναλύει λεπτομερώς το ζήτημα και αναδεικνύει τις αδυναμίες αυτών των πολιτικών.
Η Ντεμαράις επιμένει πως συχνά οι διεθνείς κυρώσεις καταλήγουν σε αποτελέσματα εντελώς αντίστροφα από τα επιδιωκόμενα. Με τελείως αναπάντεχο τρόπο οι κυρώσεις έχουν επιπτώσεις πάνω σε πολυεθνικές εταιρείες, σε ανύποπτους απλούς ανθρώπους και σε κυβερνήσεις εκτός του κύκλου των στοχευμένων δημιουργώντας τους σοβαρά προβλήματα και κάνοντας ζημιά στα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ και άλλων δυτικών χωρών που τα έχουν πάρει. Το κύριο δηλαδή χαρακτηριστικό αυτών των κυρώσεων είναι τα μη προσδοκώμενα αποτελέσματά τους και οι γενικότερα αρνητικές επιπτώσεις τους σε αυτούς που τα ξεκίνησαν.
Στηριγμένη σε συνεντεύξεις με δεκάδες ειδικούς, κυβερνητικούς παράγοντες πολλών χωρών και με απλούς πολίτες η Ντεμαράις καταλήγει στη ζημιά που μπορούν να κάνουν τέτοιες διπλωματικές επιλογές σε εκείνους ακριβώς που τις εμπνέονται.
Καταρχήν πολλές από τις χώρες που τις επιβάλλουν υφίστανται μεγάλη ή και μεγαλύτερη οικονομική ζημιά από εκείνες εναντίον των οποίων κατευθύνονται. Οι πρόσφατες συνέπειες επί των χωρών της Ευρώπης στον τομέα της ενέργειας από τα μέτρα εναντίον της Ρωσίας αποδεικνύει του λόγου το ασφαλές. Επίσης οι πολλαπλές διαχρονικές κυρώσεις κατά κρατών και εταιρειών οδηγούν πολλές από αυτές σε αναζήτηση τρόπων αποφυγής τους. Ετσι μετριάζονται οι επιπτώσεις ενώ δημιουργείται ένα σύστημα παράτυπων συμπεριφορών που πιθανότατα θα παραμείνει σε λειτουργία. Το χειρότερο όμως είναι πως οι χώρες που υφίστανται τις κυρώσεις ή και αυτές που υποφέρουν έμμεσα από τις συνέπειές τους στέφονται σταδιακά εναντίον των ΗΠΑ ή της Δύσης. Το χειρότερο είναι πως πλησιάζουν εγγύτερα των αντιπάλων τους, της Κίνας, της Ρωσίας ή του Ιράν.
Είναι λοιπόν δεδομένο πως τα εθνικά συμφέροντα των χωρών που επιβάλλουν τις κυρώσεις δεν εξυπηρετούνται καθαρά και αποτελεσματικά με τα μέτρα αυτά. Ορισμένοι μάλιστα ζημιώνονται περισσότερο από τους άλλους. Δεν είναι λοιπόν καιρός για τη Δύση να αναζητήσει διαφορετικά διπλωματικά εργαλεία;
*πρώτη δημοσίευση: Οικονομικός Ταχυδρόμος