Σε μεγάλη πρόκληση για το παγκόσμιο φορολογικό και ρυθμιστικό περιβάλλον εξελίσσεται η ψηφιακή τεχνολογία και ειδικά αναδυόμενες τάσεις της, όπως η γενετική τεχνητή νοημοσύνη. Σήμερα, ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες, που δίνουν ώθηση στον μετασχηματισμό των φορολογικών και οικονομικών διευθύνσεων, είναι η ανάγκη ανταπόκρισης στα αιτήματα φορολογικών αρχών, που ζητούν ολοένα και περισσότερα δεδομένα και πληροφόρηση, σε πραγματικό χρόνο.
Οι διοικήσεις των επιχειρήσεων επιδιώκουν, επίσης, οι φορολογικές και οικονομικές διευθύνσεις τους, να είναι σε θέση να τους παρέχουν στρατηγικές συμβουλές υψηλής αξίας, γρήγορα και αποτελεσματικά. Ωστόσο, το 48% των ερωτηθέντων αναφέρουν ότι η έλλειψη ενός βιώσιμου σχεδίου για την αξιοποίηση των δεδομένων και της τεχνολογίας, είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Οι επικεφαλής των οικονομικών και φορολογικών διευθύνσεων είναι εξίσου επιφυλακτικοί ως προς τον αντίκτυπο των αναδυόμενων τεχνολογιών, όπως η generative AI (δημιουργική τεχνητή νοημοσύνη), στην εργασία τους. Το 85% δηλώνει ότι δεν πιστεύει πως τα εργαλεία generative AI θα βοηθήσουν στην αύξηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των φορολογικών λειτουργιών.
Ελλείψεις προσωπικού
Ταυτόχρονα με τις προκλήσεις της τεχνολογίας, οι φορολογικές διευθύνσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με προκλήσεις ανθρώπινου κεφαλαίου. Σύμφωνα με την πρόσφατη παγκόσμια έρευνα της ΕΥ “Tax and Finance Operations Survey (TFO)”, οι επικεφαλής των φορολογικών διευθύνσεων αντιμετωπίζουν μία σειρά από ζητήματα, που σχετίζονται με το ανθρώπινο κεφάλαιο.
Το 51% αναφέρει ότι αντιμετωπίζει “μέτριες” έως “σημαντικές» δυσκολίες στο να παρακινεί και να εμπνέει τις ομάδες τους, αλλά και να φροντίσει, ώστε εκείνες να μην εξουθενώνονται. Εν τω μεταξύ, το 63% αναφέρει ότι τα μέλη των ομάδων τους, θα πρέπει να ενισχύσουν τις τεχνικές φορολογικές τους δεξιότητες, με νέες δυνατότητες σε δεδομένα, διαδικασίες και τεχνολογίες, τα επόμενα τρία χρόνια.
Παράλληλα, το 29% δηλώνει ότι δεν διαθέτει αρκετούς επαγγελματίες εξειδικευμένους στην παρακολούθηση, την αξιολόγηση και την εφαρμογή των διεθνών φορολογικών, νομοθετικών και ρυθμιστικών αλλαγών.
Συγκεκριμένα, οι ερωτηθέντες, που δηλώνουν ότι διαχειρίζονται από κοινού με εξωτερικούς παρόχους (co-sourcing) το 25% ή μικρότερο ποσοστό του φόρτου εργασίας τους, είναι πιθανότερο να αντιμετωπίζουν περισσότερες δυσκολίες σε θέματα ανθρώπινου κεφαλαίου, σε σχέση με εκείνους που αναθέτουν υψηλότερα ποσοστά.
Αύξηση του co-sourcing
Αυτές οι πιέσεις, αναγκάζουν τις επιχειρήσεις να επανεξετάσουν τις επιλογές τους για τη δημιουργία σύγχρονων, ευέλικτων μοντέλων φορολογικών λειτουργιών, με τη συνεργασία με εξωτερικούς παρόχους να αναδεικνύεται ως ο προτιμώμενος τρόπος για να το επιτύχουν.
Το 95% των επιχειρήσεων είναι, πλέον, πιο πιθανό να αναζητήσει την επιλογή του co-sourcing για διάφορες χρηματοοικονομικές και φορολογικές λειτουργίες - μία αύξηση 22 ποσοστιαίων μονάδων από το 2020. Συγχρόνως, το 35% των επιχειρήσεων αναφέρει ότι η συνεργασία με έναν πάροχο, που έχει σημαντικές δυνατότητες στα δεδομένα, την τεχνολογία και τα shared service centers, είναι η πιο σημαντική αλλαγή. που πρέπει να κάνουν στο μοντέλο λειτουργίας τους.
*πρώτη δημοσίευση: Sepe.gr