της Έλενας Λάσκαρη
Στον δρόμο που έχει αναδείξει την Ελλάδα σε θετική έκπληξη της Ευρώπης θα παραμείνει προσηλωμένη η κυβέρνηση, τονίζει ο Κωστής Χατζηδάκης, Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Ακόμα, σχολιάζει την αποτύπωση της επενδυτικής βαθμίδας στην πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας, μιλά για την πορεία του δημόσιου χρέους, διατυπώνει τις εκτιμήσεις του για τον πληθωρισμό, κρίνει την κατάσταση της οικονομίας σε επίπεδο Ε.Ε. και ορίζει τις προτεραιότητες της κυβερνητικής πολιτικής.
Η ελληνική οικονομία το 2023 κατάφερε να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα. Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, όμως, απέχει ακόμα πολύ από τα επίπεδα όπου βρισκόταν πριν από την κρίση χρέους.
Τρεις από τους τέσσερις αναγνωρισμένους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οίκους αξιολόγησης (Fitch, Standard & Poor’s, DBRS) αναβάθμισαν τη χώρα μας στην επενδυτική κατηγορία. Εκτός αυτών, είχαμε και τις αντίστοιχες θετικές αξιολογήσεις από τον ιαπωνικό οίκο R&I, τον γερμανικό Scope (ο οποίος θα προστεθεί στους αναγνωρισμένους από την ΕΚΤ οίκους) και τους δύο κινεζικούς οίκους. Όλα αυτά δημιουργούν τις προϋποθέσεις για περισσότερες επενδύσεις, αύξηση της χρηματοδότησης της οικονομίας, ανάπτυξη και αύξηση της απασχόλησης. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αλλά, φυσικά, δεν θέλουμε να είμαστε τελευταίοι μεταξύ των πρώτων. Γι’ αυτό και θα συνεχίσουμε με ακόμη μεγαλύτερη επιμονή να εφαρμόζουμε το μείγμα πολιτικής που συνδυάζει τη δημοσιονομική σταθερότητα, από τη μια πλευρά, με τις αναπτυξιακές πολιτικές, από την άλλη.
Στις διεθνείς επαφές σας, σας ρωτούν αν υπάρχει κίνδυνος να γυρίσει η Ελλάδα πίσω στις κακές συνήθειες του παρελθόντος;
Χάρη στις θυσίες των Ελλήνων την περίοδο της κρίσης, αλλά και των πολιτικών της τελευταίας τετραετίας, η χώρα μας έχει γυρίσει σελίδα. Το αποδεικνύουν όλα τα οικονομικά στοιχεία: οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης (τρίτος υψηλότερος το 2022 στην ΕΕ), τα ρεκόρ στις άμεσες ξένες επενδύσεις και τις εξαγωγές, η ραγδαία μείωση του χρέους, η μείωση της ανεργίας στα προ κρίσης επίπεδα. Δεν είναι μόνο η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Έχουμε την έκθεση του Economist στην οποία η χώρα μας κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις της ΕΕ στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού και της πράσινης μετάβασης και δέκατη στους 27 στη συνολική κατάταξη. Έχουμε την πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που λέει ότι η Ελλάδα ανήκει στις 7 από τις 20 οικονομίες της Ευρωζώνης που είναι πλήρως εναρμονισμένες με τις κατευθύνσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ως προς τους προϋπολογισμούς.
Δεν είναι τυχαίο ότι στις διεθνείς επαφές μου όλοι μιλούν για το πώς η Ελλάδα έχει γίνει η θετική έκπληξη της Ευρώπης. Εμείς, πάντως, δεν εφησυχάζουμε. Δεν θα σπαταλήσουμε την πρόοδο που πετύχαμε. Θα συνεχίσουμε με την απαρέγκλιτη τήρηση των δημοσιονομικών μας στόχων, την προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, στέλνοντας παντού το μήνυμα ότι παραμένουμε στη σωστή κατεύθυνση. Είναι το πατριωτικό μας καθήκον!
Παρ’ όλα αυτά, η χώρα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ.
Το χρέος παραμένει υψηλό αλλά μειώνεται σημαντικά. Το 2022 είχαμε τη μεγαλύτερη μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ στην ΕΕ! Σας θυμίζω, επίσης, την έκθεση της Fitch, η οποία σημειώνει το ρεκόρ μείωσης του χρέους κατά 65 μονάδες του ΑΕΠ: από το 205% στην πανδημία, στο 160,8% φέτος και στο 141,2% το 2027! Το δημόσιο χρέος μειώνεται με ταχείς ρυθμούς χάρη στη δημοσιονομική σοβαρότητα και στις αναπτυξιακές πολιτικές. Και σε αυτό τον δρόμο είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε.
Όλα δείχνουν πως η νομισματική πολιτική θα παραμείνει εξαιρετικά περιοριστική και το επόμενο έτος. Πόσο απέχει ακόμα για την Ελλάδα η «νίκη» έναντι του πληθωρισμού;
Ο πληθωρισμός δεν είναι ελληνικό αλλά ευρωπαϊκό πρόβλημα. Ανέβηκε στην Ελλάδα όταν ξεκίνησε να ανεβαίνει σε όλη την Ευρώπη. Και μειώνεται στην Ελλάδα τώρα που μειώνεται σε όλη την Ευρώπη. Η τιθάσευση του πληθωρισμού ήταν και ο λόγος για τον οποίο η ΕΚΤ επέβαλε τα υψηλά επιτόκια. Στα θετικά είναι ότι δεν φαίνεται στον ορατό ορίζοντα ότι θα έχουμε νέα άνοδο των επιτοκίων. Αντίθετα, οι πρόσφατες ανακοινώσεις της Eurostat για τον πληθωρισμό του Νοεμβρίου 2023 -ο οποίος ήταν μικρότερος από τις εκτιμήσεις των αναλυτών- δημιουργούν τις προϋποθέσεις έτσι ώστε κάποια στιγμή να ανοίξει η συζήτηση για τη σταδιακή αποκλιμάκωση των επιτοκίων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Από εκεί και πέρα, η νομισματική πολιτική είναι μόνο ένα από τα όπλα απέναντι στον πληθωρισμό. Υπάρχουν και αρκετά άλλα που έχουμε χρησιμοποιήσει. Οι έλεγχοι της αισχροκέρδειας. Η ενίσχυση του ανταγωνισμού μέσω της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Οι έκτακτες εισοδηματικές ενισχύσεις των ευάλωτων πολιτών. Οι μόνιμες εισοδηματικές ενισχύσεις στις οποίες προχωρήσαμε (π.χ. αυξήσεις στις συντάξεις, στον κατώτατο μισθό και στους μισθούς δημόσιου τομέα). Ο πληθωρισμός απαιτεί πολυεπίπεδη δράση και αυτό ακριβώς κάνουμε. Όλα αυτά βεβαίως στο πλαίσιο των αντοχών του προϋπολογισμού και της οικονομίας.
Θεωρείτε πως κινδυνεύει η ευρωζώνη από μια νέα κρίση χρέους;
Η ευρωζώνη σήμερα δεν είναι η ευρωζώνη που ήταν πριν από 15 χρόνια. Έχει πάρει τα μαθήματά της από την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας και διαθέτει πλέον εργαλεία που στο παρελθόν δεν διέθετε. Είναι αλήθεια ότι υπήρξε μια πρόσκαιρη αύξηση του δημόσιου χρέους για την αντιμετώπιση πρωτίστως της πανδημίας και δευτερευόντως της ενεργειακής κρίσης. Αμέσως μετά, όμως, όλες οι ευρωπαϊκές χώρες ξεκίνησαν την προσπάθεια περιορισμού του. Η Ελλάδα, μάλιστα, έχει αναδειχθεί πρωταθλήτρια σε αυτή την προσπάθεια, όπως ήδη είπα.
Τώρα, όπως γνωρίζετε, διεξάγεται η συζήτηση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η δική μας θέση είναι ότι οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες θα πρέπει να διασφαλίζουν τη δημοσιονομική σταθερότητα, χωρίς, όμως, να υπονομεύουν την ανάπτυξη. Μέσω της ανάπτυξης, άλλωστε, μπορείς να μειώσεις ταχύτερα το χρέος. Θέση μας, επίσης, είναι ότι μέριμνα πρέπει να λαμβάνεται και για τις χώρες με υψηλές αμυντικές δαπάνες, όπως είναι η Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η Ελλάδα -ανεξάρτητα από το ποιοι θα είναι οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες- έχει δεσμευτεί ότι θα συνεχίσει στον δρόμο δημοσιονομικής σοβαρότητας, γιατί είναι αναγκαία προϋπόθεση για να έχουμε χαμηλά επιτόκια, να έρχονται επενδύσεις, αλλά και η ανάπτυξη να συνεχίζει να στηρίζεται σε γερά θεμέλια!
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις για την ελληνική οικονομία το 2024;
Θα έλεγα ότι είναι έξι οι βασικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία το 2024:
Πρώτον, η συντήρηση της ανθεκτικότητάς της στις κρίσεις, συνδυάζοντας τη δημοσιονομική σοβαρότητα με τις αναπτυξιακές πολιτικές.
Δεύτερον, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας με έμφαση στα ανταγωνιστικά μας πλεονεκτήματα (π.χ. φαρμακοβιομηχανία, αγροδιατροφικός τομέας, ΑΠΕ) και τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Τρίτον, η ενίσχυση της εξωστρέφειας με κίνητρα για τις επιχειρήσεις, ώστε οι εξαγωγές να αυξηθούν στο 60% του ΑΕΠ έως το 2027 και στο 70% του ΑΕΠ έως το 2030.
Τέταρτον, ο περιορισμός της φοροδιαφυγής με όπλο μας τον νόμο που ψηφίσαμε πρόσφατα και ο οποίος συνδυάζει τις νέες τεχνολογίες και τις καλές διεθνείς πρακτικές.
Πέμπτον, η αποτελεσματικότερη αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Και, τέλος, η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών μέσω έκτακτων και μόνιμων εισοδηματικών ενισχύσεων -στο πλαίσιο των αντοχών της οικονομίας- αλλά και ελέγχων για την αισχροκέρδεια στην αγορά, καθώς και ενίσχυση του ανταγωνισμού. Στόχος μας είναι να μην αφήσουμε τη μέχρι τώρα πρόοδο να πάει χαμένη. Αλλά να συνεχίσουμε την προσπάθεια η ελληνική οικονομία να ανέβει πιο ψηλά!
(σ.σ. η συνέντευξη ελήφθη πριν τη συμφωνία για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες)
*πρώτη δημοσίευση: Euro2day.gr