του Δρ Παναγιώτη Πρόντζα*
Η διαμόρφωση πιο ευνοϊκού επενδυτικού περιβάλλοντος και η εξωστρέφεια είναι δύο βήματα που μπορούν να αναβαθμίσουν ουσιαστικά την ελληνική οικονομία, τονίζει ο Δρ Παναγιώτης Πρόντζας, Partner, Head of Strategy and Investments της Grant Thornton. Ακόμα, εξηγεί σε ποιες κατευθύνσεις θα πρέπει να κινηθούν οι θεσμικές παρεμβάσεις, ενώ επισημαίνει τον κίνδυνο η τρέχουσα θετική συγκυρία να προκαλέσει εφησυχασμό.
Η ελληνική οικονομία τα τελευταία έτη καλείται να αντιμετωπίσει ένα ιδιαίτερα σύνθετο σύνολο προκλήσεων. Οι γεωπολιτικές εξελίξεις, οι πληθωριστικές πιέσεις και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αποτελούν προκλήσεις που παραμένουν ενεργά στο προσκήνιο. Ο χειρισμός των προκλήσεων αυτών οφείλει να περάσει μέσα από τον μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, την ενίσχυση της εξωστρέφειας και την ενδυνάμωση της ανταγωνιστικότητάς της, προκειμένου να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η αναπτυξιακή δυναμική της.
Αποτελεί γεγονός ότι η εξωστρέφεια και η ανταγωνιστικότητα της χώρας έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία έτη. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, άλλωστε, σε σταθερές τιμές, το 2022 ξεπέρασαν το 40% του ΑΕΠ, σαφώς βελτιωμένες σε σχέση με το 32% του 2016 ή το 23% του 2007. Επιπρόσθετα, η χώρα έχει σημειώσει σημαντική βελτίωση στην ελκυστικότητα του επιχειρηματικού της περιβάλλοντος, όπως προκύπτει από στοιχεία του Economist Intelligence Unit και του World Economic Forum. Οι διεθνείς αγορές υποστηρίζουν την τάση αυτή, καθώς πλέον έχει επιτευχθεί η επενδυτική βαθμίδα, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τον βαθμό ελκυστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Διεθνή επενδυτικά σχήματα στρέφονται στην Ελλάδα για την υλοποίηση επενδύσεων στον τομέα των προηγμένων τεχνολογιών, της παραγωγής εναλλακτικών μορφών ενέργειας και, φυσικά, του τουρισμού. Η υλοποίηση αυτών των επενδύσεων ευνοείται ιδιαίτερα από τις δυνατότητες ανάπτυξης που προσφέρει το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), βασικοί πυλώνες του οποίου είναι η ψηφιακή και η πράσινη μετάβαση. Η Ελλάδα, άλλωστε, αποτελεί μία από τις τρεις πρώτες χώρες που αιτήθηκαν χρηματοδότηση από το ΤΑΑ, ενώ το σύνολο των πόρων που έχει δεσμεύσει από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένει το υψηλότερο στην Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα, την παρούσα χρονική περίοδο, έχει τη δυνατότητα να αναβαθμίσει το τεχνολογικό της υπόβαθρο, να καταστεί ένας τεχνολογικός κόμβος στην περιοχή της, να μεταβάλει το ενεργειακό της ισοζύγιο με στόχο να μετατραπεί σε εξαγωγέα καθαρής ενέργειας και εντέλει να αποκτήσει ένα ανταγωνιστικό και εξωστρεφές «βάθος».
Είναι, όμως, επαρκείς οι μέχρι σήμερα πολιτικές και επιχειρηματικές πρακτικές προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί; Και, ακόμα περισσότερο, υπάρχουν πρόσθετα μέτρα και δράσεις, ειδικά σε θεσμικό επίπεδο, που είναι δυνατό να δρομολογηθούν σήμερα, ώστε να επιτρέψουν αύριο την επίτευξη των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων;
Προφανώς υπάρχουν σημαντικά περιθώρια τόσο σε επίπεδο βελτίωσης των ήδη ακολουθούμενων πολιτικών, όσο βέβαια και στον εντοπισμό νέων δράσεων. Στο πλαίσιο αυτό, πολιτικές που θα επιταχύνουν τη δημιουργία κόμβων ψηφιακής καινοτομίας, που θα ενισχύσουν τη χρηματοδότηση νεοφυών επιχειρήσεων σε ανερχόμενες τεχνολογίες και που θα συμβάλουν στην ανανέωση - αναβάθμιση προϊόντων και υπηρεσιών σχετικών με Έρευνα και Ανάπτυξη, αποτελούν κρίσιμης σημασίας θεσμικές παρεμβάσεις.
Η θεσμική ενίσχυση των δραστηριοτήτων σε Έρευνα και Ανάπτυξη, μέσα από την περαιτέρω ενδυνάμωση των φορολογικών απαλλαγών και την επέκταση/πολλαπλασιασμό των δράσεων που ήδη έχουν ξεκινήσει (όπως π.χ. το «επενδυτικό clawback», τα «Industrial PhDs», το «Elevate Greece» κ.ά.) αποτελούν πρόσθετα και απαραίτητα βήματα προς την κατεύθυνση αυτή.
Συγχρόνως, η διατήρηση και κυρίως η ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων περνά και μέσα από την επαύξηση του μεγέθους τους. Η αύξηση του μεγέθους θα επιτρέψει την επίτευξη υψηλότερων οικονομιών κλίμακας και, κυρίως, την ισχυροποίηση της ανθεκτικότητας των εγχώριων επιχειρήσεων στον διεθνή ανταγωνισμό.
Αν οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν αξιοποιήσουν τις συνθήκες που ήδη έχουν διαμορφωθεί, προκειμένου να μετεξελίξουν το παραγωγικό τους μοντέλο προς ένα εξωστρεφές πρότυπο, είναι πολύ πιθανό η βελτίωση που καταγράφεται κατά την τρέχουσα χρονική στιγμή, ειδικά σε επίπεδο κύκλου εργασιών ή κερδοφορίας, να αποδειχθεί ιδιαίτερα βραχύβια και ασθενής.
Άλλωστε, τα εργαλεία χρηματοδότησης που υπάρχουν εν αφθονία σήμερα, δεν αναμένεται να διαρκέσουν στο διηνεκές. Με την κατάλληλη προετοιμασία, όμως, τον σωστό εντοπισμό των χρηματοδοτικών δυνατοτήτων και ευκαιριών, την εμβάθυνση της έρευνας και της καινοτομίας, καθώς και την περαιτέρω ανάπτυξη ενός εξωστρεφούς προσανατολισμού, το εγχώριο επενδυτικό περιβάλλον μπορεί να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο και οι ελληνικές επιχειρήσεις να αποκτήσουν όλα εκείνα τα εφόδια που θα τις καταστήσουν ισχυρότερες και κυρίως ανθεκτικότερες στις αυριανές εξελίξεις.
*Partner, Head of Strategy and Investments της Grant Thornton
**πρώτη δημοσίευση: Εuro2day.gr