Κηρύσσοντας την έναρξη του τελευταίου συνεδρίου του ΕΣΒΕΠ, με θέμα την Πρόκληση της Ανάπτυξης, ο υφυπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας τόνισε, μεταξύ άλλων, και τις ακόλουθες απόψεις:
«Η χώρα έχει ανάγκη από μία πραγματική παραγωγική αναγέννηση. Προς την κατεύθυνση δε αυτή λειτουργούν όλες οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικού χαρακτήρα διορθώσεις, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα και θετική κατά 1,24 δισεκατ. ευρώ ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών. Παρόμοιο «δίδυμο» είχε 66 και πλέον χρόνια να εμφανισθεί. Όμως, τα επιτεύγματα αυτά έχουν υψηλό κοινωνικό κόστος και πραγματοποιήθηκαν ύστερα από μία περίοδο καταναλωτικής ευμάρειας με δανεικά. Έτσι, για μία μακρά περίοδο η ελληνική παραγωγή αναπτυσσόταν υπό δύσκολες συνθήκες, ενώ η επιχειρηματικότητα αντιμετώπιζε, πέρα από τα διοικητικά προβλήματα, και ένα αρνητικό ιδεολογικό κλίμα. Έπρεπε λοιπόν να αναπτύξει τις δραστηριότητες μέσα σε ένα όχι ιδιαιτέρως θετικό για ανάπτυξη περιβάλλον. Ίσως δε, το γεγονός αυτό να αποτελεί και μία από τις αιτίες του ελλείμματος εξωστρέφειας της οικονομίας μας.
»Για τους λόγους αυτούς, από την μια μεριά αισθάνομαι την ανάγκη να απευθύνω δημόσια τα συγχαρητήρια, την αναγνώριση και την ευγνωμοσύνη όλων μας σε όσους, τα περασμένα χρόνια, με δυσκολίες και εμπόδια, επέμειναν, πήγαν κόντρα στο ρεύμα και παρήγαγαν επώνυμα προϊόντα. Όλοι αυτοί όντως είχαν πλήρη επίγνωση αυτού που χρειάζεται ο τόπος μας προκειμένου να μην μπει στην περιπέτεια που μπήκε τα τελευταία χρόνια.
»Από την άλλη μεριά, προτείνω να λάβουμε υπ’ όψιν και αν προβληματιστούμε πάνω στον κίνδυνο που δυνητικά δημιουργεί η παραγωγή προϊόντων ιδιωτικής ετικέττας από εταιρείες που παράγουν επώνυμα προϊόντα. Μήπως με αυτή την επιλογή τους αυτοϋπονομεύονται; Ερώτημα θέτω…
»Με βάση τα παραπάνω, γίνεται σαφές ότι, αν πράγματι θέλουμε να βγούμε από την κρίση κα να μην επιστρέψουμε σε αυτήν, πρέπει να αποβάλουμε συμπεριφορές και πρακτικές που κυριάρχησαν κατά τις προηγούμενες δεκαετίες στην χώρα μας. Να απαλλάξουμε τον παραγωγικό ιστό της χώρας από την «νοοτροπία του φασόν και του χύμα». Η τάση αυτή, που για χρόνια δέσποζε στην ελληνική οικονομία, πρέπει σταδιακά να μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Διότι η συμπεριφορά αυτή μόνον σε αδιέξοδα οδήγησε. Μάς επέβαλλε να αγοράζουμε φτηνιάρικες απομιμήσεις επώνυμων προϊόντων –επιλογή που φυσιολογικά οδήγησε οι αγορές να γίνονται από το παράνομο εμπόριο λαθρομεταναστών, που εκθέτουν την πραμάτειά τους στα πεζοδρόμια πάνω σε σεντόνια. Η κατάσταση αυτή ήταν στρεβλή και δεν μπορούσε να συνεχιστεί.
»Με βάση λοιπόν τα όσα προηγούνται είναι ανάγκη να συμφωνήσουμε ότι, για να έχει μέλλον και προοπτική το επώνυμο προϊόν στην Ελλάδα, οφείλουμε πρώτα απ’ όλα να αλλάξουμε την νοοτροπία που περιέγραψα. Είναι επίπονη η προσπάθεια –και απαιτεί χρόνο – να πείσουμε και πάλι τον Έλληνα να εγκαταλείψει τον υπερκαταναλωτισμό, τον μιμητισμό. Είναι δύσκολο να πάψουμε να είμαστε οπαδοί του εύκολου και ξαφνικά να αλλάξουμε αναπτυξιακό υπόδειγμα. Δεν είναι απλό από καταναλωτές με δανεικά να γίνουμε παραγωγοί και πωλητές. Παραγωγοί και πωλητές επώνυμων ελληνικών προϊόντων. Πρέπει να απαλλάξουμε τον παραγωγικό ιστό της χώρας από την νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας.
»Αποτελεί βαθειά πεποίθησή μου ότι στην κρίση μάς οδήγησε, πέρα από άλλες αιτίες, η σταδιακή στροφή της κοινωνίας και της οικονομίας στο εύκολο και το άκοπο, στην στρατηγική όχι του φθηνού αλλά της φτήνιας και της απομίμησης. Βλέπετε, ο ενάρετος δρόμος είναι πάντα ο δύσκολος δρόμος. Ήταν φθηνότερο να αντιγράψουμε, παρά να καινοτομήσουμε. Ήταν πιο βολικό να μιμηθούμε, παρά να δώσουμε έμφαση στην ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια.
»Και επειδή η ευκολία και το άκοπο δεν κυριάρχησαν μόνον στην οικονομία, αλλά σε όλη την κοινωνική μας ζωή, οδηγηθήκαμε σε ένα διαχρονικό έλλειμμα παιδείας και πολιτισμού, σε ένα περιβάλλον κατάρρευσης αξιών, όπου πολλοί θεωρούσαν ότι το γνωστό ζωάκι στο στήθος συνιστά στοιχείο δήθεν κοινωνικής ανόδου –ακόμα κι αν αυτό το ζωάκι δεν ήταν γνήσιο.
»Αυτές οι νοοτροπίες, και οι τάσεις υπαγορεύουν, δεν προσφέρουν τίποτε απολύτως στην μεγάλη υπόθεση της ανάπτυξης στην σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης. Μέσα στο νέο περιβάλλον, η ελληνική παραγωγή πρέπει να καταστεί επώνυμη γιατί έτσι θα παράγει υψηλή προστιθέμενη αξία. Το ελληνικό προϊόν, δεν θέλουμε, δεν πρέπει και δεν αξίζει να εμφανίζεται στις διεθνείς αγορές ως ένα φθηνό προϊόν, αλλά ως ένα ποιοτικό προϊόν, που αξίζει τα λεφτά του.
»Η εξέλιξη αυτής της σκέψης μάς οδηγεί στα αυτονόητα. Για να γίνουμε παραγωγοί επωνύμων προϊόντων, είναι ανάγκη να επενδύσουμε στην έρευνα και την καινοτομία. Να αφομοιώσουμε τα νέα κριτήρια απόφασης του πελάτη. Να αξιοποιήσουμε το Διαδίκτυο, τόσο σε ό,τι αφορά στην ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου όσο και στην πλήρη αξιοποίηση των social media ως εργαλείων διαδραστικής επικοινωνίας των εταιρειών με τους πελάτες τους.
»Είμαι βέβαιος ότι αυτά τα θέματα μάς απασχολούν όλους καθημερινά. Ωστόσο, είναι προφανές ότι κάποιοι αναρωτιέστε: «Ωραία η ανάλυση, αλλά πώς θα γίνουν αυτά, με την έλλειψη ρευστότητας, την υπερφορολόγηση και το υψηλό ενεργειακό κόστος που αντιμετωπίζουμε; Πώς μπορούν, όμως, να υπάρξουν δομικές και ψυχολογικές αλλαγές υπό συνθήκες συνολικής κρίσης;».
»Το πρώτο που επισημαίνω είναι ότι ειδικά εμείς στο υπουργείο Ανάπτυξης είμαστε οι πρώτοι που θα θέλαμε να έχουν αντιμετωπιστεί αυτά τα προβλήματα, γιατί τότε μόνον θα πιάσουν τόπο οι μεταρρυθμίσεις που γίνονται εδώ και 22 μήνες. Χρειάζεται, συνεπώς, η συστράτευση ευρύτερων δυνάμεων για την υπέρβαση μιας παθογενούς περιόδου. Άρα, η υπόθεση δεν είναι μόνο των πολιτικών. Είναι υπόθεση όλων μας. Όλοι, και ο καθένας ξεχωριστά, πρέπει να αποφασίσουμε με ποιους θα πάμε: με τους εραστές της ακινησίας και τους τελάληδες της μιζέριας, ή με τις δυνάμεις της δημιουργίας και της αλλαγής.