Από την Alessia Peretti*
Ένα σκάνδαλο κατασκοπευτικού λογισμικού συγκλονίζει την Ιταλία, καθώς αποκαλύπτεται ότι δημοσιογράφοι, ακτιβιστές και ΜΚΟ έχουν βρεθεί στο στόχαστρο ισραηλινών εργαλείων παρακολούθησης. Οι αποκαλύψεις έχουν προκαλέσει πολιτική θύελλα, κυβερνητικές διαψεύσεις και εκκλήσεις για ευρωπαϊκή έρευνα.
«Πρόκειται για μία από τις σοβαρότερες επιθέσεις στο κράτος δικαίου στην Ευρώπη», δήλωσε ο ευρωβουλευτής του Δημοκρατικού Κόμματος, Sandro Ruotolo, ο οποίος οργάνωσε σχετική συνέντευξη Τύπου στο Στρασβούργο. Όπως επισήμανε, δεν πρόκειται απλώς για ιταλικό ζήτημα, αλλά για ευρωπαϊκή υπόθεση.
Σύμφωνα με την ιταλική κυβέρνηση, συνολικά 90 άτομα σε 14 χώρες της ΕΕ έχουν στοχοποιηθεί, παραβιάζοντας τους κανόνες χρήσης των συστημάτων επιτήρησης, με επτά περιπτώσεις να έχουν επιβεβαιωθεί στην Ιταλία.
Ο Ruotolo τόνισε ότι η επιστολή προς την πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ρομπέρτα Μετσόλα, που συνυπογράφεται από κόμματα της αντιπολίτευσης, ζητά τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής. «Θέλουμε να μάθουμε ποιες χώρες κατασκόπευσαν παράνομα τους πολίτες τους, γιατί το έκαναν και πώς μπορούμε να προστατεύσουμε τους Ευρωπαίους πολίτες», ανέφερε.
Ωστόσο, οι προσδοκίες από την Κομισιόν παραμένουν χαμηλές. Ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, Markus Lammert, δήλωσε στις 6 Φεβρουαρίου ότι οι εθνικές αρχές είναι υπεύθυνες για τη διερεύνηση τέτοιων καταγγελιών και όχι η ΕΕ. Παρόλα αυτά, τόνισε πως «κάθε απόπειρα παράνομης πρόσβασης σε δεδομένα πολιτών, συμπεριλαμβανομένων δημοσιογράφων και πολιτικών αντιπάλων, είναι απαράδεκτη, εφόσον αποδειχθεί».
Το σκάνδαλο Paragon και οι αντιφατικές τοποθετήσεις της κυβέρνησης
Η υπόθεση «Paragon» ήρθε στο φως μετά τις δημόσιες καταγγελίες του διευθυντή της Fanpage, Francesco Cancellato, και του επικεφαλής της αποστολής της Mediterranea Saving Humans, Luca Casarini. Οι δύο αποκάλυψαν ότι έλαβαν ειδοποιήσεις από τη Meta πως οι συσκευές τους είχαν «παραβιαστεί από επιχείρηση κατασκοπείας υψηλού επιπέδου».
Το επίκεντρο της διαμάχης είναι η εταιρεία Paragon Solutions, η οποία κατασκευάζει το λογισμικό Graphite. Αν και η εταιρεία ισχυρίζεται ότι πουλά την τεχνολογία της μόνο σε «επιλεγμένες δημοκρατίες, κυρίως στις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους», η εφημερίδα Haaretz αποκάλυψε ότι μεταξύ των πελατών της στην Ιταλία περιλαμβάνονται τόσο υπηρεσίες επιβολής του νόμου όσο και μυστικές υπηρεσίες.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η μαρτυρία του David Yambio, εκπροσώπου της οργάνωσης Refugees in Libya, ο οποίος επίσης έλαβε ειδοποίηση ότι το τηλέφωνό του είχε παραβιαστεί από λογισμικό κατασκοπείας. Όπως δήλωσε, η υπόθεση αυτή αποκαλύπτει μια «τεράστια κρίση του κράτους δικαίου» και προειδοποίησε ότι «σήμερα στοχοποιούνται μετανάστες, διασώστες και δημοσιογράφοι – αύριο μπορεί να είναι δικαστές ή άλλοι πολίτες».
Στις 6 Φεβρουαρίου, η εφημερίδα The Guardian ανέφερε ότι η Paragon διέκοψε τη συνεργασία της με την ιταλική κυβέρνηση, επικαλούμενη «υπερβολική προσοχή» λόγω καταγγελιών για κακή χρήση του λογισμικού της. Παρόλα αυτά, έξι ημέρες αργότερα, ο υπουργός Σχέσεων με το Κοινοβούλιο, Luca Ciriani, διέψευσε την πληροφορία, λέγοντας ότι «δεν έχει διακοπεί καμία σύμβαση και όλα τα συστήματα λειτουργούν κανονικά».
Την ίδια ημέρα, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Alfredo Mantovano, δήλωσε ότι εάν υπήρξε κατάχρηση, αυτή δεν οφείλεται στην Paragon αλλά στις αρχές που έκαναν χρήση του λογισμικού.
Ωστόσο, στις 9 Φεβρουαρίου, το πρακτορείο Ansa, επικαλούμενο πηγές των μυστικών υπηρεσιών, ανέφερε ότι η Ιταλία είχε αναστείλει τη σύμβασή της με την Paragon εν αναμονή έρευνας από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή για την Ασφάλεια της Δημοκρατίας (COPASIR) και την Εθνική Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας.
Ο Ruotolo σχολίασε ότι «την Τετάρτη η κυβέρνηση είπε ένα πράγμα και την Παρασκευή το αντίθετο. Αρχικά αρνήθηκαν την αναστολή, μετά ανέστειλαν τη χρήση του λογισμικού». Για τον ίδιο, η υπόθεση αυτή απαιτεί άμεση διαλεύκανση.
*πρώτη δημοσίευση euractiv.gr