του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης, πρωτοστάτησε στην πορεία της Ευρώπης προς την σταδιακή ενοποίησή της και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εκπόνηση και εφαρμογή της πολιτικής για την οικονομική και νομισματική ένωσή της (ΟΝΕ). Επίσης, οι γαλλικές ένοπλες δυνάμεις αποτελούν έναν από τους κυριότερους συντελεστές της ευρωπαϊκής αμυντικής θωρακίσεως και ως εκ τούτου είναι ο ισχυρότερος βραχίονας του περίφημου «ευρωστρατού».
Υπό το βάρος έτσι της ιστορίας της και της θέσεώς της στην Ευρώπη και στον κόσμο, η Γαλλία –που πάντα υπήρξε πιστή στις δυτικές φιλοσοφικές, πολιτικές και πολιτιστικές αρχές– φέρει σοβαρές ευθύνες για το μέλλον της, με το τελευταίο να είναι πλέον συνυφασμένο με την πορεία της Γηραιάς Ηπείρου προς το αύριο. Συνεπώς, οι γαλλικές κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως πολιτικής ιδεολογίας, στις ευρωπαϊκές τους επιλογές και πρακτικές πρέπει υπεύθυνα να ανταποκρίνονται σε συμφωνίες και πολιτικές στην υιοθέτηση των οποίων έπαιξαν οι ίδιες σημαντικό ρόλο.
Ας μην ξεχνάμε ότι αρχιτέκτονας της ΟΝΕ υπήρξε ο Γάλλος σοσιαλιστής πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζακ Ντελόρ, ενώ το σημερινό ευρώ πολλά οφείλει στον Γάλλο πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Βαλερύ Ζισκάρ ντ’ Εσταίν. Ασφαλώς δε σε καμμία περίπτωση δεν πρέπει, από ιστορικής σκοπιάς, να αγνοείται ο αποφασιστικός ρόλος του Γάλλου σοσιαλιστή Προέδρου Φρανσουά Μιττεράν, πρώτον, στην ένταξη της Γερμανίας στην ευρωζώνη και, δεύτερον, στην δυτική πολιτική έναντι του σοβιετική ολοκληρωτισμού. Για όσους έχουν ασθενή μνήμη, υπενθυμίζουμε ότι ο Φρανσουά Μιττεράν ήταν αυτός που σχολίασε τα σοβιετοκίνητα ειρηνιστικά κινήματα στην Δυτική Ευρώπη λέγοντας «εμείς έχουμε τους ειρηνιστές και οι άλλοι τα τανκς».
Από αυτά που προηγούνται δεν χωρά πλέον καμμία αμφιβολία ότι η σημερινή Γαλλία, πέρα από τις ευθύνες της, βρίσκεται αντιμέτωπη και με δύο άλλα πολύ σοβαρά προβλήματα. Το πρώτο είναι η κρίση ανταγωνιστικότητος που αντιμετωπίζει, σε συνδυασμό με δημόσιο χρέος που δεν απέχει πολύ από τα 2 τρισεκατομμύρια ευρώ. Το έτερο βρίσκεται στο συνολικό δημόσιο χρέος μιας δημογραφικά γηράσκουσας ευρωζώνης, η οποία χρειάζεται επειγόντως νέες αναπτυξιακές δυνάμεις. Και τόσον ο Γάλλος Πρόεδρος κ. Φρανσουά Ολάντ όσο και ο πρωθυπουργός κ. Μανουέλ Βαλς γνωρίζουν ότι σε καμμία περίπτωση αυτές οι τελευταίες δεν μπορούν να προκύψουν από φαραωνικά έργα και κρατικές προμήθειες.
Αμέσως μετά τον φιλελεύθερο ανασχηματισμό της κυβέρνησής του, ο πρωθυπουργός κ. Μ. Βαλς έσπευσε να πάει και να μιλήσει στην θερινή συνάντηση της Ένωσης Γάλλων Εργοδοτών –στους οποίους, μεταξύ άλλων, υποσχέθηκε φορολογικά κίνητρα, εργασιακή ευελιξία, θεσμικές μεταρρυθμίσεις και ενίσχυση κάθε καινοτομικής πρωτοβουλίας ικανής να παράγει υψηλή προστιθέμενη αξία.
Επίσης, ο Γάλλος πρωθυπουργός είπε ότι η ανάπτυξη δεν έρχεται με τσιτάτα και ευχολόγια, αλλά με συγκεκριμένες επενδυτικές πρωτοβουλίες και μεταρρυθμίσεις που φέρνουν πιο κοντά τον κόσμο των επιχειρήσεων με αυτόν της εκπαίδευσης και της εργασίας.
Από την ομιλία του κ. Βαλς γίνεται ολοφάνερη η σύγκλιση που θα επιχειρηθεί από την κυβέρνησή του με την αντίστοιχη οικονομική πολιτική της Γερμανίας, όπου χριστιανοδημοκράτες και σοσιαλδημοκράτες επιμένουν ότι ανάπτυξη υπό συνθήκες υπερχρεώσεως και άρα δημιουργίας καχυποψίας έναντι των διεθνών αγορών είναι σκέτη φαντασιοπληξία. Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και για το περίφημο ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος. Στις σημερινές παγκόσμιες χρηματοοικονομικές συνθήκες, η με δανεικά χρηματοδότησή του είναι αδιανόητη –όπως αδιανόητα είναι και κάποια από τα προνόμια που αφειδώς παρέχει. Σε μία γηράσκουσα Ευρώπη, όπου το 2040 το προσδόκιμο ζωής θα πλησιάζει τα 86 έτη, είναι σαφές ότι τα σημερινά ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά συστήματα θα καταρρεύσουν.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είναι αυτό που, σε πρόσφατη μελέτη του, επισημαίνει ότι με την προσθήκη ενός επιπλέον έτους στον μέσο όρο του προσδόκιμου ζωής, το κόστος του παγκόσμιου συνταξιοδοτικού συστήματος αυξάνεται 4%, δηλαδή ένα τρισεκατομμύριο δολλάρια.
Υπογραμμίζεται δε ότι το κόστος αυτό είναι επαχθέστατο για την γηράσκουσα Ευρώπη, στην οποία ο «κίνδυνος της μακροβιότητος» είναι σοβαρότερος από τον αντίστοιχο του δημοσίου χρέους της. Παράλληλα, όμως, οι δύο αυτοί κίνδυνοι είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους –γεγονός που μόνον κάποιοι επικίνδυνοι καιροσκόποι της πολιτικής και οι προς αυτούς φιλικά προσκείμενοι γελωτοποιοί της οικονομίας προσποιούνται ότι δεν καταλαβαίνουν. Προφανώς δε, αγνοούν ότι πάνω από τους παγκόσμιους ασφαλιστικούς οργανισμούς κρέμεται μία απειλή 23 τρισεκατομμυρίων δολλαρίων, που είναι πραγματική ωρολογιακή βόμβα για το παγκόσμιο σύστημα.
Μέσα σε αυτό το αποπνικτικό χρηματοοικονομικό περιβάλλον, στην γηράσκουσα Ευρώπη οι κίνδυνοι δημοσίου χρέους και μακροβιότητος αντιμετωπίζονται μόνον με ριζικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες να κάνουν τα άτομα πιο υπεύθυνα για την ζωή τους, την υγεία τους και την σταδιοδρομία τους –και, ως εκ τούτου, λιγότερο εξαρτώμενα από κρατικές παροχές και «προστασίες». Ο γνωστός Γάλλος ακραιφνής σοσιαλιστής καθηγητής κοινωνιολογίας, Αλαίν Τουραίν, είναι αυτός που δήλωσε προσφάτως ότι «είναι γελοίο και, ακόμα χειρότερα, επικίνδυνο, ο δημοκρατικός σοσιαλισμός να προσπαθεί να φέρει την σημερινή πραγματικότητα στις συνθήκες του 19ου αιώνα».
Θα προσθέταμε ότι μόνον ανεύθυνοι καιροσκόποι της πολιτικής μπορούν να χαρακτηρίζουν ως «νεοφιλελευθερισμό» την ευθύνη απέναντι στα γεγονότα –γνωρίζοντας πόσο πεισματάρικα είναι.