Μεγάλη είναι η ανάγκη για επιχειρήσεις, μεγάλη με τη σειρά της είναι και η ανάγκη για περισσότερη ανάπτυξη. Επενδύσεις γίνονται, όμως δεν είναι αρκετές. Ένα καλύτερο φορολογικό σύστημα, περισσότερη σταθερότητα και δικαιοσύνη είναι τα βασικά συστατικά της συνταγής σύμφωνα με τους Έλληνες επιχειρηματίες προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση στον κλάδο των επιχειρήσεων στην Ελλάδα.
Στην έρευνα συμμετείχαν πάνω από 700 επιχειρήσεις και τα συμπεράσματα που προέκυψαν ήταν πολλά και ενδιαφέροντα.
Το πρώτο θετικό στοιχείο που παρουσιάστηκε ήταν πως μπορεί ακόμα ο δρόμος της επιστροφής στην ανάπτυξη να είναι μεγάλος όμως αυτό που σίγουρα έχει επιτευχθεί, είναι η σταθερότητα και αυτό αφήνει στους επιχειρηματίες περιθώρια αισιοδοξίας.
Χαρακτηριστικά, το 80% εκτιμά ότι το προσωπικό τους θα παραμείνει στα ίδια επίπεδα ή και θα αυξηθεί, ενώ το 55% των επιχειρηματιών που συμμετείχαν στην έρευνα αναμένει ότι η οικονομική κατάσταση της επιχείρησής τους είτε θα παραμείνει ως έχει ή θα βελτιωθεί. Ωστόσο, το 92% εκτιμά πως η οικονομική κατάσταση της χώρας είναι κακή και μόνο το 41% προβλέπει βελτίωση εντός της επόμενης πενταετίας.
Βέβαια, όπως επισημάνθηκε κατά τη διάρκεια της παρουσίασης, οι εκτιμήσεις για τις προοπτικές της εκάστοτε επιχείρησης, εξαρτώνται τόσο από τον κλάδο δραστηριοποίησης όσο και το μέγεθός της. Με τις δυσκολίες του ευρύτερου επιχειρηματικού περιβάλλοντος να παραμένουν άκαμπτες (φορολογία, πολιτική αστάθεια, διαφθορά και έλλειμμα διαφάνειας), κάθε επιχείρηση αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση προς μελέτη.
Αυτό όμως που γίνεται εμφανές, είναι πως οι μεγαλύτερες και περισσότερο οργανωμένες επιχειρήσεις παρουσιάζουν αυξημένη ανθεκτικότητα στην κρίση και τις δυσχέρειες καθώς και καλύτερες προοπτικές ανάκαμψης.
Οι επιχειρήσεις συνολικά (μικρές, μεσαίες, μεγάλες) αναζητούν στοχευμένες και αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις με αρχή μέση και τέλος, ενώ θεωρούν πως το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν είναι το ασταθές φορολογικό πλαίσιο, η καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, το ασφαλιστικό σύστημα αλλά και η απουσία επενδυτικών κινήτρων.
Και όλα τα παραπάνω, χωρίς να ξεχνάμε πως οι μεταρρυθμίσεις στη χώρα σχεδιάζονται και ταυτίζονται με την εκταμίευση της επόμενης δόσης του προγράμματος, μην εκφράζοντας έτσι κάποιο ολοκληρωμένο μεταρρυθμιστικό πλάνο.
Παράλληλα, οι ανάγκες των επιχειρήσεων δείχνουν να διαφέρουν ανάλογα με το μέγεθός τους.
Από τα αποτελέσματα της έρευνας φάνηκε πως οι μικρότερες επιχειρήσεις έχουν περισσότερο ανάγκη από μέτρα όπως: διευκόλυνση χρηματοδότησης, φιλικό οικονομικό-πολιτικό περιβάλλον, βελτίωση συστήματος δημόσιων παρεμβάσεων, μείωση ενεργειακού κόστους, σταθερό φορολογικό πλαίσιο & μείωση συντελεστών.
Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις από την άλλη πλευρά που είναι περισσότερο αισιόδοξες και σε θέση να ηγηθούν της ανάκαμψης, δίνουν έμφαση στην έλλειψη ενός εξορθολογισμένου νομικού πλαισίου, στην ενθάρρυνση της καινοτομίας και των εξαγωγών, στην βελτίωση εποπτείας της αγοράς και στην ενίσχυση της διαφάνειας.
Στην μέτρηση της ικανοποίησης της επιχείρησης από την ποιότητα των παρεχόμενων δημόσιων υπηρεσιών και της δημόσιας διοίκησης, τα υψηλότερα ποσοστά υψηλής διαφάνειας και ταυτόχρονα υψηλής ικανοποίησης πέτυχαν τα ΚΕΠ. Στον αντίποδα, τους δείκτες χαμηλότερης διαφάνειας και χαμηλότερης ικανοποίησης σημείωσε η Πολεοδομία.
Θετική είναι η ένδειξη ωστόσο, πως οι περισσότερες επιχειρήσεις αξιολογούν με υψηλή διαφάνεια υπηρεσίες όπως: Ρυθμιστικές Αρχές, Σύστημα Δημοσίων Συμβάσεων και Περιφέρειες με ολοένα και περισσότερες υπηρεσίες να τείνουν προς την πλευρά και της υψηλής ικανοποίησης (Υπηρεσίες ΓΕΜΗ, Επιμελητήρια, Επιθεώρηση Εργασίας).
Οι δύο αυτοί άξονες είναι πολύ βασικοί και είναι αυτοί που σηματοδοτούν και την ανάκαμψη της επιχειρηματικότητας στην νέα εποχή.
Σχετικά με τους 5 οργανισμούς (Δικαστήρια, Υπουργεία, Εφορίες, Πολεοδομίες και Δήμους) που σημείωσαν τη χαμηλότερη αξιολόγηση ως προς το βαθμό ικανοποίησης, οι επιχειρήσεις τονίζουν ότι οι προσπάθειες αναβάθμισης των υπηρεσιών τους πρέπει να επικεντρωθούν στις παραμέτρους της εξυπηρέτησης και της αποτελεσματικότητας.
Αυτό σημαίνει ότι η ανάδειξη της ψηφιακής οικονομίας, μέσω της αξιοποίησης των τεχνολογικών λύσεων που προσφέρει, αποτελεί «κλειδί» για την αναβάθμιση των υπηρεσιών του δημοσίου τομέα, χάρη στην ελαχιστοποίηση της επαφής δημοσίων υπαλλήλων και επιχειρήσεων, στην εξοικονόμηση χρόνου, στη μείωση λαθών και στην ενίσχυση της διαφάνειας.
Κατά την διεξαγωγή της έρευνας, δόθηκε στους συμμετέχοντες η ευκαιρία να «βαθμολογήσουν» το επιχειρηματικό περιβάλλον και να επιλέξουν προτάσεις που θα μπορούσαν να το μετατρέψουν σε πιο φιλικό. Τα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύουν ότι η στόχευση πρέπει να βασιστεί σε πέντε άξονες, με ρεαλιστικές και αποτελεσματικές προτάσεις: επενδυτικά κίνητρα, φορολογικό πλαίσιο, εύκολη πρόσβαση στη χρηματοδότηση, απονομή δικαιοσύνης και καλή νομοθέτηση.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί, πως για να αναδιαμορφωθεί το επιχειρείν στην Ελλάδα, πέρα από τις προαναφερθείσες ιδέες και προτάσεις, χρειάζεται επιπλέον ένα διαφορετικό μίγμα πολιτικών για την κάθε μία από τις δύο κατηγορίες επιχειρήσεων, όπως αυτές έχουν οριστεί προηγουμένως, επιχειρήσεις δηλαδή που είναι σε θέση να επιδείξουν δυναμισμό και να αξιοποιήσουν μια επερχόμενη ανάπτυξη και επιχειρήσεις που είναι ευάλωτες, ώστε να καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στο σύγχρονο επιχειρησιακό περιβάλλον. Το κλίμα της ανασφάλειας των τελευταίων ετών έχει υποχωρήσει και είναι ώρα για την χώρα να επανεκκινήσει.