της
Αλεξάνδρας Παπαϊσιδώρου
Η Κάρμεν στην σκηνή του Ηρωδείου. Ο Ιούλιος στην έξαρση του. Τα μάρμαρα καυτά. Το πρώτο κοινό και πριν ακόμα σκοτεινιάσει παρατηρεί το σκηνικό για να προσκοπεί, να σπεκουλάρει, για ό,τι θα ακολουθήσει. Ο μαέστρος κάνει την είσοδο του σε οίστρο μα προτού συνεχίσουμε... ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των πυροπληγέντων και το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού πλημμυρίζει σεβασμό.
Οι τέσσερις πράξεις του Μπιζέ έχουν άπλετο χρώμα & ήχο της εποχής του αυθεντικού Σεβιλλιανού σκηνικού. Ένας ήχος που αιωρείται ήδη προτού το πρώτο βιολί βγάλει τις νότες της Opéra-Comique που χαρακτηρίζει την Κάρμεν της Παριζιάνικης νουβέλας του Μεριμέ- εξελίσσοντας την στην δημοφιλέστερη και πιο πολυπαιγμένη όπερα ανά τον κόσμο.
Ένα έντονο αίσθημα ηλεκτρισμού νιώθεις να περιτυλίγει τα διαζώματα του Ηρωδείου καθώς τα πρώτα λιμπρέτο ξετυλίγονται. Όμως, η ανάγκη για ανώτερο συναίσθημα στέκεται απαιτητικότερη. Ο υπεράριθμος θίασος των χαρακτήρων στην Κάρμεν - οι στρατιώτες, οι λαθρέμποροι, οι τσιγγάνες και οι δευτεραγωνιστές - προσπαθούν να αγγίξουν τις εσωτερικές μας χορδές σε διαρκή αναμέτρηση με το ρεπερτόριο. Και ναι, το ομολογώ, η ενορχήστρωση ήταν αυτή που σήμανε την 'ταυρομαχία' του εσωτερικού μας σκιρτήματος & ψυχικής ανάτασης με μεγαλύτερη επιτυχία από αυτήν των ερμηνειών.
Φαγκότο, βιολοντσέλο, κόρνο, άρπα και απότομα κρεσέντο δηλώνουν και καθηλώνουν το κοινό με το πάθος της Κάρμεν, τον ανήθικο πόθο, το ανήμερο πάθος, την θηλυκή σαγήνη, τον έρωτα και ερωτικό κάλεσμα της. Οι πράξεις διαδέχονται η μια την άλλη, ο Μπιζέ τώρα βάζει την σφραγίδα μιας εκθαμβωτικής παρτιτούρας από πνευστά και κρουστά, αυτή του θριαμβευτικού 'Τραγουδιού του Ταυρομάχου' (Τορεαντόρ) που ζωντανεύει κάθε ηχώ του αρχαίου ωδείου στην πλαγιά της Ακρόπολης και κοκκινίζει τις ψυχές και τις σκέψεις.
Επιδιώκοντας να φέρει επί σκηνής το ταπεραμέντο του ερωτικού σύμπαντος της Κάρμεν μέσα από μια πιο εκμοντερνισμένη - ίσως και σαρκαστική - διάθεση, ο σκηνοθέτης, Στήβεν Λάνγκριτζ, εισάγει στοιχεία βιομηχανοποιημένου τόνου με digital κομμάτια σαν η έμπνευση να προέρχεται από μουσικά video-clips που παγώνουν και μπερδεύουν το μάτι του θεατή ενόψει των κλασικών λυρικών και σε συνδυασμό με μια μακροσκελής δράση άνω των 30 ατόμων θιάσου στεγανοποιούν την φαντασία και την ατμόσφιαρα της εποχής χωρίς να καταφέρνουν να «ταξιδεύουν» το θεατή καθαρά και ατόφια στο καπνεργοστάσιο, στη φυλακή, στο πανδοχείο-καπηλειό, στην αρένα της ταυρομαχίας.
Η σκηνική δυσαρμονία βαραίνει ακόμη περισσότερο με την έλλειψη επινοητικότητας αφού το μόνο που αλλάζει είναι το σχήμα/στήσιμο ενός καγκελόμορφου περιγράμματος της υποτιθέμενης 'σκηνής' επί σκηνής. Η στιγμή του φόνου της Κάρμεν από το χέρι του Δον Χοσέ ξερή έως και αδιάφορη. Μονοτονία φωτισμού και κοστουμιών υπονόμευαν κάπως το θεατρικό τελετουργικό και προσγείωσαν τον θεατή να εστιάσει μόνο στον καμβά του Μπιζέ. Είναι οι στιγμές που το ενδιαφέρον γλιστρά ανεπαίσθητα μόνο προς τη μουσική και όχι στο δρώμενο.
Δεν θα κρύψω πως η ερμηνεία της υψίφωνου και πρωταγωνίστριας, Ανίτα Ρατσβελισβίλι - σταρ της Σκάλας του Μιλάνου, της Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης και της Oπερας του Παρισιού - ήταν εξαιρετική. Δεν θα κρύψω πως στο μυαλό μου τρύπωνε η Μαρία Κάλλας. Η σύγκριση αναπόφευκτη.... "L'amour est un oiseau rebelle" και η δίκη της φωνή προκαλεί ρίγη και συγκίνηση με τον συνειρμό και μόνον. Η δεσποτική Prima Donna έλειπε!
Ο λυρικός επίλογος της Κάρμεν γράφεται με τον θάνατο της ίδιας από το χέρι του πρώην εραστή της. Συμβολίζει το τέλος των 'ακηλίδωτων σοπράνο' και του ακηλίδωτου έρωτα για ελεύθερο πάθος, τόλμη, φλόγα και ανυπότακτο πνεύμα φέροντας επανάσταση στις έως τότε οπερατικές ηρωίδες καθωσπρεπισμού. Μήπως όμως έτσι δεν είναι ο Έρωτας και η Τέχνη; ή ο Έρωτας της Τέχνης;
Si tu ne m'aimes pas, je t'aime
Si je t'aime, prends garde à toi !
Si tu ne m’aimes pas
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime !
Mais, si je t’aime
Si je t’aime, prends garde à toi !
Κι αν δεν μ' αγαπάς, εγώ σ' αγαπώ
κι αν σ' αγαπώ, φυλάξου!
Κι αν δεν μ' αγαπάς,
κι αν δεν μ' αγαπάς, εγώ σ' αγαπώ
μ' αν σ' αγαπώ, αν σ' αγαπώ, φυλάξου!