του Χάρολντ Τζαίημς*
Σύμφωνοι. Το να το παίζει ο Αμερικανός πρόεδρος «καουμπόης» σε μπαρ του Τέξας είναι ίσως κάτι που του πάει αλλά και που αρέσει προφανώς στους ψηφοφόρους του.
Πέρα από το θέαμα όμως, προς τέρψιν ενός φιλοθεάμονος κοινού, υπάρχει και η γεωπολιτική πραγματικότητα, με όλες τις οικονομικές διαστάσεις της.
Και εδώ το πράγμα κάπου χαλάει, για να μην πω ότι γίνεται και επικίνδυνο. Ιδιαίτερα δε όταν κάποιοι έχουν άγνοια κινδύνου.
Η παραδοσιακή λογική στις διεθνείς υποθέσεις, μας λέει ότι όταν οι χώρες ανησυχούν για την ασφάλειά τους συχνά επιμένουν ότι πρέπει να μειώσουν την εξάρτησή τους από τα ξένα προϊόντα, να μειώσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού και να παράγουν περισσότερα εγχώρια προϊόντα.
Όμως ο προστατευτισμός βελτιώνει όντως την ασφάλεια; Τώρα που βρισκόμαστε στα πρόθυρα ενός εμπορικού πολέμου πρέπει να εξετάσουμε
τα επιχειρήματα υπέρ του προστατευτισμού και να μελετήσουμε τον μεγαλύτερο εμπορικό πόλεμο του εικοστού αιώνα. Ιδιαίτερα το κόστος του.
Υπάρχει μια υποκρισία στις συζητήσεις για το εμπόριο. Οι δασμοί στις εισαγωγές και άλλα παρόμοια μέτρα, συχνά παρουσιάζονται ως χρήσιμα εργαλεία εξωτερικής πολιτικής.
Όμως είναι προφανές ότι τέτοια μέτρα ωφελούν μόνο συγκεκριμένους ψηφοφόρους και ακολουθούνται από μια άδικη φορολογία.
Ο πρόεδρος Τραμπ θα έλεγε ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ο ισχυρισμός του προέδρου ότι οι εμπορικοί πόλεμοι είναι καλοί και κερδίζονται εύκολα δεν είναι κάτι καινούργιο.
Ως Μέγας Θησαυροφύλακας της Βρετανίας, ο Νέβιλ Τσάμπερλεν ανέτρεψε τη θέση της χώρας του ως υπερασπίστριας του ελεύθερου εμπορίου το 1932.
Ανησυχώντας για το εμπορικό έλλειμμα θέσπισε ένα νέο σύστημα προστασίας. Ταυτόχρονα όμως άνοιξε τον δρόμο για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η εμπορική πολιτική του αποδυνάμωσε την Αγγλία και ενδυνάμωσε τη Γερμανία.
Έπειτα από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο πολλοί φοβούνταν την αναζωπύρωση του γερμανικού εθνικισμού. Για να τιθασεύσει τη Γερμανία η Δύση είχε δυο επιλογές: ένα σύστημα συμμαχιών ή ένα μαζικό σύμφωνο ασφάλειας.
Η Γαλλία διάλεξε την πρώτη επιλογή και συμμάχησε με την Πολωνία, την Τσεχοσλοβακία, τη Ρουμανία και τη Γιουγκοσλαβία για να περιορίσει τον επεκτατισμό της Ουγγαρίας και της Γερμανίας.
Η Αγγλία διάλεξε τη δεύτερη επιλογή και στράφηκε στην Κοινωνία των Εθνών για να υπερασπιστεί την εθνική της ακεραιότητα.
Οι δυο τακτικές οδήγησαν στη Μεγάλη Ύφεση, η οποία οφείλεται κυρίως στις προστατευτικές πολιτικές της Αγγλίας και της Γαλλίας.
Το δίδαγμα της Μεγάλης Ύφεσης είναι το εξής: οι εμπορικοί πόλεμοι που αποσκοπούν στην ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα.
Το βλέπουμε και σήμερα: ο προστατευτισμός του προέδρου Τραμπ αποτελεί απάντηση στη μεγάλη ανάπτυξη της Κίνας.
Όμως ο δασμολογικός πόλεμος του προέδρου επηρεάζει την Ευρώπη και τον Καναδά και κάνει την Κίνα να φαίνεται καλύτερος εταίρος από τις ΗΠΑ.
Παράλληλα ανοίγει διάπλατες τις πόρτες της παγκόσμιας επικοινωνίας, σε μια Κίνα που «φλέγεται» να προβάλλει διεθνώς τον «σοσιαλισμό της αγοράς» της.
Γνωρίζει άραγε ο κ. Τραμπ ότι ένα νόμισμα έχει δύο όψεις;
*Καθηγητής Ιστορίας και Διεθνών Υποθέσεων στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον