του Hans Izaak Kriek*
Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ περιέγραψε το πολυαναμενόμενο ειρηνευτικό σχέδιο της Μέσης Ανατολής ως «ρεαλιστική λύση μεταξύ των δύο κρατών», το οποίο χαιρετίστηκε μεν ως νίκη από το Ισραήλ αλλά απορρίφθηκε κατηγορηματικά από τους Παλαιστινίους.
Ποια είναι όμως η τρέχουσα κατάσταση: Καθώς το σχέδιο κυκλοφόρησε δημοσίως, ο Αμερικανός Πρέσβης στο Ισραήλ David Friedman δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι οι περιοχές της Δυτικής Όχθης, που αποτέλεσαν όραμα της ισραηλινής επικράτειας, μπορούν να προσαρτηθούν αμέσως. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Netanyahu έχει ήδη καλέσει το υπουργικό του συμβούλιο να εγκρίνει τα σχέδια προσάρτησης αυτή την εβδομάδα.
Οι παλαιστίνιοι ηγέτες μποϊκόταραν αυτή την πολυετή διαδικασία και απέρριψαν με επιφύλαξη το ειρηνευτικό σχέδιο του Τραμπ. Ο Mahmoud Abbas, πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, ανέφερε σε δήλωση του: "Η Ιερουσαλήμ δεν είναι προς πώληση, όλα τα δικαιώματά μας δεν πωλούνται και η συμφωνία του Τραμπ δεν θα περάσει".
Ο Τραμπ δήλωσε στην ομιλία του στο Λευκό Οίκο ότι το σχέδιό του θα δημιουργούσε ένα παλαιστινιακό κράτος με πρωτεύουσα σε περιοχές της ανατολικής Ιερουσαλήμ. Καλεί επίσης σε τεσσάρων ετών πάγωμα των ισραηλινών συμφωνιών, αναγνωρίζοντας στο ίδιο διάστημα υπάρχουσες συμφωνίες στην Δυτική Όχθη.
"Έκανα πολλά για το Ισραήλ", δήλωσε ο Τραμπ, "Είναι εύλογο ότι πρέπει να κάνω πολλά και για τους Παλαιστινίους, διαφορετικά θα ήταν άδικο" ενώ παράλληλα ανέφερε ότι κανένας και από καμιά πλευρά των συνόρων δεν θα «εκδιώχνονταν από το σπίτι του». Ο πρόεδρος πρόσθεσε ότι αυτό θα μπορούσε να είναι «η τελευταία ευκαιρία» για ένα παλαιστινιακό κράτος. Οι εξηγήσεις του ήταν ότι είχε συγκεντρώσει μια ισχυρή ομάδα «που αγαπά τόσο τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και το Ισραήλ».
Η προϋπόθεση του Τραμπ για ένα Παλαιστινιακό κράτος περιλαμβάνει ότι η Χαμάς θα αφοπλισθεί και ότι το νέο κράτος θα αναγνωρίσει το Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος, ενώ θα αξιώσει το Ισραήλ για πλήρη έλεγχο ασφάλειας στην Δυτική Όχθη και την Ιερουσαλήμ. Το σχέδιο απορρίπτει επίσης το «δικαίωμα επιστροφής» για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες.
Το μεγάλο ερώτημα, πέραν από τις λεπτομέρειες του σχεδίου, ήταν η επερχόμενη αραβική αντίδραση. Το Ομάν, το Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα παρακολούθησαν τα σχόλια του Τραμπ, μια ένδειξη ότι δεν απορρίπτουν εξ ολοκλήρου το σχέδιο. Η Αίγυπτος παρότρυνε τους Ισραηλινούς και τους Παλαιστινίους να «μελετήσουν προσεκτικά» την πρόταση. Το υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε ότι το σχέδιο προωθεί μια λύση που θεσπίζει όλα τα «νόμιμα δικαιώματα» του παλαιστινιακού λαού, εγκαθιδρύοντας ένα ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.
Η Αίγυπτος, η οποία μαζί με την Ιορδανία είναι οι μοναδικές αραβικές χώρες που έχουν συνάψει ειρήνη με το Ισραήλ, δήλωσε ότι εκτιμά τις προσπάθειες της αμερικανικής διοίκησης να επιλύσει την επί δεκαετιών σύγκρουση.
Ο βασιλιάς Salman της Σαουδικής Αραβίας διαβεβαίωσε τη δέσμευση του Βασιλείου για το παλαιστινιακό ζήτημα και τα παλαιστινιακά δικαιώματα, ενώ ανακοίνωσε νέα αντιπροσωπεία της Σαουδικής Αραβίας. Το Κατάρ δήλωσε ότι χαιρέτισε τις προσπάθειες για τη διατήρηση της ειρήνης, αλλά προειδοποίησε ότι αυτό ήταν ανέφικτο χωρίς παραχωρήσεις στους Παλαιστινίους.
Ο Netanyahu έδωσε έμφαση στα κέρδη του Ισραήλ στα πλαίσιο του σχεδίου Τραμπ, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών που είχαν χαρακτηριστεί ως «παράνομα κατεχόμενες». Σχετικά με παλαιότερα ειρηνευτικά σχέδια, είπε: «Απέτυχαν επειδή δεν διασφάλισαν τη σωστή ισορροπία μεταξύ της ζωτικής ασφάλειας του Ισραήλ, και των εθνικών συμφερόντων και φιλοδοξιών των Παλαιστινίων για αυτοδιάθεση».
Εντωμεταξύ ο Netanyahu ο οποίος αγωνίζεται για την πολιτική του επιβίωση, φάνηκε να απολαμβάνει την ευκαιρία να σταθεί δίπλα στον Τραμπ στη συνέντευξη Τύπου και να τον ακολουθήσει στο βήμα. Νωρίτερα άλλωστε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός είχε παραιτηθεί της ασυλίας του εξαιτίας της ποινικής του δίωξης με τρία κατηγορητήρια διαφθοράς.
Το ειρηνευτικό σχέδιο και οι κατηγορίες κατά του Netanyahu πρόκειται να βρίσκονται στο επίκεντρο των εκλογών στις 2 Μαρτίου, οι τρίτες για το Ισραήλ εντός ενός έτους. Ο πολιτικός του αντίπαλος, Gantz, συναντήθηκε επίσης με το Τραμπ την επόμενη μέρα και δήλωσε ότι υποστηρίζει το σχέδιο, αν και πιστεύει ότι δεν πρέπει να ληφθούν μέτρα για την εφαρμογή του αμέσως μετά από τις εκλογές.
Οι ηγέτες από όλο τον κόσμο αντιδρούν στο πολυαναμενόμενο σχέδιο του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για τη Μέση Ανατολή, με ορισμένους να καταγγέλλουν ότι είναι «επιθετικό» και «μονομερές» και άλλους να υποστηρίζουν ότι η πρωτοβουλία που έχει προταθεί «θα μπορούσε να αποδειχθεί θετικό βήμα».
Η Γαλλία επέμεινε σε μια "διμερή λύση" και δήλωσε ότι θα "μελετήσει προσεκτικά" το σχέδιο του Τραμπ.
"Η Γαλλία χαιρετίζει τις προσπάθειες του Προέδρου Τραμπ και θα μελετήσει προσεκτικά το σχέδιο ειρήνης που παρουσίασε", ανέφερε το υπουργείο Εξωτερικών σε δήλωση.
Πρόσθεσε ότι "μια διμερής λύση, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τις διεθνώς συμφωνημένες παραμέτρους, είναι απαραίτητη για τη θέσπιση μιας δίκαιης και σταθερής ειρήνης στη Μέση Ανατολή".
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος του βρετανού πρωθυπουργού Johnson δήλωσε ότι το σχέδιο θα μπορούσε να είναι ένα θετικό βήμα.
"Οι ηγέτες (Johnson και Τραμπ) συζήτησαν την πρόταση των Ηνωμένων Πολιτειών για ειρήνη μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων, η οποία θα μπορούσε να αποδειχθεί ένα θετικό βήμα προς τα εμπρός", ανέφερε.
Ο Dominic Raab, υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, κάλεσε Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους ηγέτες να εξετάσουν δίκαια την πρωτοβουλία.
"Αποτελεί σαφέστατα μια σοβαρή πρόταση, που απαιτεί πολλή χρόνο και προσπάθεια", δήλωσε ο Raab. "Τους (ηγέτες) ενθαρρύνουμε να λάβουν υπόψιν τους αυτά τα σχέδια ως σοβαρά και δίκαια, και να διερευνήσουν κατά πόσο θα μπορούσαν να αποδειχθούν ένα πρώτο βήμα προς νέες διαπραγματεύσεις", δήλωσε.
Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Antonio Guterres, σύμφωνα με τον εκπρόσωπό του, Stephane Dujarric, δήλωσε ότι ο ΟΗΕ υποστηρίζει δύο κράτη που ζουν σε συνθήκες ειρήνης και ασφάλειας εντός αναγνωρισμένων συνόρων, βάσει -των συνόρων- πριν από το 1967.
«Τα Ηνωμένα Έθνη παραμένουν αποφασισμένα να υποστηρίξουν τους Παλαιστίνιους και τους Ισραηλινούς ώστε να επιλύσουν τη σύγκρουση βάσει των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών, του διεθνούς δικαίου και βάσει διμερών συμφωνιών, και να πραγματώσουν το όραμα δύο κρατών, του Ισραήλ και της Παλαιστίνης, με συνθήκες ειρήνης και ασφάλειας εντός αναγνωρισμένων συνόρων, με βάση τις συνοριακές γραμμές που είχαν καθοριστεί πριν το 1967.»
*Διεθνής πολιτικός σχολιαστής στο «European Business Review» και αρχισυντάκτης της «Kriek Media»