της Σώτης Τριανταφύλλου
Η σχολική και πανεπιστημιακή αίθουσα καθρεφτίζει τις κοινωνίες μας: το πολίτευμα, τις δυνατότητες, τα νοσηρά τους σημεία. Το αμφιθέατρο των ελληνικών ΑΕΙ (ένα παράδειγμα που δεν μπορώ να ξεχάσω παρότι θέλω να το ξεχάσω) καθρεφτίζει την αταξία, την περιφρόνηση των κανόνων, την προχειρότητα, τον αναχρονισμό που μας χαρακτηρίζουν? εκείνο το είδος αμέλειας που μας οδηγεί σε όλο και χειρότερα ακαδημαϊκά αποτελέσματα – χώρια τις επιπτώσεις στο πεδίο της πολιτικής και της κοινωνικής συμπεριφοράς.
Σε παγκόσμια κλίμακα, η εξέλιξη του οικονομικού ανταγωνισμού ορίζεται από την εξέλιξη του εκπαιδευτικού συστήματος – κι αν η Κίνα διεκδικεί σήμερα τη θέση της υπερδύναμης παραμερίζοντας τις ΗΠΑ, δεν οφείλεται μόνο στο μέγεθός της (που υπήρχε πάντοτε)? οφείλεται κυρίως στις αλλαγές που έκαναν οι Κινέζοι σε όλες τις βαθμίδες της παιδείας. Η ανάπτυξη χωρίς παιδεία συμβαίνει, κατ’ εξαίρεση, σε χώρες με συγκεκριμένες πλουτοπαραγωγικές πηγές (πετρέλαιο, ορυκτά μέταλλα) και επιβραδύνεται ή σταματά μόλις οι εν λόγω πόροι εξαντληθούν ή ξεπεραστούν από άλλους, πολυτιμότερους.
Μιλάμε συχνά για την παρακμή της Δύσης: δεν συμφωνώ με την παρελθοντολογική ρητορική που βασίζεται σε συναισθήματα, όχι σε γεγονότα? υπάρχουν όμως επιμέρους φαινόμενα που μπορούν να την επαληθεύσουν. Παρακμάζει η παιδεία στις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες ενώ ακμάζει στην Ασία; Και ναι και όχι. Σε μερικές δυτικές χώρες βρίσκεται σε στασιμότητα, σε άλλες εξελίσσεται με τρόπο που οξύνει τις κοινωνικές ανισότητες: η γενική τάση είναι η βελτίωση της ήδη καλής παιδείας και η επιδείνωση της μέτριας και κακής παιδείας. Στις ΗΠΑ, που αναμετρώνται με την Κίνα, αυτό το φαινόμενο είναι εξαιρετικά έντονο αλλά, στην πραγματικότητα, διαφέρει από την κατάσταση των υπόλοιπων δυτικών χωρών μόνο στο εύρος.
Τα τελευταία χρόνια η Κίνα έδωσε μεγαλύτερο βάρος στην παιδεία ξεπερνώντας τον μαοϊσμό που καθιστούσε τα σχολεία πυρήνες του ΚΚΚ: άνοιξε τα σύνορά της, κυριολεκτικά και μεταφορικά, και εισήγαγε στην εκπαίδευση την τεχνολογία? παρότι εν πολλοίς η νοοτροπία περί συλλογικότητας (και όχι «ατομικότητας») παραμένει ακλόνητη, το κινεζικό εκπαιδευτικό σύστημα ενθάρρυνε την ανταγωνιστικότητα και την αριστεία: οι μεγάλες προσδοκίες είναι γενικό γνώρισμα της κινεζικής κοινωνίας, αλλά έχει πάψει ήδη από το 1968 να είναι γνώρισμα του δικού μας ευρω-ατλαντικού κόσμου. Η δυτική παιδαγωγική είδε στην εκπαιδευτική διαδικασία –εξετάσεις, διαγωνισμούς, αξιολογήσεις, δοκιμασίες– μια περιττή πίεση και πηγή άγχους για όλους τους ενδιαφερομένους. Έτσι, άλλαξε ριζικά τη σχέση μεταξύ διδασκόντων και διδασκομένων καταργώντας το κύρος του καθηγητή και ενθαρρύνοντας την έκφραση γνώμης πέραν και ασχέτως του γνωστικού επιπέδου του καθενός. Όσο για την απόδοση των μαθητών, στην Κίνα έχει συνέπειες στην αξιολόγηση των καθηγητών, ενώ στις δυτικές χώρες δεν έχει, ή έχει ελάχιστες.
Ανέκαθεν, στις ΗΠΑ, το εκπαιδευτικό σύστημα προωθούσε το «κοινωνικό ον»: για παράδειγμα, στις αιτήσεις για εισαγωγή σε ΑΕΙ παίζουν ρόλο οι εξωσχολικές δραστηριότητες, η επίδοση στα σπορ κι αν το καλοκαίρι δουλεύεις σε καντίνα με χοτ-ντογκ. Ιδιαίτερα τονίζεται ο πρωταθλητισμός με στόχο την αμερικανική επάρκεια στον διεθνή ανταγωνισμό που επεκτείνεται πέραν της συστηματικής γνώσης και της επιστημονικής ειδίκευσης. Τα αμερικανικά σχολεία και κολέγια ήταν και παραμένουν οι χώροι όπου διαμορφώνονται, εκτός από τους μελλοντικούς επιχειρηματίες, οι πρωταθλητές: αυτή η αντίληψη εξισώνει την αριστεία στη μόρφωση με την αριστεία στα αθλήματα – μέσω του αθλητισμού μπορείς να ενταχθείς κοινωνικά, να ξεχωρίσεις και να συσσωρεύσεις επαίνους. Πράγμα που με φέρνει στην επόμενη διαφορά μεταξύ ασιατικής και δυτικής παιδαγωγικής: σπανίως οι Κινέζοι γονείς και εκπαιδευτικοί εκφράζουν υπερηφάνεια για τις ακαδημαϊκές ή άλλες επιτυχίες των παιδιών (Ι am sooo proud of you!), ενώ στις ΗΠΑ ακόμα και το παραμικρό κατορθωματάκι επιβραβεύεται: επίχρυσα αστέρια, τρόπαια και κύπελλα. So proud! Αν και αυτή η τακτική θεωρείται εμψυχωτική, δεν καταλήγει στα επιθυμητά αποτελέσματα? προπάντων στα σχολεία γοήτρου καθιστά τα κακομαθημένα παιδιά πιο κακομαθημένα.
Δεν εννοώ φυσικά ότι οι απαιτήσεις που εγείρει το κινεζικό σύστημα –περισσότερες σχολικές ώρες, πειθαρχία, πολλή δουλειά για το σπίτι ακόμα και στη διάρκεια των διακοπών– συμβάλλουν σε μια υπέροχη παιδική και εφηβική ηλικία. Απλώς επισημαίνω το αυτονόητο: η καλύτερη ποιότητα παιδείας ενισχύει την οικονομική ανάπτυξη, ακόμα κι όταν δεν λείπουν σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα: για παράδειγμα, οι σχολικές τάξεις στην Κίνα περιλαμβάνουν 40 ή και 50 παιδιά – κι αν ο δάσκαλος καταφέρνει να τα διαχειρίζεται είναι επειδή τον βοηθάει η τεχνολογία και η συμπεριφορά των μαθητών που δείχνουν σεβασμό στην αυθεντία και στην εξουσία. Σε δυτική χώρα, πάνω από 20 παιδιά στην τάξη σημαίνει διαδήλωση και πανδαιμόνιο. Σε πολλές περιοχές στις ανεπτυγμένες χώρες, τα διαρθρωτικά προβλήματα είναι λιγότερα, αλλά οι μέθοδοι διδασκαλίας έχουν καταλήξει στην κατάργηση της μάθησης per se: οι δάσκαλοι απλώς «απασχολούν» τα παιδιά για μερικές ώρες προκειμένου να μην περιφέρονται στους δρόμους? υπάρχει πλήθος σχολείων, ακόμα και πανεπιστημίων, απ’ όπου μπορείς να αποφοιτήσεις χωρίς να αποκτήσεις χρήσιμη γνώση και δεξιότητες. Αναφέρομαι σε «περιοχές» διότι στις περισσότερες δυτικές χώρες τα παιδιά υποχρεούνται να φοιτήσουν στο δημόσιο σχολείο της γειτονιάς τους: έτσι κλείνονται σ’ έναν μικρόκοσμο ο οποίος, σε πλείστες περιπτώσεις, συνδυάζει φτώχεια, φυλετική ομοιομορφία και δυσλειτουργικά σχολεία.
Η ύπαρξη ιδιωτικών σχολείων στις ανεπτυγμένες χώρες είναι αναπόφευκτη όχι μόνο επειδή είναι κατοχυρωμένο το σχετικό δικαίωμα, αλλά και επειδή η δημόσια εκπαίδευση δεν φαίνεται ικανή να δημιουργήσει τις απαραίτητες ελίτ. Ωστόσο, η δημόσια εκπαίδευση είναι εκείνη που διαμορφώνει το γενικό επίπεδο του πολιτισμού και του κάθε πολίτη: στη Δύση επετεύχθη ο εναλφαβητισμός, των αυτοχθόνων τουλάχιστον, αλλά σε κάθε χώρα προέκυψαν ειδικά προβλήματα: απουσία σύνδεσης των σπουδών με το πεδίο της εργασίας (με συνέπεια μεγάλα ποσοστά ανεργίας), απομονωτικό-επαρχιωτικό περιεχόμενο σπουδών («πατριωτική» εκπαίδευση), αντιεπιστημονικό πνεύμα, ιδεολογικοποίηση και, προπάντων, τεράστιες ανισότητες στις εκπαιδευτικές ευκαιρίες. Η αμερικανική περίπτωση έχει πολλές ιδιαιτερότητες και άλλες τόσες αντιφάσεις: ένας από τους παράγοντες της κατάρρευσης της ποιότητας, ακόμα και των πανεπιστημίων γοήτρου, είναι η ιδεολογικοποίησή τους που συνέβαλε στην πλήρη αποσύνδεσή τους από την ευρύτερη κοινωνία: πολλά αμερικανικά ΑΕΙ μοιάζουν με νησίδες που επιπλέουν ασκόπως ή με λέσχες συζητήσεων επί θεμάτων που είναι εντελώς αδιάφορα για τον σύγχρονο κόσμο, για τη δημιουργικότητα, την παραγωγή και την οικονομία.
Η Κίνα προχωρεί με τον τρόπο της κι εμείς με τον δικό μας. Αλλά πρέπει να καταλάβουμε ότι χωρίς μεταρρυθμίσεις και αναβάθμιση της παιδείας θα μείνουμε πίσω: η άνοδος της Κίνας δεν θα μας ωφελήσει? όχι επειδή η Δύση πρέπει σώνει και καλά να βρίσκεται στην πρωτοπορία, αλλά κυρίως επειδή, προς το παρόν, το κινεζικό σύστημα δεν ευνοεί τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το πρότυπό της στην παιδεία, αν και στα μάτια μας φαίνεται υπερβολικά αυταρχικό και ρομποτικό, είναι μια εναλλακτική απάντηση στη δική μας αλαζονεία που έχει καταλήξει στη δημιουργία τεμπέληδων και καλοπερασάκηδων. Το πρόβλημα είναι ότι οκνηρή κοινωνία δεν υπάρχει: κάποιοι εργάζονται, κάποιοι προσπαθούν σκληρότερα από άλλους για να έχουμε τα αποτελέσματα που έχουμε. Ο μέσος όρος ανεβαίνει από τον κόπο των ολίγων. Η θεμελιώδης διαφορά μας από τους Κινέζους είναι ότι δεν ενδιαφερόμαστε μόνο για τα αποτελέσματα? ενδιαφερόμαστε εξίσου για τη διαδικασία με την οποία τα αποκτάμε. Σ’ αυτό έχουμε απόλυτο δίκιο. Έχουμε όμως άδικο να επικρίνουμε τη σκληρή δουλειά και την κουλτούρα «της ντροπής» των ασιατικών κοινωνιών: το να μη θέλεις να είσαι ο σκράπας του σχολείου? το να θεωρείς εξευτελισμό όχι μόνο να σε τσακώσουν με σκονάκι, αλλά και το να μη σε τσακώσουν.
*πρώτη δημοσίευση: www.athensvoice.gr