του N. Peter Kramer
Το Γενικό Δικαστήριο της Ε.Ε. ακύρωσε την ιστορική απόφαση του 2016 της επιτρόπου Ανταγωνισμού της Ε.Ε., Margrethe Vestager, κατά την οποία η Apple έπρεπε να καταβάλει 13 δισ. ευρώ, συν τους τόκους, ως αναδρομικούς φόρους στην Ιρλανδία. Η απόφαση για την Apple ήταν το αποκορύφωμα μιας ευρωπαϊκής εκστρατείας για καταστολή της φοροαποφυγής και αποτροπής των χωρών από το να προσφέρουν χαριστικές συμφωνίες (“sweetheart deals”) σε πολυεθνικές. Η ήττα της Vestager στην υπόθεση Ιρλανδίας και Apple ήρθε σε μια κρίσιμη πολιτικά στιγμή. Η αποτυχία της να κερδίσει μια υπόθεση που θεωρούνταν μεγάλη ευρωπαϊκή στρατηγική προτεραιότητα, δεν την έφερε μόνο σε δύσκολη θέση εξαιτίας της αυστηρής κριτικής από το Παρίσι και το Βερολίνο για τις ευρωπαϊκές πρακτικές ανταγωνισμού. Ενθάρρυνε, επίσης, και άλλες μεγάλες τεχνολογικές αμερικανικές εταιρείες να μάχονται τις φιλοδοξίες της Vestager.
Ο τεχνολογικός γίγαντας Facebook άσκησε αγωγή κατά των ρυθμιστικών αρχών της Ε.Ε. μετά την διαμάχη εξαιτίας της πρόσβασης σε έγγραφα της εταιρείας. Οι ευρωπαϊκές αρχές επιβολής των κανόνων ανταγωνισμού διερευνούν την υπόθεση Facebook για πρακτικές που αφορούν τη χρήση δεδομένων σε εφαρμογές από το προηγούμενο έτος, και επανεξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο η εταιρεία διαχειρίζεται τη διαδικτυακή της αγορά. Στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων ερευνών της Ε.Ε., αποκαλύφθηκε ότι το Facebook ανακάλεσε το δικαίωμα της Επιτροπής να έχει πρόσβαση σε χιλιάδες «μη σχετικά» έγγραφα που εμπεριέχουν «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα». Το αίτημα της Επιτροπής περιλαμβάνει άρθρα όπως ιατρικά αρχεία υπαλλήλων, πληροφορίες σχετικά με παιδιά και δεδομένα ιδιωτικών επενδύσεων και ασφάλισης. Πολλά από τα οποία αφορούν εντελώς άσχετες προσωπικές πληροφορίες.
Το Facebook άσκησε προσφυγή στο Γενικό Δικαστήριο της Ε.Ε. κατά της Επιτροπής, υποβάλλοντας την καταγγελία στις 15 Ιουλίου, ισχυριζόμενη ότι τα αιτήματα υπερβαίνουν το πεδίο της αντιμονοπωλιακής έρευνας και δεν σχετίζονται με τις τρέχουσες διερευνητικές εργασίες.
Μήπως η Vestager έβαλε πάλι το χέρι της;