Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Τον γνωρίζω και έχω παρακολουθήσει την πολιτική του διαδρομή πάνω από 35 χρόνια. Ο Θόδωρος Σκυλακάκης είναι ένας από τους λίγους Έλληνες φιλελεύθερους πολιτικούς, που πιστεύει γιατί έχουν δοκιμαστεί, στις φιλελεύθερες ιδέες της προόδου και της ευημερίας. Γνωρίζει δε, ότι τις ιδέες αυτές δεν τις ερωτεύεται κανείς, για έναν απλό λόγο: «Ο φιλελευθερισμός δεν υπόσχεται “χαρούμενα αύριο”, εύκολα κέρδη και άκοπη αυτοολοκλήρωση». Με πιο απλά λόγια, αυτό το «μισητό» από πολλούς σύστημα ιδεών, στηρίζεται στην αρχή «συν Αθηνά και χείρα κίνει». «Αν δεν βοηθήσεις τον εαυτό σου μην περιμένεις να σε βοηθήσει ο Θεός», έλεγε Αδάμ Σμίθ. Προφανώς δε είχε δίκιο.
Υπό αυτή την έννοια, η φιλελεύθερη αντίληψη δίνει μεγάλο βάρος στην προσωπική ευθύνη και ως εκ τούτου θεωρεί εργαλείο προόδου την δημιουργία. Είτε προσωπική, είτε συλλογική.
Στην πολυετή φιλελεύθερη πορεία του έτσι, ο Θόδωρος Σκυλακάκης, υπό διάφορες ιδιότητες (ευρωβουλευτής, αντιδήμαρχος Δήμου Αθηναίων, γεν. γραμματέας ΥΠ.ΕΞ. κ.α.), τις αρχές αυτές πάντα τις υπηρέτησε με ήθος, συνέπεια και αποτελεσματικότητα. Αυτή η τελευταία εξάλλου είναι και χαρακτηριστικό του προτέρημα, γεγονός που σήμερα αποτελεί υποθήκη για το αύριο.
Πριν δύο ή τρία χρόνια, ο Θοδ. Σκυλακάκης, σε μια έκδοση του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕ.ΦΙ.Μ.), έγραφε μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
«…Ο μισθός των νέων εργαζομένων όπως και οποιαδήποτε άλλη οικονομική μεταβλητή καθορίζεται από την προσφορά και την ζήτηση. Για να υπάρχει ζήτηση για νέους εργαζομένους θα πρέπει οι εταιρίες να κάνουν νέες επενδύσεις, να κερδίζουν εξαγωγικές αγορές και οι πολίτες να έχουν διαθέσιμο εισόδημα για να καταναλώνουν, δημιουργώντας ζήτηση στην εσωτερική αγορά. Θα πρέπει επίσης οι παράγοντες της οικονομίας να έχουν θετικές προσδοκίες για το μέλλον, πρόκειται για τα λεγόμενα animal spirits του Keyns ή αυτό που στην Ελλάδα αποκαλούμε “ψυχολογία της αγοράς”.
Όταν δεν υπάρχουν αυτά ο μόνος τρόπος για να βρουν δουλειά οι νέοι άνεργοι είναι να δεχθούν να δουλέψουν με πολύ χαμηλότερο μισθό. Το πραγματικό αίτιο των χαμηλών μισθών δεν είναι λοιπόν η ελαστικότητα στην αγορά εργασίας, αλλά το γεγονός ότι δεν υπάρχει αρκετή ζήτηση στην ελληνική οικονομία (με εσωτερική και εξωτερική προέλευση), για τις υπηρεσίες αυτών των ικανών νέων εργαζομένων….».
Στην ίδια έκδοση, υπό τον τίτλο «Το έθνους θα νικήσει το κράτος ή το κράτος θα καταστρέψει το έθνος», ο σημερινός αναπληρωτής υπουργός έγραφε:
«…Ο πρωταίτιος της ισόβιας καταδίκης μας στη μιζέρια δεν είναι όμως ούτε οι δανειστές, ούτε οι πολιτικοί, ούτε ο ίδιος ο ελληνικός λαός στο σύνολο του. Ο πρωταίτιος είναι το ελληνικό κράτος. Σε αντίθεση με τις άλλες χώρες το πρόβλημά μας δεν ήταν οι τράπεζες (όπως στην Κύπρο και την Ιρλανδία), δεν ήταν η διεθνής κρίση του 2008, δεν ήταν κάποιος πόλεμος, εισβολή ή φυσική καταστροφή. Ο πρωταίτιος της καταστροφής μας ήταν το κράτος που χρεοκόπησε και στη συνέχεια -με τη συνενοχή πολιτικών και δανειστών, όχι μόνο μετέφερε τη χρεοκοπία του στην ιδιωτική οικονομία και κοινωνία, αλλά στη διάρκεια της καταστροφής φρόντισε να διατηρήσει τα κεκτημένα του και μοιάζει τώρα φουσκωμένο ακόμα πιο πολύ. Όχι γιατί ξοδεύει περισσότερα, αλλά γιατί στην εποχή της φτώχειας και της απίσχνασής τα παραγεμισμένα του σεντούκια και οι εύφορες κοιλάδες της τεμπελιάς που υδρεύει, έρχονται σε τόση αντίθεση με την γύρω πραγματικότητα ώστε να μοιάζει σα φουσκωμένη βδέλλα, γεμάτη αίμα, κολλημένη στο σώμα ενός ημίγυμνου λιπόσαρκου καταδικασμένου σε ισόβια καταναγκαστική εργασία.
Σας φαίνονται υπερβολικά όλα αυτά; Κι όμως δουλεύουμε σήμερα 198 ημέρες από τις 365 για να ταΐζουμε το ελληνικό κράτος. Για μας και την οικογένειά μας, για τη δική μας ζωή, για το σπίτι μας, τη διαβίωση μας, το μέλλον μας τις ελπίδες μας. μας μένουν μόλις 169 ημέρες. Οι δουλοπάροικοι του μεσαίωνα, οι μουζίκοι των Τσάρων είχαν περισσότερες μέρες για τον εαυτό τους απ’ ότι ο εργαζόμενος Έλληνας σήμερα.
Τι μας επιστρέφει πίσω σε υπηρεσίες; Υπάρχει έστω κι ένας Έλληνας που να πιστεύει ότι οι υπηρεσίες που λαμβάνουμε παι¬δείας, υγείας, υποδομών, ασφάλειας, δικαιοσύνης, θεσμών, νόμων και γραφειοκρατίας αξίζουν 198 ημέρες δουλειάς; Στην εποχή του δανεισμού -όταν ελάχιστοι φώναζαν ότι το μεγάλο, σπάταλο και διεφθαρμένο κράτος θα μας καταστρέψει (εγώ προσωπικά το έλεγα μονότονα και μοναχικά από το 1984), όλα αυτά τα έκρυβε το δανεικό κι εύκολο χρήμα. Τώρα όμως που τα δανεικά τε¬λείωσαν, τώρα που όλα πληρώνονται τοις μετρητοίς, τώρα όλα φανερώθηκαν….».
Σήμερα, ο Θόδωρος Σκυλακάκης και η περί αυτόν επιτροπή, καλούνται να διαχειριστούν 72 δισ. ευρώ. Και το ποσό αυτό, μέσω της ευρωπαϊκής εγγύησης προς τις αγορές, θα μπορούσε να φθάσει τα 100 δισ. σε μια επταετία. Πρόκειται για μια μοναδική ευκαιρία που έχει η χώρα και η οποία δεν θα επαναληφθεί στον 21ο αιώνα.
Ευχή μας είναι ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας, να ακολουθήσει έστω και τα μισά από αυτά που έγραφε. Στην περίπτωση αυτή τα παιδιά και εγγόνια μας θα απολαύσουν μια άλλη Ελλάδα.