του Δημήτρη Καραϊτίδη*
Η συνεχώς και σταθερά αυξανόμενη τουρκική επιθετικότητα απέναντι στη χώρα μας, που εκδηλώνεται τόσο με στρατιωτικής φύσεως κινήσεις όσο και με κλιμακούμενη ρητορική απειλών και διεκδικήσεων κατά της εθνικής μας κυριαρχίας, έχει δημιουργήσει μία ιδιαζόντως έκρυθμη έως κρίσιμη κατάσταση. Κατάσταση η οποία καθιστά σαφές ότι κύριος στόχος της Άγκυρας είναι η εξώθηση των πραγμάτων στα άκρα και ο πειθαναγκασμός της Ελλάδας σε έναρξη ετεροβαρών συνομιλιών δηλαδή, στο πλαίσιο και υπό τους όρους που έχει επιλέξει η Τουρκία. Η Άγκυρα θεωρεί ότι η μέθοδος αυτή της ανοίγει το δρόμο για το δόγμα των «συνόρων της τουρκικής καρδιάς», μιας καρδιάς που έχει αποδειχθεί αδηφάγος και ακόρεστη.
Υπό τις συνθήκες αυτές η έντονη κινητικότητα της ελληνικής ηγεσίας με επαφές, διαβήματα και ενίσχυση συμμαχικών δεσμών και διεθνών οργανισμών και κυρίως με πρωτοβουλίες σύναψης διεθνών συμφωνιών που κατοχυρώνουν τις θέσεις μας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο είναι και ορθή και απαραίτητη. Και πρέπει όχι μόνο να συνεχιστεί αλλά και να ενταθεί και να βελτιωθεί ώστε να αναχαιτιστεί η τουρκική αποχαλίνωση και η Τουρκία να κατανοήσει ότι μόνο στο πλαίσιο διεθνών κανόνων είναι εφικτή η συνεννόησή της με την Ελλάδα.
Οι πρωτοβουλίες μας για να έχουν ουσιαστικό αποτέλεσμα είναι απαραίτητο να εκπορεύονται από έναν κώδικα εθνικής στρατηγικής συγκροτημένο και ρεαλιστικό, που να προβλέπει συγχρόνως και παραλλήλως την ισόρροπη αύξηση τόσο της αμυντικής μας ισχύος όσο και της διεθνούς διπλωματικής μας θέσης.
Στο περίγραμμα αυτό, η προσφάτως υπογραφείσα ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία μερικής οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ ήταν μία επιτυχής και ουσιαστική πράξη. Απέτρεψε τη σύναψη συμφώνου Αιγύπτου- Τουρκίας, εξουδετέρωσε το παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο και επέτρεψε τη σύσταση νόμιμων και έγκυρων ελληνικών δικαιωμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, βάσει των αρχών του διεθνούς δικαίου και όχι βάσει της ισχύος ή της αρχής της ευθυδικίας.
Επίσης η ελληνο- ιταλική ομοειδής συμφωνία ήταν ενισχυτική των ελληνικών θέσεων με πλεονεκτήματα ανάλογα των προαναφερθέντων για το σύμφωνο με την Αίγυπτο.
Η δραστηριότητα αυτή επιβάλλεται όμως να στραφεί και προς άλλες κατευθύνσεις, π.χ. προς την Αλβανία και την Κύπρο όταν υπάρξουν πρόσφορες περιστάσεις, ενδεχομένως δε και προς τη Λιβύη, ώστε να εδραιωθεί η ελληνική θέση υπέρ των ρυθμίσεων που στηρίζονται σε κριτήρια διεθνούς δικαίου. Χρειάζεται όμως να καταβληθεί επείγουσα προσπάθεια για την εκπλήρωση και άλλων στόχων που θα εμπεδώνουν τις θέσεις μας και η υλοποίησή τους έχει βραδύνει, όπως ο καθορισμός ευθειών βάσης για το κλείσιμο των κόλπων, η λήψη αποφάσεων για το θέμα της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στο Ιόνιο και στις νότιες θάλασσές μας, καθώς και η απόφαση για το σκόπιμο της κατάθεσης στον ΟΗΕ συντεταγμένων περί ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, πράγμα που ήδη έχει πράξει η Τουρκία. Εκτός αυτών θα ήταν χρήσιμη και η εκτύπωση χαρτών που θα καταδεικνύουν το παράνομο των τουρκικών διεκδικήσεων και την ασυμβατότητά τους με το διεθνές δίκαιο.
Επιπλέον, ενδείκνυται ο καλώς σταθμισμένος προσανατολισμός της πολιτικής μας όχι μόνο προς τη Γερμανία, που έχει ηγεμονικό ρόλο στην ΕΕ, αλλά και προς την πολιτική ομόθυμη Γαλλία η οποία έχει ταχθεί ευθέως υπέρ των ελληνικών θέσεων.
Η ιταμή συμπεριφορά των απειλών που τις μέρες αυτές τηρεί η Τουρκία, επιβάλλει από την πλευρά μας πλήρη ετοιμότητα αλλά και σχεδιασμένες πρόσφορες πρωτοβουλίες. Τέτοιας μορφής ώστε η ψυχραιμία να μην εκλαμβάνεται ως φοβία και η σωφροσύνη να μην ερμηνεύεται ως συγκεκαλυμμένη ροπή υποχώρησης.
Επιδίωξή μας πρέπει να είναι οι κινήσεις μας να μην φαίνονται ως αντανάκλαση των τουρκικών επιλογών, αλλά ως πρωτοβουλίες για τη χάραξη των εξελίξεων. Συμπέρασμα: η ελληνική στάση οφείλει να είναι συνδυασμός αμυντικής ετοιμότητας αλλά και έξυπνων πρωτοβουλιακών χειρισμών. Ο στόχος είναι η συνεννόηση με την Τουρκία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Χωρίς εκβιασμούς και με βάση τις αρχές της καλής γειτονίας.
*πρέσβης επί τιμή