του Κωνσταντίνου Φίλη*
Η Τουρκία προέβη το περασμένο Σάββατο σε αναδίπλωση. Άλλωστε, πριν από λίγο καιρό ο Τσαβούσογλου είχε προαναγγείλει σεισμικές έρευνες στην εν λόγω περιοχή για τρεις μήνες. Ασφαλώς, να επισημάνουμε ότι η αποχώρηση του σκάφους, μετά την κατά τα φαινόμενα διεξαγωγή δισδιάστατων σεισμικών ερευνών, συνιστά τερματισμό (προσωρινό;) μίας παράνομης ενέργειας. Τι, όμως, οδήγησε την τουρκική ηγεσία σε αυτή την επιλογή;
α) Η σύμπραξη Ελλάδας – Γαλλίας και η ενεργότερη εμπλοκή της τελευταίας στην ευρύτερη περιοχή. Παρά τις αποτυχίες του Παρισιού των περασμένων ετών (από το Μαρόκο μέχρι τη Συρία), ο Μακρόν φαίνεται αποφασισμένος να μην επιτρέψει σε Τουρκία και Ρωσία να καλύψουν το κενό της αποστασιοποίησης του αμερικανικού παράγοντα, επιχειρώντας να «μπει στα παπούτσια» των ΗΠΑ. Απώτερος στόχος τουλάχιστον Γαλλίας και Ελλάδας, ίσως και λοιπών μεσογειακών δυνάμεων, είναι να «παρασύρουν» και τα κράτη της κεντρικής, ανατολικής και βόρειας Ευρώπης προς την αναθεώρηση της σημασίας άρα και της προσήλωσης της ΕΕ στα τεκταινόμενα της Μεσογείου.
β) Η ενεργοποίηση της Γαλλίας κινητοποίησε Γερμανία και ΗΠΑ ώστε να γίνουν πιο παρεμβατικές. Ιδίως η Ουάσιγκτον, με τη συμβολική αλλά και ουσιαστική επίσκεψη Πομπέο στην Κύπρο τη μέρα που έληγε η τρίτη τουρκική Navtex, δεν μπορούσε να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια, ενώ δύο μέλη του ΝΑΤΟ είχαν βρεθεί σε πρωτοφανή για τις τελευταίες δεκαετίες ένταση.
γ) Η τέταρτη Navtex, εφόσον ανανεωνόταν, θα έφερνε το «Ορούτς Ρέις» πολύ κοντά είτε στα δυνητικά ελληνικά χωρικά ύδατα (12 ν.μ.) είτε μεταξύ των 6 και 12 ν.μ., κάτι που θα προκαλούσε ακόμη και στρατιωτική αντίδραση από μεριάς της Ελλάδας και αυτό είχε διαμηνυθεί προς πάσα κατεύθυνση. Επίσης, σε μία τέτοια περίπτωση, θα ήταν αδύνατο για όσα κράτη-μέλη αντιστέκονται στην επιβολή κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας να αιτιολογούσαν την άρνησή τους. Προφανώς, αυτό κατέστη σαφές στις επικοινωνίες τούρκων αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένου του Ερντογάν, με Γερμανούς, Ιταλούς, Ισπανούς και Μαλτέζους, με τους τρεις τελευταίους να έχουν συμμετάσχει μόλις μία μέρα πριν στη μεσογειακή σύνοδο στην Κορσική.
δ) Οι δύο υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Τουρκίας από διεθνείς οίκους αξιολόγησης μόλις τον τελευταίο μήνα, έστειλαν μήνυμα ανησυχίας για την πορεία της τουρκικής οικονομίας. Αν σε αυτό το κλίμα, η ΕΕ αποφάσιζε κυρώσεις, το σήμα προς τις αγορές θα ήταν πολύ αρνητικό, ενώ η Άγκυρα πασχίζει να προσελκύσει «ζεστό» χρήμα από το εξωτερικό, στη μορφή άμεσων ξένων επενδύσεων. Ο δε Ερντογάν, αποδίδοντας τις υποβαθμίσεις σε πολιτικούς λόγους, συνειδητοποίησε τη δυσαρέσκεια της Δύσης για τις αμετροεπείς ενέργειες των τελευταίων μηνών.
Η ελληνική κυβέρνηση ορθά δεν θριαμβολόγησε και εστιάστηκε στην εκτός απροόπτου επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών. Η Άγκυρα συνειδητά συντηρεί τη σύγχυση ως προς τη στάση και τις προθέσεις της, κινούμενη μεταξύ διαλόγου και κλιμάκωσης (επιστροφή «Ορούτς Ρέις»), σε περίπτωση μη ικανοποίησής της. Η τουρκική ηγεσία πρέπει να σώσει τα προσχήματα στο εσωτερικό, ενώ πιέζεται από την αντιπολίτευση. Η ελληνική πλευρά πρέπει να διασφαλίσει ένα αυτοματοποιημένο μηχανισμό σε περίπτωση που η Τουρκία παρεκκλίνει και ένα οριοθετημένο πλαίσιο προϋποθέσεων για τον ευρωτουρκικό και τον ελληνοτουρκικό διάλογο. Επίσης, πρέπει να αναπτύξουμε συγκεκριμένο πλάνο για το Κυπριακό και να έχουμε σχέδιο εξόδου, αν η Άγκυρα τορπιλίσει τις συζητήσεις.
*εκτελεστικός διευθυντής ΙΔΙΣ. Κυκλοφορεί η 2η έκδοση του βιβλίου του «Η Ελλάδα στη γειτονιά της» (εκδόσεις Παπαδόπουλος)