του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Σε ολόκληρη την πορεία της νεότερης ελληνικής Ιστορίας τα όποια επιτεύγματα προήλθαν από την αξιοποίηση των συγκυριακών συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων. Η σωστή μελέτη και η επιτυχής εκμετάλλευση των βλέψεων κι ανησυχιών των μεγάλων διεθνών πρωταγωνιστών διευκόλυνε το ελληνικό κράτος να θριαμβεύσει εκεί όπου η λογική οδηγούσε σε μάλλον απογοητευτικά συμπεράσματα. Έτσι ευοδώθηκε η Επανάσταση κατά των Οθωμανών με κορυφαία στιγμή την κατατρόπωση του τουρκο-αιγυπτιακού στόλου στο Ναυαρίνο, έτσι επετεύχθη τελικά η ίδρυση του ελληνικού κράτους με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, με τον τρόπο αυτό υποχρεώθηκε ο σουλτάνος να οπισθοχωρήσει πίσω από τα τότε ελληνικά σύνορα μετά τις συγκρούσεις του 1897, μ’ αυτό τον τρόπο η Συνθήκη της Λωζάνης κατοχύρωσε την τότε ελληνική επικράτεια κι εξασφάλισε πολλά δικαιώματα των ελληνικών πληθυσμών στο έδαφος της Τουρκίας.
Σήμερα που η Τουρκία απειλεί κι αλαζονικά προκαλεί αξίζει να δούμε τη θέση της χώρας απέναντι στις βλέψεις και τα συμφέροντα των σημερινών μεγάλων δυνάμεων. Αν και είμαστε μέλη του ΝΑΤΟ και πιστοί σύμμαχοι των ΗΠΑ δεν είναι ευδιάκριτες οι διαθέσεις της Ουάσιγκτον για την περιοχή μας. Παρά τις εξαιρετικά θετικές θέσεις του Αμερικανού πρεσβευτή είναι φανερό πως οι ΗΠΑ δεν εκφράζονται πάντα με μία φωνή στο εξωτερικό. Ο πρόεδρος Τραμπ φαίνεται να είναι πολύ κοντά στον κ. Ερντογάν και δεν δείχνουν να τον ενοχλούν οι προκλητικές του κινήσεις. Ενώ το υπουργείο Εξωτερικών δείχνει να κρατάει ισορροπίες με μια ελαφρά απόκλιση υπέρ των ελληνικών απόψεων. Αυτά δημιουργούν εύλογους προβληματισμούς για τα συνεπακόλουθα ενός θερμού επεισοδίου στην περιοχή. Όπως και για τις εκτιμήσεις της αμερικανικής στάσης σε περίπτωση κορύφωσης της τουρκικής προκλητικής συμπεριφοράς.
Η Ρωσία είναι φανερό πως δείχνει εντυπωσιακή ανοχή στις όποιες κινήσεις της Άγκυρας. Με κορύφωση την απρόσμενα ανεκτική της στάση στο ζήτημα της μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε μουσουλμανικό τέμενος. Σε προηγούμενο σημείωμά μου είχα εξηγήσει τους λόγους που την οδηγούν σε μια τέτοια στάση. Δεν πρέπει όμως να κλείνουμε τα μάτια. Η σχετική αδιαφορία για την τύχη της Μεγάλης Εκκλησιάς πηγάζει από τη δυσμενή αντιμετώπιση του Οικουμενικού Πατριαρχείου από το Κρεμλίνο. Κι ανακύπτει το εύλογο ερώτημα. Τι εγγυήσεις είχε εξασφαλίσει ο Πατριάρχης ή πώς είχε σκεφθεί να αντιδράσει, όταν ήλθε αντιμέτωπος με την Μόσχα, σε περίπτωση βαριάς τουρκικής πρόκλησης; Την ώρα τούτη ο Ελληνισμός ολόκληρος βρίσκεται αντίθετος με τη Ρωσία, με αφορμή την εκκλησιαστική κρίση για την Ουκρανία. Ποιος θα πάρει το βάρος αντιμετώπισης του αδιεξόδου;
Ο άλλος σημαντικός παράγων σήμερα είναι η Γερμανία. Που έχει εκπληρώσει πολλές από τις επιδιώξεις της ηγούμενη της Ευρώπης. Όπως όμως έχει επισημάνει παλαιότερα Ο Κίσινγκερ δυσκολεύεται να ανταποκριθεί με ευελιξία στον ηγετικό της ρόλο. Αποξενώνει έτσι πολλούς Ευρωπαίους, και κυρίως τη Γαλλία, χορεύοντας σχετικά στενά με την Τουρκία. Και κάπως άκομψα. Ο αποκλεισμός της χώρας μας από τις συζητήσεις στο Βερολίνο για τη Λιβύη δεν ήταν σίγουρα φιλική ενέργεια. Όπως άκομψη ήταν και η χειρονομία μεσολάβησης για συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο παρασκήνιο, την ίδια στιγμή που οι ευρωπαίοι υπουργοί συζητούσαν μέτρα κυρώσεων κατά της Άγκυρας. Ο τρόπος μάλιστα που κάλυψε την Τουρκία για τις παραβιάσεις του εμπάργκο όπλων στην Λιβύη, μέσω του σχεδίου IRINI, πρέπει να ενόχλησε κι άλλους – πέραν της Γαλλίας και της Ελλάδας. Η Ελλάδα οφείλει να δείξει τη δυσαρέσκειά της και να ζητήσει καθαρή στάση και σαφείς αποφάσεις.
Το συμπέρασμα είναι πως δεν είναι η καλύτερη στιγμή για εκμετάλλευση των συμφερόντων του διεθνούς παράγοντα για διευκόλυνση δικών μας εθνικών σχεδιασμών. Προτιμότερη είναι η ενεργητική αναμονή. Δηλαδή αποφυγή εντάσεων και προετοιμασία, ώστε το κλίμα να βελτιωθεί μέσω εκμετάλλευσης κάθε ανεπιτυχούς χειρισμού της άλλης πλευράς.