Οι εκλογές του 2016 δεν ήταν η πρώτη φορά που το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ ανησύχησε πολλούς από τους Ευρωπαίους εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών. Μετά τις εκλογές του 1832, οι Βρετανοί παραπονέθηκαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες κυβερνώντο από «δημαγωγούς και μη οντότητες» και από τότε οι εκδοχές αυτού του παράπονου επαναλαμβάνονται τακτικά από συμμαχικούς ηγέτες. Ωστόσο, αυτή η φορά είναι διαφορετική. Κατά την διάρκεια της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ, οι φίλοι των Ηνωμένων Πολιτειών άρχισαν, για πρώτη φορά, να αντισταθμίζουν τα στοιχήματά τους με σαφείς και επακόλουθους τρόπους. Μια δεύτερη θητεία για τον Τραμπ θα επιταχύνει τέτοιες κινήσεις, με αποτέλεσμα τη μεταμόρφωση της διεθνούς τάξης για τα καλά.
Ακόμη και πριν από την έναρξη της πανδημίας του κορωνοϊού νωρίτερα φέτος, η υποστήριξη προς τις Ηνωμένες Πολιτείες είχε πέσει σε ιστορικά χαμηλά. Τους τελευταίους έξι μήνες, η Ουάσινγκτον έχει δείξει τόσο αδιαφορία για το μέγεθος της ταλαιπωρίας μεταξύ των ίδιων των πολιτών της όσο και επιθετική ιδιοτέλεια στην προσέγγισή της προς την παγκόσμια συνεργασία για εμβόλια, ιατρικές προμήθειες και πολλά άλλα -αποδεκατίζοντας την υποστήριξη τόσο για την αμερικανική ηγεσία μιας αμοιβαία επωφελούς διεθνούς τάξης όσο και για την φιλοδοξία παγκοσμίως για τον αμερικανικό τρόπο ζωής.
Εάν επανεκλεγεί ο Τραμπ, η εξωτερική πολιτική του «Πρώτα η Αμερική» θα έχει επικυρωθεί, και το αποτέλεσμα θα είναι μια Αμερική που θα βυθίζεται σε παρακμή. Ο θαυμασμός για τις Ηνωμένες Πολιτείες που μειώνει το κόστος όλων όσων προσπαθούν οι ΗΠΑ να επιτύχουν στον κόσμο θα εξατμιστεί, και άλλες χώρες θα προχωρήσουν, σχηματίζοντας μια νέα τάξη για να προστατευθούν από τις εγωιστικές, συχνά εχθρικές Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ουάσινγκτον θα διαπιστώσει ότι έχει σπαταλήσει μια διεθνή τάξη που είχε χτιστεί για να ενισχύσει την ασφάλειά της και να διατηρήσει την ευημερία της και αντί γι αυτό θα αντιμετωπίζει έναν κόσμο χωρίς τα θεσμικά όργανα, τις συμμαχίες και την καλή θέληση που επί μακρόν ενισχύουν τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Ο πρόεδρος και οι ηγέτες των Ρεπουμπλικάνων που τον υποστηρίζουν θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη για όσα έχουν κατεργαστεί: μια νέα τάξη που αποκλείει τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μια νέα τάξη
Μια προβολή των αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ τα τελευταία τέσσερα χρόνια στο μέλλον, καθιστά σαφή την ζημία που θα μπορούσε να γίνει σε μια δεύτερη θητεία -και τι θα σημαίνει αυτή η ζημιά για την ηγεσία των ΗΠΑ. Το να πεισθούν οι χώρες να ευθυγραμμίσουν τις πολιτικές τους με εκείνες των Ηνωμένων Πολιτειών θα γίνει πιο δύσκολο, διότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα εκπροσωπούν πλέον κοινά ιδανικά. Οι Σύμμαχοι δεν θα θέλουν να τοποθετήσουν στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ στις χώρες τους ή να συμμετάσχουν σε επιχειρήσεις συνασπισμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η συγχώρεση εγκληματιών πολέμου και οι ύβρεις κατά του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου -όπως έκανε ο Τραμπ κατά την πρώτη θητεία του και πιθανότατα θα συνεχίσει να κάνει σε μια δεύτερη θητεία- θα καταστήσει λιγότερο πιθανό το ότι άλλες δυνάμεις θα βλέπουν τον στρατό των ΗΠΑ ως μια δύναμη που χρησιμοποιεί νόμιμη βία.
Η ιδιοτελής προσέγγιση της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Τραμπ, εάν επαναληφθεί, θα ωθήσει άλλες δυνάμεις να σφυρηλατήσουν νέες συμμαχίες που θα κρατήσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες εκτός. Υπό μια δεύτερη διοίκηση Trump, οι Ηνωμένες Πολιτείες πιθανότατα θα αποσύρουν στρατεύματα από την Ευρώπη. Θα συνεχίσουν να απαιτούν εκβιαστικές πληρωμές από τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία για την τοποθέτηση στρατευμάτων των ΗΠΑ και, καθώς καμιά τους δεν θα συγκατανεύσει, θα αποσύρουν στρατεύματα από αμφότερες τις χώρες, κάνοντας εύθραυστες τις δεσμεύσεις ασφαλείας. Εν τω μεταξύ, η Βόρεια Κορέα θα συνεχίσει να συσσωρεύει πυρηνικά όπλα και η Νότια Κορέα θα στρέφεται αργά προς την συμφιλίωση με τον Βορρά. Η Ιαπωνία θα γίνει μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη και θα προσελκύσει σε στενότερη συνεργασία τις Φιλιππίνες, την Ινδονησία, τη Μαλαισία και το Βιετνάμ. Αυτές οι νέες συμμαχίες ασφαλείας ενδέχεται να μην αγκαλιάζουν τα αμερικανικά συμφέροντα, σχηματίζοντας έτσι μια νέα τάξη.
Στη Μέση Ανατολή, η Ουάσινγκτον θα διαγράψει τους πολέμους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ και θα αφήσει την Συρία στην βαρβαρότητα του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ. Ίσως η Ρωσία και το Ιράν να αμφισβητήσουν ο ένας την επιρροή του άλλου στην περιοχή. Αλλά είναι πιο πιθανό ότι το κενό που αφήνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα δώσει χώρο για τις φιλοδοξίες και των δύο. Εν τω μεταξύ, κανένας σύμμαχος των ΗΠΑ δεν θα εμπιστευτεί τις εγγυήσεις ασφαλείας της Ουάσιγκτον, κι αντί γι’ αυτό θα αντισταθμίσουν την εγκατάλειψη από τις ΗΠΑ ή θα υποχωρήσουν στον εκφοβισμό. Η συνεργασία μεσαίων δυνάμεων, που αποτελεί ένα πολλά υποσχόμενο μέσο για την ενίσχυση της βασισμένης σε κανόνες διεθνούς τάξης, θα αποδειχθεί ανεπαρκής χωρίς την αντασφάλιση [που δομείται μέσω] της υποστήριξης των ΗΠΑ.
Ο βασικός λανθασμένος υπολογισμός από την κυβέρνηση Τραμπ είναι να υποθέσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι τόσο ισχυρές που δεν χρειάζεται να συμβιβάζονται. Υπό μια δεύτερη διοίκηση Trump, η Ουάσινγκτον θα αποσυρθεί από διεθνείς οργανισμούς, θα εγκαταλείψει συμμαχίες, δεν θα διαπραγματευτεί συνθήκες περιορισμού των απειλών και θα επιταχύνει την χρήση κυρώσεων. Η επέκταση των κυρώσεων στην Γαλλία, την Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο και η πρόθεση να επιστρέψει με κυρώσεις στο Ιράν για μια διεθνή συμφωνία από την οποία ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες που αποχώρησαν, θα εξαντλήσουν την ευρωπαϊκή υπομονή. Καθώς οι οικονομικοί δεσμοί ξεφτίζουν, η ΕΕ θα συνεργαστεί με την Κίνα και την Ρωσία για την δημιουργία εναλλακτικών δομών πληρωμών έναντι του δολαρίου και θα αυξήσουν τις προσπάθειες για τον καθορισμό κανονιστικών προτύπων που θα επηρεάζουν τις αμερικανικές εταιρείες. Αυτές οι αλλαγές θα εμποδίσουν περισσότερο τις αμερικανικές επενδύσεις, τη μεταποίηση και το εμπόριο, απομονώνοντας τις Ηνωμένες Πολιτείες από πηγές ευημερίας. Έχοντας εξαιρεθεί από αυτές τις νέες οικονομικές δομές, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μεταβούν από το να ηγούνται μιας διεθνούς τάξης στο να αποδεσμευτούν από αυτήν.
Αυτή η μετα-αμερικανική τάξη δεν είναι υποθετική. Έχουν ήδη εμφανιστεί κορυφαίοι δείκτες, και οι αντίπαλοι και οι στενότεροι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών ενεργούν για να μειώσουν την ηγεμονία τους και να δημιουργήσουν μια νέα τάξη εις βάρος τους. Η Κίνα δημιούργησε ένα «πετρο-γουάν» για να τιμολογεί το πετρέλαιο σε νόμισμα άλλο εκτός από τα δολάρια. Εν τω μεταξύ, η Ινδία και η Ρωσία έχουν αναπτύξει έναν τρόπο πληρωμών για να παρακάμψουν την ζώνη του δολαρίου, όπως έχουν κάνει και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες υποχώρησαν από το να συμμετάσχουν στην εταιρική σχέση Trans-Pacific Partnership, η Αυστραλία, ο Καναδάς και η Ιαπωνία έθεσαν σε ισχύ την συμφωνία χωρίς αυτές.
Αλλάζοντας Πορεία
Οι Ρεπουμπλικάνοι που υποστηρίζουν τον Τραμπ θα πρέπει να υπολογίσουν μια νέα μετα-αμερικανική διεθνή τάξη που αποκλείει τις Ηνωμένες Πολιτείες –ως την άμεση συνέπεια των συνεχιζόμενων πολιτικών που έχουν ήδη θεσπιστεί ή της εφαρμογής πολιτικών που ενδέχεται να εφαρμοστούν εάν η προσέγγιση της κυβέρνησης Τραμπ στην εξωτερική πολιτική επικυρωθεί από την επανεκλογή του Τραμπ. Αλλά αν οι Ρεπουμπλικάνοι αρνηθούν να υποστηρίξουν τον πρόεδρο σε αριθμούς επαρκείς για την επανεκλογή του, οι Ρεπουμπλικάνοι πολιτικοί και υπεύθυνοι για την εξωτερική πολιτική θα έχουν την ευκαιρία να πιέσουν για μια εναλλακτική προσέγγιση -αυτή που αναγνωρίζει τις επιτυχίες της κυβέρνησης Τραμπ ενώ απομακρύνει τις αυτοκαταστροφικές της τάσεις.
Αυτό θα σήμαινε την ενίσχυση των συμμαχιών των ΗΠΑ που έχουν επιδεινωθεί υπό την διοίκηση του Trump. Για να αποτραπεί η τάση δημιουργίας θεσμών που λειτουργούν ενάντια στα αμερικανικά συμφέροντα, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αρχίσουν να κάνουν πράγματα με τους συμμάχους, και όχι σε αυτούς. Εκτός του νυν ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι όσο και οι Δημοκρατικοί συμφωνούν σε γενικές γραμμές σχετικά με την αξία των συμμαχιών των ΗΠΑ. Οι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο έχουν νομοθετήσει κατά της απόσυρσης στρατευμάτων από συμμαχικές χώρες, υποστήριξαν το ΝΑΤΟ ενάντια στις προεδρικές απειλές, και χρηματοδότησαν συνεργατικές αμυντικές πρωτοβουλίες. Πηγαίνοντας προς τα εμπρός, οι Ρεπουμπλικάνοι πρέπει να πιέσουν για να ενισχύσουν τις συμμαχίες των Ηνωμένων Πολιτειών, ειδικά με τους εταίρους τους στην Βόρεια Αμερική. Οι Ηνωμένες Πολιτείες χάνουν πολλές ευκαιρίες να εδραιώσουν την συνεργασία της Βόρειας Αμερικής στην ανάπτυξη και διανομή ενέργειας, στην διαχείριση εργατικού δυναμικού, και στην δημιουργία αλυσίδων εφοδιασμού ανεξάρτητων από την Κίνα.
Μια νέα προσέγγιση θα απαιτήσει την επανεξέταση των σχέσεων όχι μόνο με τους συμμάχους αλλά και με αντιπάλους όπως η Κίνα. Η κυβέρνηση Trump είχε δίκιο να συνεχίσει την μετατόπιση αναγνωρίζοντας την άρνηση της Κίνας να γίνει υπεύθυνος δρων. Αυτή η αλλαγή, ωστόσο, ξεκίνησε στην κυβέρνηση George W. Bush, όταν το Πεντάγωνο αποφάσισε ότι χρειαζόταν το 50% των ναυτικών δυνάμεων στον Ειρηνικό, και συνέχισε με την «στροφή στην Ασία» της κυβέρνησης Ομπάμα. Οι Ρεπουμπλικάνοι θα πρέπει να εξομαλύνουν τις αλλοπρόσαλλες αλλαγές κατεύθυνσης της πολιτικής της διοίκησης Trump σχετικά με την Κίνα και να πιέσουν για μια στρατηγική συνεργασίας που οικοδομεί ένα κοινό μέτωπο με τους συμμάχους, επιτυγχάνοντας την οικονομία κλίμακας που απαιτείται για να ωθήσει την Κίνα να παίξει σύμφωνα με τους κανόνες.
Προκειμένου να προστατευθεί η υπό την ηγεσία των ΗΠΑ τάξη, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει επίσης να επανεξετάσουν την τρέχουσα προσέγγιση στους λεγόμενους αέναους πολέμους. Η βασική στρατηγική τόσο για το Αφγανιστάν όσο και για το Ιράκ κατά τις τρεις τελευταίες διοικήσεις των ΗΠΑ ήταν η ανάπτυξη της ικανότητας των αφγανικών και ιρακινών κυβερνήσεων να διαχειρίζονται απειλές. Αυτοί οι πόλεμοι δημιουργούν την σταθερότητα που θα μειώσει την προοπτική μελλοντικών πολέμων στην περιοχή. Οι περισσότεροι Ρεπουμπλικάνοι κατανοούν την ανάγκη να διατηρηθούν αυτές οι δεσμεύσεις και απορρίπτουν τις εκκλήσεις για εγκατάλειψη των κυβερνήσεων του Αφγανιστάν και του Ιράκ. Αν και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν ξοδεύουν πολιτικό κεφάλαιο για να διατηρήσουν την δημόσια υποστήριξη για αυτούς τους σχετικά χαμηλού κόστους τρόπους επίτευξης των στόχων των ΗΠΑ, πρέπει να το πράξουν προχωρώντας για να ανακτήσουν την δημόσια υποστήριξη.
Στη Μέση Ανατολή, η κυβέρνηση Τραμπ είχε δίκιο ότι η μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ δεν θα πυροδοτούσε αντίδραση. Αξιολόγησε ορθά ότι τα αραβικά κράτη ήταν λιγότερο αφοσιωμένα στις παλαιστινιακές ανησυχίες από όσο ισχυρίζονταν. Ανεξάρτητα από το αν το προέβλεπε η κυβέρνηση Trump, οι κοινές ανησυχίες μεταξύ των αραβικών κρατών του Κόλπου και του Ισραήλ για το Ιράν και για την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή προκάλεσε την απόψυξη παγωμένων σχέσεων στην περιοχή. Η επέκταση αυτής της συνεργασίας σε μεγαλύτερη υποστήριξη για την Ιορδανία, η οποία λυγίζει κάτω από το βάρος των Σύρων προσφύγων και των ανιθαγενών Παλαιστινίων, και μια κοινή προσέγγιση στην Συρία θα μειώσουν την ανάγκη για στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ.
Η πρόληψη μιας μετα-αμερικανικής διεθνούς τάξης θα απαιτήσει επίσης μια νέα εμπορική πολιτική. Οι δασμολογικοί πόλεμοι κοστίζουν στους Αμερικανούς παραγωγούς τις αγορές τους, και στους καταναλωτές [επιβάλλουν] υψηλότερες τιμές. Οι Αμερικανοί εκτιμούν ότι το εμπόριο είναι γενικά επωφελές? το πρόβλημα είναι ότι το εμπόριο δημιουργεί αγορές και ωφελεί τους καταναλωτές γενικά, αλλά το κόστος του διευρυμένου εμπορίου πέφτει σε συγκεκριμένους τομείς. Για την ανοικοδόμηση της υποστήριξης προς το εμπόριο, οι Ρεπουμπλικάνοι πρέπει να αναπτύξουν πολιτικές προσαρμογής του εμπορίου που να διατηρούν ανοιχτές τις αγορές ενώ θα απορροφούν [το κόστος] της μετάβασης για τους Αμερικανούς εργαζόμενους.
Οι ευκαιρίες αφθονούν για την οικοδόμηση μιας ρεπουμπλικανικής εξωτερικής πολιτικής που να αποκαθιστά την λαμπρότητα του παραδείγματος των Ηνωμένων Πολιτειών και την ισχύ που προέρχεται από την συνεργασία. Αλλά θα απαιτήσει από τους Ρεπουμπλικάνους να αποκηρύξουν τον Τραμπ στην κάλπη για να αποτρέψουν την σκοτεινή και επικίνδυνη πορεία που ακολουθούν οι πολιτικές του. Εάν οι Ρεπουμπλικανοί δεν στρέψουν την εξωτερική πολιτική από την πορεία του «Πρώτα η Αμερική» στην οποία ο Τραμπ και οι υποστηρικτές του έβαλαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτή η χώρα θα βρεθεί όχι μόνο μόνη της αλλά θα αντιμετωπίσει μια διεθνή τάξη που θα αποσβένει την επιρροή των ΗΠΑ και θα είναι αδιάφορη για τα αμερικανικά συμφέροντα.
*πρώτη δημοσίευση: foreignaffairs.gr