του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Υποθέτουμε ότι οι «εγκέφαλοι» της Χρυσής Αυγής σε λίγο καιρό θα έχουν πρόβλημα και με την Αμερική. Ο λόγος απλός: στις προσεχείς προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2016, οι λευκοί Αμερικανοί θα αποτελούν δημογραφική μειονότητα, δηλαδή θα είναι λιγότεροι σε αριθμό από τους έγχρωμους Αμερικανούς. Επιπλέον, οι τελευταίοι θα είναι και νεότεροι από τον λευκό πληθυσμό της χώρας. Είναι λοιπόν σαφές ότι ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα κυβερνά μιαν άλλη, διαφορετική σε σύγκριση με το παρελθόν, Αμερική –προφανώς δε στο σημείο αυτό βρίσκεται και το μυστικό της επανεκλογής του. Μία επανεκλογή που έχει και ιστορικό χαρακτήρα, καθόσον στην προεδρική ιστορία των ΗΠΑ ο Μπαράκ Ομπάμα είναι ο δεύτερος, μετά τον Μπιλ Κλίντον, πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος που επανεκλέγεται για μια δεύτερη τετραετία.
Κατά τα λοιπά, η νέα προεδρική περίοδος για τον Ομπάμα θα είναι αυτή ενός διχασμένου Κογκρέσσου το οποίο θα δυσκολεύει στο έπακρο τις αποφάσεις και τις δράσεις του –εκτός και αν οι Ρεπουμπλικάνοι διαιρεθούν και αυτοί σε ακραίους και μη και αντιληφθούν γιατί έχασαν τις προεδρικές εκλογές, έστω και με μικρή διαφορά. Παρά την επικρατούσα φιλολογία, κυρίως στην Ελλάδα, η Αμερική τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζει σοβαρά εσωτερικά προβλήματα και η κατάστασή της από οικονομικής πλευράς κάθε άλλο παρά καλή είναι.
Το αμερικανικό δημόσιο χρέος εγγίζει τα 17 τρισεκατομμύρια δολλάρια και αντιπροσωπεύει το 100% του ΑΕΠ της χώρας. Είναι δε υψηλότερο από το αντίστοιχο της ευρωζώνης, γεγονός που μεταφράζεται και στην υπεροχή της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολλαρίου. Από την άλλη πλευρά, με αφορμή την κρίση του 2008, η αμερικανική μεσαία τάξη δέχθηκε ισχυρά πλήγματα και το περίφημο «αμερικανικό όνειρο» είναι πλέον σοβαρά ξεθωριασμένο. Το γεγονός αυτό επηρεάζει αρνητικά και την αμερικανική οικονομία, στους κόλπους της οποίας η ανάληψη επιχειρηματικών κινδύνων είναι αισθητά μειωμένη σε σχέση με το παρελθόν. Έτσι, είναι σαφές ότι ο παραδοσιακός δυναμισμός της ατομικής δημιουργίας στις ΗΠΑ έχει φθαρεί –με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την απασχόληση και την ανανέωση του παραγωγικού ιστού της χώρας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο επανεκλεγείς πρόεδρος Ομπάμα θα έχει μία δύσκολη οικονομική κατάσταση να αντιμετωπίσει, υπό όρους ισχυρού παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Από εξωτερικής πλευράς, τα καυτά προβλήματα για τις ΗΠΑ είναι αυτά της Συρίας, του Ιράν και της ατομικής του βόμβας, της εγκατάστασης Ισλαμιστών στο Μαλί της Αφρικής, καθώς και οι προθέσεις του Ισραήλ έναντι της ιρανικής απειλής. Ειδικότερα, η εγκατάσταση ενός φιλικού προς την Αλ-Κάϊντα καθεστώτος στην Αφρική αποτελεί πρόκληση και για ορισμένες αφρικανικές χώρες, οι οποίες δεν θα έβλεπαν με καθόλου κακό μάτι μία δραστική αμερικανική επέμβαση στο Μαλί, όπου ήδη άρχισαν και οι πρώτες σφαγές «απίστων» από τους ισλαμιστές δολοφόνους.
Αναφορικά με την Ευρώπη, θα πρέπει να πούμε ότι η πολιτική Ομπάμα θα είναι φιλικότερη από την πρώτη τετραετία και ο βασικότερος στόχος της θα είναι η εξεύρεση βιώσιμης λύσης για το ευρώ, το οποίο είναι σήμερα και το δεύτερο αποθεματικό νόμισμα στον κόσμο.
Στο πλαίσιο αυτό, είναι πολύ πιθανόν η ευρω-αμερικανική συνεργασία στους κόλπους του G20 να είναι ισχυρότερη απ’ ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν και με κύριο στόχο της την δημιουργία συνθηκών ανάπτυξης στις αναπτυγμένες οικονομίες. Εξάλλου, μόνον υπό αυτές τις συνθήκες θα μπορούσε να υπάρξει επαρκής βάση για μιαν ευρύτερη συζήτηση αναφορικά με την επιθυμητή από πολλές πλευρές παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση.
Τέλος, όσον αφορά στις ελληνο-αμερικανικές σχέσεις, πολλά θα εξαρτηθούν από την διαχείριση της κρίσης στην χώρα μας –στην οποία, ως φαίνεται, τα γεωπολιτικά θέματα έχουν δυστυχώς περάσει σε δεύτερη μοίρα.