του N. Peter Kramer
Σε συνεντεύξεις στους Financial Times, δύο ισχυρά πρόσωπα της Ε.Ε., ο Γερμανός Wolfgang Schauble και ο Γάλλος Bruno Le Maire, άσκησαν αυστηρή κριτική στο Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε., ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό το σχέδιο θα έπρεπε να βοηθήσει την Ε.Ε. να βγει από την κρίση του COVID. Το γιγαντιαίο πακέτο του Ταμείου αποτελείται από δύο μέρη: επιχορηγήσεις ύψους 390 δισεκατομμυρίων ευρώ (χρήματα που δεν θα επιστραφούν) και 360 δισεκατομμύρια ευρώ υπό τη μορφή δανείων (χρήματα που πρέπει να εξοφληθούν, «αλλά ποιος το υπολογίζει αυτό»;). Τα κράτη- μέλη πρέπει να υποβάλουν τα δικά τους σχέδια Ανάκαμψης στην Επιτροπή, με προθεσμία υποβολής έως και τον Απρίλιο του 2021, ενώ οι πρώτες χρηματοδοτήσεις θα ξεκινήσουν από τον Ιούλιο. Η Επιτροπή χρειάζεται τρεις μήνες για να εξετάσει εάν τα σχέδια Ανάκαμψης των κρατών- μελών πληρούν τις προϋποθέσεις.
Ο Bruno Le Maire, Υπουργός Οικονομικών του Προέδρου Macron, θέλει να λάβει η χώρα του τα χρήματα πιο γρήγορα. «Είναι πολύ αργή και πολύ περίπλοκη», σχολίασε ο ίδιος, αναφερόμενος στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών. Ο Wolfgang Schauble, ο διαβόητος Υπουργός Οικονομικών της Angela Merkel, υποστηρίζει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει ουσιωδώς όλα τα σχέδια Ανάκαμψης. Μόνο στην περίπτωση που όλα τα κράτη- μέλη είναι πρόθυμα να παρέχουν επαρκείς λεπτομέρειες επ’ αυτών. Επομένως, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος τα χρήματα να μην χρησιμοποιηθούν για τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά ως «πολιτικά δώρα». Εξάλλου, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων του σχεδίου Ανάκαμψης της Ε.Ε. προορίζεται για χώρες της Νότιας Ευρώπης. Και η Ιταλία είναι ο μεγαλύτερος δικαιούχος, με το ποσό των 65 δισεκατομμυρίων ευρώ. «Φαίνεται ότι στην Ιταλία ένα σημαντικό μέρος των χρημάτων θα χρησιμοποιηθεί για τη χορήγηση εκπτώσεων σε φόρους και την παροχή ad hoc υποστήριξης για εκλογικούς σκοπούς», όπως εκφράζει την ανησυχία του ο οικονομικός προϊστάμενος μιας βελγικής τράπεζας.
Το σχέδιο Ανάκαμψης των 750 δισεκατομμυρίων απειλεί όχι μόνο να δημιουργήσει προβλήματα στα οικονομικά θέματα, αλλά και ένα ακόμη πρόβλημα- στην εμπιστοσύνη προς την πολιτική της Ε.Ε.