του Ν. Peter Kramer
Μετά το δημοψήφισμα του 2016 στο Ηνωμένο Βασίλειο, υπήρχαν προβλέψεις από τους καταστροφολόγους της Ε.Ε. (όπως ο Barnier, επικεφαλής διαπραγματευτής) ότι οι τράπεζες, εταιρίες επενδύσεων και άλλες χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις θα εγκατέλειπαν μαζικά την πόλη του Λονδίνου. Ωστόσο, καθίσταται πλέον ξεκάθαρο ότι δεν έχει υπάρξει κάποια τέτοια μαζική έξοδος, αλλά τουναντίον. Οικονομικοί σύμβουλοι έχουν γνωστοποιήσει ότι 1.500 οικονομικοί διαχειριστές, υπηρεσίες πληρωμών, και ασφαλιστές- μεταξύ άλλων, έχουν υποβάλει αίτηση για άδεια προκειμένου να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους στο Λονδίνο μετά το Brexit: τα 2/3 αυτών δεν έχουν καν την έδρα τους στο Ηνωμένο Βασίλειο. Περίπου 400 από αυτές είναι ασφαλιστικές εταιρείες που δηλώνουν ότι οι μετοχικές εταιρίες στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι σε πολύ καλή κατάσταση, τουλάχιστον όσον αφορά τα υψηλά κλιμάκια των χρηματοπιστωτικών αγορών. Υπήρξε μια μικρή απώλεια εταιρειών οικονομικών υπηρεσιών που εγκατέλειψαν την πόλη για τη Φρανκφούρτη και το Άμστερνταμ, επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε την εντολή για τις μετοχές σε ευρώ, ότι πρέπει να διακινούνται εντός της Ε.Ε.
Εξακολουθεί να υπάρχει εκκρεμότητα μεταξύ των δύο πλευρών: στις χρηματοοικονομικές και ψηφιακές υπηρεσίες, επί παραδείγματι. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε πρόσφατα το προσχέδιο «απόφασης περί επάρκειας» που θα διασφαλίσει ότι μπορεί να συνεχιστεί η ελεύθερη ροή δεδομένων μεταξύ της Ε.Ε. και του Ηνωμένου Βασιλείου. Υπάλληλοι σε χρηματοοικονομικές υπηρεσίες έχουν ήδη καταλήξει σε κοινό Μνημόνιο Συμφωνίας, μέχρι τα τέλη Μαρτίου. Φαίνεται ότι αυτό το Μνημόνιο Συμφωνίας ενδέχεται να καλύπτει την αμοιβαία αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και συμφωνιών ισοδυναμίας, βάσει των οποίων και οι δύο πλευρές πρέπει να αναγνωρίζουν τους κανονισμούς της άλλης πλευράς.
Προς το παρόν, όλα δείχνουν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει λίγα (αν- όντως- έχει) σχέδια να υπονομεύσει το κανονιστικό πλαίσιο της Ε.Ε. Στις περισσότερες περιπτώσεις, με την ενδεχόμενη εξαίρεση των ασφαλιστικών και επενδυτικών εταιριών, οι νέοι νόμοι του Ηνωμένου Βασιλείου είναι απίθανο να συνεπάγονται χαλαρότερους κανονισμούς. Αντιθέτως, το Ηνωμένο Βασίλειο τείνει να θέλει αυστηρότερους κανόνες ως προς τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για τον τραπεζικό τομέα, συγκριτικά με την Ε.Ε.
Επομένως, φαίνεται να υπάρχει μικρή υποψία ότι το Ηνωμένο Βασίλειο συνιστά απειλή για την επονομαζόμενη «ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς».