του Γεωργίου Κ.Στεφανάκη
Ι. Έχει καθιερωθεί ως ο πρύτανις των κορυφαίων. Αυτός, µόνον αυτός, έδωσε στο Κράτος του Νέου Ελληνισµού ό,τι ουδείς άλλος. Του προσέφερε βιωσιµότητα. Ό,τι, δηλαδή, το απολύτως αναγκαίο. Και ό,τι προηγουµένως τελούσε υπό αµφισβήτηση.
ΙΙ. Με την ευτυχή έκβαση των Βαλκανικών πολέµων υπεγράφη η Συνθήκη του Βουκουρεστίου, αποτελεί, έκτοτε, τον Καταστατικό Χάρτη των Βαλκανίων. Η Ελλάς διπλασίασε το έδαφός της από 64.786 σε 108.000 τετραγωνικά χιλιόµετρα. Επίσης αύξησε τον πληθυσµό της κατά δύο εκατοµµύρια. Τα µέχρι τότε 2.666.000 κατοίκων αναβαθµίστηκαν σε 4.718.222. Η Ελλάς απέκτησε την κρίσιµη µάζα εδαφικά και πληθυσµιακά.
Αυτή η επιτυχία σηµατοδοτεί µοναδικότητα προσφοράς.
III. Μεγαλοϊδεατικός υπήρξε ο σχεδιασµός Βενιζέλου και κατά τον Α’ Παγκόσµιο πόλεµος. Η τύχη υπήρξε εχθρική. Ο Ελληνισµός υπέστη την Μικρασιατική Καταστροφή.
Το 1453 ο Ελληνισµός νικήθηκε. Παρέµεινε όµως στις εστίες του. Συνέχισε να παράγει πολιτισµό. Το 1922 ο Ελληνισµός ξεριζώθηκε από τους τόπους της καταγωγής του.
Α’. Προ Βενιζέλου ήδη, ο οξυνούστατος Πατριάρχης Ιωακείµ ο Γ’ είχε διαβλέψει ότι ο µετασχηµατισµός του Οθωµανικού Κράτους σε εθνικό τουρκικό, υπό την επιρροή (τελικώς) των Νεοτούρκων, θα προοιωνίζετο συνέπειες εξανδραποδισµού για τους χριστιανικούς, εκεί, πληθυσµούς. Και αυτό, βέβαια, διότι η επιβολή του τουρκικού εθνικισµού αυτοµάτως αναδείκνυε (και) τους χριστιανικούς αυτούς πληθυσµούς ως
µειοψηφίες.
Για την ανακοπή της εξέλιξης αυτής (εξάλειψης των Χριστιανών από την τουρκική επικράτεια), ο Βενιζέλος, µε το περίφηµο από 22ας Σεπτεµβρίου 1920 τηλεγράφηµά του προς Lloyd George θέτει ως αµέσους στόχους της -τότε- κοινής αγγλοειρηνικής πολιτικής:
i) Χωριστό κράτος για την Κωνσταντινούπολη και τα Στενά.
ii) Ίδρυση Κράτους του Πόντου. iii) Συνεργασία αυτού µετ’ Αρµενίας και Γεωργίας προς ανάδειξη φραγµού …«…κατά του Ισλαµισµού και ενδεχοµένως κατά του ρωσικού ιµπεριαλισµού…»…
Β’. Η αλυτρωτική επιδίωξη αποτελούσε -τότε- πανεθνικό αίτηµα. Είναι χαρακτηριστική η από 24ης Απριλίου 1968 επιστολή του Παναγιώτη Κανελλόπουλου προς τον Σπύρο Μαρκεζίνη. Εκεί ο επιστολογράφος, ανιψιός του Δ. Γούναρη, βεβαιώνει ό,τι του ανακοίνωσε ο Γούναρης τον Σεπτέµβριο του 1920: …«…Καλά έκαµεν ο Βενιζέλος και εδέχθη την εντολήν εις την Μικράν Ασίαν. Το ίδιο θα έπραττα και εγώ. Δεν ήτο νοητή η άρνησις. Εκπληρούται µέγα όνειρο του Ελληνισµού. Εάν κερδίσωµε τας εκλογάς θα συνεχίσωµεν τας στρατιωτικάς επιχειρήσεις. Και ο Θεός βοηθός…»…
Η πορεία προς την καταστροφή άρχισε µε την εδραίωση του Κεµάλ και την επιστροφή του Κωνσταντίνου. Οι σύµµαχοι που µας είχαν δώσει το εισιτήριο της Μικρασίας θεωρούσαν -επισήµως- την παλινόρθωση ως εχθρική πράξη. Ο βασιλιάς εκείνος, γαµβρός του Kaiser, είχε ευνοήσει την Γερµανική πλευρά (πάντως) κατά την αντίληψη των νικητών.
Μετά την πτώση του Βενιζέλου (1η Νοεµβρίου 1920), οι σύµµαχοι διατύπωσαν προτάσεις απαγκίστρωσης µας από την εκστρατεία. Εν τούτοις οι µετανοεµβριανοί κυβερνήτες – και ο Κωνσταντίνος- επέµειναν.
Είναι χαρακτηριστική η αισιοδοξία τότε της Καθηµερινής. Μετά τις επιχειρήσεις του θέρους του 1921, έγραφε: …«… Η οδός προς την Άγκυραν είναι σήµερον ανοικτή και είναι βραχεία…»… Και οι δηλώσεις του Νικολάου Στράτου δίδουν όµοιο τόνο: … «…Η Κωνσταντινούπολις…είναι η πεπρωµένη πρωτεύουσα της Ελληνικής Αυτοκρατορίας…»… ακόµη περισσότερο δεν είναι δυνατό να µην επισηµανθεί η άκρως αφελής δήλωση του τότε (15 Φεβρουαρίου 1921) υπουργού των Στρατιωτικών, Δηµ. Γούναρη. Αγορεύων έλεγε -και παρέσυρε- ότι …«…Είµαι εν γνώση της καταστάσεως εν Μικρά Ασία υπέρ πάντα άλλον και δύναµαι να διαβεβαιώσω µε τον θετικώτερον τρόπον ότι η εκεί αντίδρασις [των Τούρκων !!!] πρέπει να χαρακτιρισθή ως συντριβείσα …»…
Γ’. Η µεγαλόπνοη θεώρηση -σηµειώθηκε ήδη- υπέκυψε στην µοίρα. Οι αντίπαλοι του Βενιζέλου 1920 πλειοψήφησαν σε έδρες. Δεν είναι βέβαιο ότι το αυτό συνέβη και σε ψήφους. Οι µετεκλογικοί κυβερνήτες προσπάθησαν ν’ ασκήσουν πολιτική Βενιζέλου χωρίς τον εµπνευστή της (!). Χωρίς, δηλαδή, να έχουν τις συµµαχίες και τα ερείσµατά του. Και, έτσι, επήλθαν οι συνέπειες της γνωστής καταστροφής. Για την τεχνική -στρατιωτική- εκδοχή της είναι χαρακτηριστικώς αποκαλυπτικά όσα ο Ιωάννης Μεταξάς εξηγεί σε ιδιόγραφο µνηµόνιο που παρατίθεται στο Ηµερολόγιό του αναφορικά, µάλιστα, προς το γιατί αρνήθηκε την συµµετοχή του. Εκθέτει συγκεκριµένα: …«… Δεν µου είναι πλέον [25 Μαρτίου 1921] δυνατόν ούτε τα κατά την γνώµην µου κακώς γεννόµενα να επανορθώσω ούτε να αναλάβω να εφαρµόσω ξένα σχέδια και να συνεχίσω
επιχειρήσεις αίτινες θα ήγον εις αποτυχίαν.
Το πράγµα θα ήτο διάφορον, προσέθεσα, εάν είχον εις την διάθεσίν µου τον από Νοεµβρίου και πέραν διαρρεύσαντα χρόνον…»…
Περαιτέρω, ο ίδιος ψέγει τους µετανοεµβριανούς κυβερνήτες, ότι: … «… Αντί δε να σπάζωµεν το κεφάλι µας εις τας οχυρώσεις του Κεµάλ [: Άγκυρα], να τον αφήσωµεν να σπάση αυτός τα µούτρα του εις τας ιδικάς µας [:Σµύρνη]…»…
Δ’. Έσβησε, τότε, για τον ελληνισµό µία µεγάλη ελπίδα, στην πραγµατοποίηση της οποίας είχαν πιστέψει όλοι. Και, πράγµατι, εάν είχαν αντιστρόφως διαµορφωθεί οι συνθήκες, η πατρίδα µας θα ήταν κράτος σαράντα -τουλάχιστον- εκατοµµυρίων κατοίκων. Επί πλέον, θα κυριαρχούσε στην γεωπολιτικά κρίσιµη σήµερα περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
E’. Ο Βενιζέλος υπήρξε τυχερός άνθρωπος. Συγκαταλέγεται µεταξύ των ελαχίστων που πραγµάτωσαν τις προσδοκίες τους κατά την γήινη διέλευσή τους.
- Έθεσε σκοπό της ζωής του την µεγαλοσύνη της Ελλάδας. Ο σκοπός στέφθηκε από επιτυχία, αναµφισβήτητη, δια της συνθήκης του Βουκουρεστίου. Έθεσε (έτσι αυτοµάτως) εαυτόν ως κορυφαίο στο Εθνικό µας Πάνθεον.
*πρώτη δημοσίευση: Ίδρυµα Ιστορίας Ελ. Βενιζέλου