του N. Peter Kramer
Στα τέλη του προηγούμενου μήνα, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ε.Ε. κατέληξαν σε μια νέα μετα- Brexit συμφωνία για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες δεν συμπεριλαμβάνονταν στην εμπορική συμφωνία Ε.Ε.- Ηνωμένου Βασιλείου που τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο. Η ελεύθερη πρόσβαση των βρετανικών χρηματοοικονομικών εταιριών στην Ε.Ε. δεν ισχύει πια, ενώ οποιαδήποτε μελλοντική πρόσβαση θα εξαρτηθεί από έναν ευρωπαϊκό μηχανισμό- γνωστό ως «ισοδυναμία».
Αυτός ο μηχανισμός αφορά ένα σύστημα της Ε.Ε. που παρέχει σε ξένες τράπεζες, ασφαλιστικούς φορείς και σε διάφορες άλλες χρηματοοικονομικές εταιρίες πρόσβαση στην αγορά, σε περιπτώσεις που οι τοπικοί τους κανόνες θεωρούνται από τις «Βρυξέλλες» ως «ισοδύναμοι», ή το ίδιο ισχυροί με τους κανονισμούς που ισχύουν στην Ε.Ε. Αποτελεί μια αποσπασματική μορφή πρόσβασης που αποκλείει είδη χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων, όπως τις λιανικές τραπεζικές υπηρεσίες. Απέχει πολύ από τoυς απεριόριστης ελευθερίας «μηχανισμούς διαβατηρίων», ή από την πλήρη πρόσβαση, για τις οποίες οι τράπεζες άσκησαν πιέσεις μετά την ψηφοφορία για το βρετανικό δημοψήφισμα του 2016 για την αποχώρηση της χώρας από την Ε.Ε.
Η πρόσβαση υπό το σύστημα αυτό, επηρεάζεται σε περιπτώσεις που η «ισοδυναμία» ανακληθεί στο διάστημα ενός μήνα, κάτι που το καθιστά αρκετά αναξιόπιστο. Οι Βρυξέλλες έχουν παραχωρήσει μέχρι τώρα ισοδυναμία μόνο για δύο ειδών δραστηριότητες: εκκαθάριση στην αγορά παραγώγων της Βρετανίας από τον Ιανουάριο- ισχύος 18 μηνών, και διευθέτηση συναλλαγών αξιογράφων της Ιρλανδίας- έως τον Ιούνιο.
Αντιμέτωποι με την περιορισμένη (ή καθόλου) άμεση πρόσβαση, χρηματοοικονομικές εταιρίες στο Λονδίνο έχουν μεταφέρει 7.500 θέσεις εργασίας και πάνω από ένα τρισεκατομμύριο λίρες σε περιουσιακά στοιχεία της Ε.Ε., ώστε να αποφευχθεί η αναστάτωση στους πελάτες της Ε.Ε. Οι συναλλαγές μετοχών, ομολόγων και παραγώγων ευρώ έχουν οδηγήσει το Λονδίνο στην ανάδειξη του Άμστερνταμ ως το μεγαλύτερο κέντρο διαπραγμάτευσης μετοχών της Ευρώπης. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ε.Ε. συμφώνησαν ότι οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων στο Λονδίνο μπορούν να συνεχίσουν να επιλέγουν αποθέματα κεφαλαίων στην Ε.Ε. Επιτρέπεται, επιπλέον, μονομερώς στις
χρηματοοικονομικές εταιρίες στην Ε.Ε. να προσφέρουν συγκεκριμένες υπηρεσίες, όπως αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας απευθείας προς βρετανούς πελάτες.
Είναι απόλυτα σαφές ότι το Brexit δεν έπληξε την κυριαρχία του Λονδίνου, ως το κορυφαίο οικονομικό κέντρο της Ευρώπης. Η πόλη εξακολουθεί να έχει κορυφαίο προβάδισμα έναντι των αντιπάλων της: Φρανκφούρτη, Μιλάνο και Παρίσι, όσον αφορά τις συναλλαγές μετοχών, νομισμάτων, παραγώγων και φιλοξενώντας διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων. Οι χρηματοοικονομικές εταιρίες υποστηρίζουν ότι η μεταφορά περισσότερων κεφαλαίων από το Λονδίνο από ό, τι είναι απαραίτητο, θα προκαλούσε περιττό και δαπανηρό κατακερματισμό της αγοράς.