του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Κάποιοι παρατηρητές, απαισιόδοξοι ως προς τα αποτελέσματα της γαλλικής επεμβάσεως στο Μαλί, κάνουν ήδη λόγο για «Αφριγκανιστάν», υπονοώντας ότι η Γαλλία θα εμπλακεί, όπως οι ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, σε έναν αδιέξοδο πόλεμο κατά της διεθνούς τρομοκρατίας μέσω του οποίου όλο και περισσότερο θα ενισχύεται ο διεθνής ακραίος ισλαμισμός. Αν δεχθούμε ότι αυτή η συλλογιστική έχει κάποια εμπειρική βάση, το ερώτημα που τίθεται είναι τί θα έπρεπε να κάνει η Γαλλία για να προστατεύσει τις ενεργειακές πηγές της στην περιοχή του Σαχέλ. Θα ανέθετε το έργο αυτό στους ισλαμιστές της Αλ Κάϊντα;
Το θέμα της γαλλικής επεμβάσεως στο Μαλί είναι πολύ πιο σύνθετο και σοβαρό απ’ ό,τι αναφέρουν οι πρώτες εκτιμήσεις. Ταυτοχρόνως δε, έστω και εμμέσως, συνδέεται και με τη Ευρώπη, η οποία θα πρέπει εν τέλει να αποφασίσει αν θέλει η όχι να αποκτήσει και γεωπολιτική οντότητα. Διότι, η πρωτοβουλία της Γαλλίας να επέμβει στο Μαλί αφορά άμεσα και την Ευρώπη. Οι χώρες που απαρτίζουν την περιοχή Σαχέλ (που προέρχεται από την αραβική λέξη σαχίλ και σημαίνει «ακτή»), είναι η Σενεγάλη, η νότια Μαυριτανία, το κεντρικό Μαλί, η νότια Αλγερία και Νιγηρία, το κεντρικό Τσαντ, το Σουδάν και η Ερυθραία. Πρόκειται για μια ζώνη που ξεπερνά τα 5.400 χιλιόμετρα και επεκτείνεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό ως την Ερυθρά Θάλασσα.
Εδώ και αρκετούς μήνες, η ζώνη αυτή –που έχει εξαιρετικό ενεργειακό βάρος για τη Ευρώπη, και όχι μόνον– υφίσταται την διείσδυση των ισλαμιστών της Αλ Κάϊντα, οι οποίοι, με επίκεντρο το Μαλί, φιλοδοξούν να μετατρέψουν την περιοχή σε βάση της διεθνούς τρομοκρατίας, κατά το πρότυπο του Αφγανιστάν. Με άλλα λόγια, ολόκληρη αυτή η περιοχή αποτελεί σοβαρό κίνδυνο στην πόρτα της Ευρώπης –η οποία, ωστόσο, ποτέ δεν αποφάσισε πώς θα έπρεπε να αντιδράσει. Απλώς, κάποια στιγμή, στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής άμυνας, οι Ευρωπαίοι είχαν αποφασίσει να εκπαιδεύσουν τον στρατό του Μαλί αποστέλλοντας ειδικούς εκπαιδευτές, οι οποίοι στις σημερινές συνθήκες είναι σαφώς περιορισμένης χρησιμότητος.
Ο κίνδυνος να πέσει το Μαλί στα χέρια ισλαμιστών ήταν άμεσος και, χωρίς την γαλλική επέμβαση, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα βρισκόταν ενώπιον σοβαρών προβλημάτων. Προβλήματα τα οποία είναι έτσι κι αλλιώς παρόντα, αλλά σε άλλο επίπεδο. Η γαλλική επέμβαση στο Μαλί –η βόρεια πλευρά του οποίου ελέγχεται μέχρι στιγμής από τους ισλαμιστές– έφερε στο προσκήνιο την αδυναμία της Ενώσεως να εφαρμόσει μία κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική άμυνας, η οποία υποτίθεται ότι έχει δρομολογηθεί από το 1993, όταν υπεγράφη η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Επίσης, το 1999, στην Συνάντηση Κορυφής του Ελσίνκι, αποφασίστηκε να μπορεί η Ένωση πριν το 2003 να κινητοποιεί 60.000 άνδρες σε 60 ημέρες, χάρη σε εναέρια και θαλάσσια μέσα. Ωστόσο, η απόφαση αυτή συνάντησε αρκετές επιχειρησιακές δυσκολίες ως προς την εφαρμογή της και το 2004 διαφοροποιήθηκε αρκετά, με αποτέλεσμα να υπερισχύσει η αντίληψη της υπάρξεως στρατιωτικών συνόλων 1.500 ανδρών που θα μπορούσαν να δράσουν πολύ πιο γρήγορα σε καταστάσεις κρίσεων. Αυτή η νέα στρατηγική επέτρεψε ευρωπαϊκές επεμβάσεις, στο έπακρον διακριτικές, στην Σομαλία και στην Παλαιστίνη, πλην όμως στην περίπτωση του Μαλί η Ένωση έδειξε να σηκώνει τα χέρια ψηλά.
Από την πλευρά της, η Γαλλία –η οποία είχε αποφασίσει και την επέμβαση στην Λιβύη– πήρε, ως φαίνεται, μόνη της την πρωτοβουλία της αμέσου επεμβάσεως στο Μαλί και γενικότερα στην περιοχή του Σαχέλ, όπου δραστηριοποιούνται και δύο μεγάλες γαλλικές εταιρείες του κλάδου της ενέργειας, η Τοτάλ και η Αρίβα. Με την πρωτοβουλία αυτή, ο πρόεδρος της Γαλλίας κ. Φρανσουά Ολάντ ελπίζει, αφ’ ενός, να ενισχύσει το γόητρό του στο εσωτερικό της χώρας του όπου η δημοτικότητά του είχε πέσει στο ναδίρ και, αφ’ ετέρου, να προβάλει την Γαλλία ως την αποφασιστική στρατιωτική δύναμη στην Ευρώπη. Δείχνει δε έναντι των ΗΠΑ ότι, στον πόλεμο κατά της διεθνούς τρομοκρατίας, η Γαλλία έχει σοβαρό ρόλο να παίξει σε μία όχι ιδιαιτέρως εύκολη εποχή για τον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα.
Επίσης, ενώ φέτος συμπληρώνονται τα 50 χρόνια γαλλογερμανικής φιλίας, η Γαλλία προσπαθεί να δείξει στην γερμανική πλευρά ότι στα πολιτικά και διπλωματικά δρώμενα στην Ευρώπη διατηρεί πρώτο ρόλο –αφήνοντας, βέβαια, στην Γερμανία αρκετά περιθώρια κινήσεων στον οικονομικό και νομισματικό τομέα.
Επίσης, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η γαλλική επέμβαση ικανοποιεί τόσο τους Κινέζους όσο και τους Ρώσους, που και αυτοί έχουν σημαντικά ενεργειακά συμφέροντα στην περιοχή του Σαχέλ. Αμφότερες οι αναδυόμενες αυτές χώρες αντιμετωπίζουν προβλήματα με το φανατικό Ισλάμ, το οποίο, μετά τα γεγονότα της Λιβύης, είχε αποφασίσει να ενισχύσει την παρουσία του στην Αφρική.
Μια Αφρική, εξάλλου, η οποία αναπτύσσεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς, κατέχοντας ταυτοχρόνως και τις πρώτες θέσεις στην διεθνή διαφθορά και την «μαύρη οικονομία». Είναι δε γνωστό ότι αυτή η «μαύρη οικονομία» αποτελεί την κύρια πηγή χρηματοδοτήσεως των φορέων της ισλαμικής πανώλους. Ας μην μάς διαφεύγει ότι οι Ταλιμπάν είναι οι πρώτοι έμποροι ναρκωτικών στον κόσμο, ενώ στην Αφρική οργιάζει η πειρατεία και η εμπορία όπλων.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η γαλλική επέμβαση στο Μαλί είναι πολύ σημαντική, δυστυχώς δε αποδεικνύει και την αδυναμία της Ευρώπης να αποκτήσει γεωπολιτική προσωπικότητα.