του Ηρακλή Μήλλα*
Ο ιστορικός William McNeill είχε γράψει το 1986, στα γεράματά του, ότι «η αλήθεια του ενός ιστορικού είναι ένας μύθος για τον άλλο» (one historian’s truth, becomes another’s myth) και είχε αποκαλέσει μυθιστορία (mythistory) το επάγγελμά του - μια σπάνια έκφραση αυτογνωσίας.
Για την εθνική ιστοριογραφία έπεσε διάνα. Σπάνια συμφωνούν οι αφηγήσεις των ιστορικών όταν αυτοί αναφέρονται στις διμερείς σχέσεις των χωρών τους και μάλιστα αν στο παρελθόν οι χώρες αυτές έχουν συγκρουστεί και αν ακόμη δεν έχουν λύσει τις διαφορές τους. Στην καλύτερη περίπτωση ορισμένοι γράφουν αποφεύγοντας τα αμφιλεγόμενα θέματα.
Σπάνια υπάρχουν και λίγοι που δεν θέλουν να συμβάλλουν στη «μυθιστορία» αν και ξέρουν ότι έτσι θα γίνουν το μαύρο πρόβατο στη χώρα τους ή και τράγος ακόμη, αλλά αποδιοπομπαίος.
Για αυτόν τον λόγο ο Τζενγκίζ Ακτάρ ζει πλέον στην Ελλάδα. Το νέο του βιβλίο Το Τουρκικό Άχθος πραγματεύεται την πορεία της χώρας του προς τον «εξευρωπαϊσμό», ξεκινώντας την αφήγησή του από τον 15ο αιώνα.
Το βιβλίο εκδόθηκε πρώτα στα γαλλικά, μετά στα γερμανικά και θα ακολουθήσουν οι εκδόσεις του στα αγγλικά, ιταλικά και αρμένικα. Ο λόγος του λιτός και. συμπυκνωμένος και η ανάγνωση ρέει. Ένα σχετικά σύντομο βιβλίο 95 σελίδων που παρουσιάζει μια Τουρκία διαφορετική από την επίσημη τουρκική εθνική εκδοχή της, όπως και από την ελληνική και «ευρωπαϊκή» αφή γηση. Μια προσπάθεια υπέρβασης των εθνικών μύθων. Εξασφαλίζεται έτσι η αποφυγή ενός υπερ-εθνικού νέου μύθου; Ο καλός αναγνώστης θα μπορούσε να διαβάσει το Τουρκικό Αχθος έχοντας αυτήν την ερώτηση κατά νου.
Η αφήγηση ξεκινά με την άλωση της Κωνσταντινούπολης και τους πρώτους σουλτάνους που εξασφάλισαν την pax ottomanica. Αλλά ο κατακτητής «γοητεύεται από τον κατακτημένο» και οι Οθωμανοί πορεύονται προς τη Δύση, όχι μόνο ως κατακτητές αλλά και ως μιμητές της. Τον 16ο αιώνα όμως παρουσιάζονται στη Δύση τα σημάδια του «πρωτο-οριενταλισμού» και μιας διαμάχης που θα κρατήσει αιώνες.
Στην «Ανατολή» εδραιώνεται η έννοια του «ευεργετικού κράτους», Devlet baba στα τουρκικά, που σημαίνει «το κράτος πατερούλης» που θα πρέπει να είναι σεβαστό. Παρά τη διαφορά αυτή ο 19ος αιώνας χαρακτηρίζεται από τις προσπάθειες των Οθωμανών κυβερνώντων να «εξευρωπαϊσουν» τη χώρα τους. Οι μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, οι συχνές επαφές με τους θετικιστές επιστήμονες της Δύσης, η απόρριψη του Ισλάμ από την οθωμανική αλλά και από την κεμαλική ελίτ μετέπειτα είναι τα χαρακτηριστικά της δυτικότροπης Τουρκίας. Η τεκμηρίωση αυτής της πορείας είναι πειστική και αποκαλυπτική.
Ο τρόπος παρουσίασης της προσπάθειας «εξευρωπαϊσμού» της οθωμανικής κοινωνίας είναι η πιο πρωτότυπη και καλά υπερασπιζόμενη πλευρά του βιβλίου. Είναι μια νέα τεκμηριωμένη ανάγνωση μια μακράς περιόδου, τουλάχιστον δύο αιώνων. Στην Τουρκία οι κεμαλιστές και οι εθνικιστές δεν θα ήθελαν να αναγνωρίσουν ότι σε αυτήν την πορεία ήταν οι σουλτάνοι που προπορεύτηκαν. Οι δε ισλαμιστές δεν θα ήθελαν τους σουλτάνους να είναι σε αυτόν τον βαθμό «Δυτικοί».
Η στρατιωτική γραφειοκρατία της Τουρκίας του 1920 και μετά αναλαμβάνει τη «δημιουργία του τουρκικού έθνους». Αυτοί οι «τούρκοι πολίτες» θα πρέπει πλέον να «μιλούν τουρκικά και να είναι Μουσουλμάνοι» δηλαδή ομόαιμοι, ομόγλωσσοι, ομόθρησκοι. Αυτή είναι η περίοδος που η ερμηνεία της αποτελεί το ταμπού της Τουρκίας. Βιώνεται η Γενοκτονία των Αρμενίων. Ο τίτλος του κεφαλαίου όπου αναφέρονται αυτά τα γεγονότα είναι αποκαλυπτικός: «Το μεγάλο έγκλημα της γενοκτονίας, ιδρυτική πράξη μιας δημοκρατίας που γεννήθηκε ανάπηρη».
«Το έσχατο στάδιο στην πορεία προς τη Δύση, η Ευρωπαϊκή Ένωση» είναι το επόμενο κεφάλαιο. Η ελπίδα αυτή καταρρέει με τις εμμονές και τις προκαταλήψεις και των δύο πλευρών. Ακολουθεί ο «αποεκδυτικισμός». Η ανάλυση της σημερινής τουρκικής κοινωνίας, του τουρκικού κράτους και λαού, η εσωτερική και η εξωτερική «πολεμοχαρής» πολιτική περιγράφεται αλλά και επεξηγείται αναλυτικά.
Η όλη προσπάθεια χαρακτηρίζεται από μια βαθιά γνώση της Τουρκίας, από μια αντικειμενικότητα σε σχέση με το τι κυκλοφορεί στην αγορά της πληροφόρησης, από μια αυτογνωσία ως προς το τι προκαλούν οι εθνικές ταυτίσεις και από μια ειλικρίνεια που δεν θα μπορούσε να υπάρξει αν δεν συνοδευόταν από πολιτικό θάρρος.
Δύο συνεντεύξεις συμπληρώνουν το κείμενο. Ο συγγραφέας ομιλεί με δύο διακεκριμένους γνώστες της Τουρκίας. Ο Etienne Copctix μας παρουσιάζει τις δύο όψεις της Τουρκίας, αυτήν της εσωστρέφειας και την άλλη της κοσμοπολίτικης, και μας εξιστορεί. πώς η πρώτη τελικά επικράτησε σήμερα. Η Nillifer Gile (Νιλουφέρ Γκολέ), η κοινωνιολόγος που πρώτη μελέτησε το φαινόμενο του ισλαμικού γυναικείου κινήματος κατά του Κεμαλισμού, μιλά για την «ψυχή» της τουρκικής κοινωνίας.
Ο Τζενγκίζ Ακτάρ είναι πολιτειολόγος και διδάκτωρ στην οικονομική επιστήμη. Διδάσκει πολιτική ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει συνεργαστεί με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στη χώρα του είναι γνωστός και για τις προσπάθειές του να αναγνωριστεί η Γενοκτονία των Αρμενίων. Συνεργάζεται με τις εφημερίδες «Financial Times», «Le Monde», «Liberation» κ.ά.
Γιατί όμως απαξιώνει (κατηγορεί;) την Τουρκία, την ίδια του τη χώρα; Μήπως όμως δεν κρίνουμε σωστά τη θέση του. Μπορεί να κάνει το αντίθετο. Βλέπει ότι οι εξόφθαλμοι μύθοι μάλλον βλάπτουν διεθνώς τη χώρα του και μας λέει «κάνετε λάθος, οι Τούρκοι, όλοι, δεν είναι όπως τους φαντάζεστε».
*πολιτικός επιστήμονας