του Ανδρέα Γκόφα*
Η επερχόμενη επέτειος των είκοσι ετών από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου θα λάβει χώρα υπό τη βαριά σκιά των εξελίξεων στο Αφγανιστάν. Η συζήτηση που έχει ήδη ξεκινήσει για τις επιπτώσεις τους στη διεθνή ασφάλεια, μετά την ολοκλήρωση ενός εικοσαετούς «Πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία», θα μας απασχολήσει για πολλά χρόνια. Εκτιμώ ότι η όποια προσπάθεια αποτίμησης θα γίνει πιο συγκροτημένα, αν συμπεριλάβει τέσσερις βασικούς άξονες: α) ορισμός ενός σύνθετου προβλήματος, β) αναλογικότητα, γ) ιστορικότητα, δ) συγκρατημένη αισιοδοξία. Ορισμός: Δεν αναφέρομαι στη γνωστή και ατέρμονη πολιτική και ακαδημαϊκή συζήτηση περί του ορισμού της τρομοκρατίας, αλλά στο σύνθετο και πολυάριθμο μωσαϊκό της ασφάλειας. Η εξελισσόμενη ανθρωπιστική τραγωδία στο Αφγανιστάν μας υπενθυμίζει (για μια ακόμη φορά) ότι πέρα από τους διεθνείς συσχετισμούς ισχύος και την κρατική ασφάλεια, υπάρχει και η προστασία της ίδιας της ανθρώπινης ζωής και υγείας, που αποτελούν βασικές προϋποθέσεις της ανθρώπινης ασφάλειας. Επί είκοσι χρόνια δαπανήθηκαν περί το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια όταν, λ.χ., κάθε χρόνο, όπως καλά γνωρίζουμε, εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν από υποσιτισμό και εύκολα αντιμετωπίσιμες ασθένειες. Παράλληλα, οι φετινές μέγα πυρκαγιές στη Μεσόγειο μας υπενθύμισαν την επερχόμενη περιβαλλοντική κρίση-μια αντικειμενικά υπαρξιακή απειλή για τον πλανήτη και την ανθρωπότητα. Παρά ταύτα, τα είκοσι αυτά χρόνια από την 11η Σεπτεμβρίου, η διεθνής κοινότητα αποστέλλει τον προϋπολογισμό σ’ αυτό που τώρα φαίνεται ότι ήταν η λάθος διεύθυνση.
Αναλογικότητα: Τα παραπάνω μαρτυρούν ότι ανάλογα με το ποιου την ασφάλεια προτάσσουμε ως πιο σημαντική, όπως και σε ποια διάσταση της ασφάλειας δίνουμε μεγαλύτερη έμφαση, καθορίζεται η ύπαρξη ή μη αναλογίας στον τρόπο που αποκρινόμαστε στις σχετικές προκλήσεις. Εδώ η αντικειμενική διάσταση μιας απειλής μπορεί (και έχει συχνά) υποχωρήσει στον βωμό βραχυχρόνιων πολιτικών στόχων. Υπάρχει, ωστόσο, τουλάχιστον μια ακόμη σημαντική διάσταση του άξονα αναλογικότητα. Όσο άβολο και δυσάρεστο και αν ακούγεται, μετά από δεκαετίες συνύπαρξης με την τρομοκρατική απειλή, το συμπέρασμα είναι ότι πρόκειται για μια απειλή με την οποία πρέπει να μάθουμε να ζούμε. Ως εκ τούτου, στόχος της αντιτρομοκρατικής Πολιτικής δεν μπορεί να είναι η εξαφάνιση της απειλής, όπως διακήρυττε ο πρόεδρος Μπους μετά την 11η Σεπτέμβρη, αλλά η ανάσχεσή της. Η υιοθέτηση μη ρεαλιστικών στόχων πλήττει σοβαρά την αξιοπιστία της αντιτρομοκρατικής Πολιτικής και καθιστά την αποτυχία αναπόφευκτη. Αποτυχία που τρέφει τελικά την προπαγάνδα των τρομοκρατών και ενισχύει την ικανότητά τους για στρατολόγηση. Ιστορικότητα: Η άποψη ότι οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 σηματοδότησαν την ανάδυση μιας «νέας» και ριζικά παραλλαγμένης τρομοκρατίας, αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της κυρίαρχης συμβατικής σοφίας και του παγκόσμιου συλλογικού φαντασιακού. Ωστόσο, η ριζική διχοτόμηση της τρομοκρατικής δραστηριότητας σε «παραδοσιακή» και «νέα» είναι ενδεικτική μιας ιστορικά ελλειμματικής προσέγγισης στο θέμα. Αυτό γιατί η σύγχρονη τρομοκρατία δεν είναι ένα θεμελιωδώς ή ποιοτικά «καινούριο» φαινόμενο καθώς εδράζεται σε ένα ιστορικά εξελισσόμενο πλαίσιο. Πολλά από αυτά που βλέπουμε τώρα είναι γνωστά, και οι διαφορές είναι διαβάθμισης και όχι είδους. Μια άλλη παρενέργεια της κυρίαρχης ανιστορικότητας με την οποίο αντιμετωπίζουμε το φαινόμενο της τρομοκρατίας είναι ότι ξεχάσαμε ένα βασικό ιστορικό δίδαγμα. Η τρομοκρατία από μόνη της δεν είναι σε θέση να παράξει ουσιαστικά πολιτικά αποτελέσματα. Αυτό που παράγει ουσιαστικά πολιτικά αποτελέσματα είναι η απάντησή μας στην πρόκληση της τρομοκρατίας. Οπότε, ξαναγυρίζουμε στο κρίσιμο ζήτημα της αναλογικότητας. Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας σε ένα (εθνικιστικά υποκινούμενο) τρομοκρατικό χτύπημα τον Ιούνιο του 1914, πυροδότησε την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και την αιματοβαμμένη μεταστροφή του διεθνούς συστήματος. Τα πρώτα χρόνια του αιώνα που διανύουμε καθορίστηκαν από την αντίδρασή μας στα (θρησκευτικά υποκινούμενα) τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου.
Αισιοδοξία: Παρότι δύσκολο, υπό τη σκιά της τρέχουσας γεωπολιτικής και ανθρωπιστικής κρίσης, να αρθρώσει κανείς μια συγκρατημένη αισιοδοξία, υπάρχουν κάποια ερεθίσματα. Από το πεδίο της έρευνας και παραγωγής ιδεών, έχουμε κάποια αισιόδοξα μακροσκοπικά ευρήματα. Ο Steven Pinker στο σημαντικό, αν και αμφιλεγόμενο, βιβλίο του, The Better Angels of Our Nature (2011), καταγράφει την εμπειρικά θεμελιωμένη διαπίστωση ότι ιστορικά η βία, σε όλες τις εκφάνσεις της, βαίνει φθίνουσα. Οι Erica Chenoweth και Maria Stephan στο βιβλίο τους, Why Civil Resistance Works (2011), αναδεικνύουν ότι οι μη βίαιες μορφές πολιτικής αντίστασης είναι ιστορικά πιο αποτελεσματικές από τις βίαιες. Ο David Cannadine στο The Undivided Past: Humanity Beyond Our Differences (2012) προσφέρει μια αναθεωρητική ιστοριογραφία που μαρτυρά ότι οι βασικές κατηγορίες της ανθρώπινης ταυτότητας - Θρησκεία, κοινωνική τάξη, φύλο, φυλή, πολιτισμός και τα ταυτοτικά διαχωριστικά δίπολα που δημιουργούν έχουν ιστορικά υπάρξει πολύ λιγότερο αγεφύρωτα από την κυρίαρχη αντίληψη. Αντίστοιχα από το πεδίο της εφαρμοσμένης αντιτρομοκρατικής πολιτικής, ο Michael Leiter, πρώην διευθυντής του αμερικανικού αντιτρομοκρατικού κέντρου, με πρόσφατο άρθρο του στην «Washington Post», ισχυρίζεται ότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας η διεθνής κοινότητα έχει οικοδομήσει νέα θεσμικά και επιχειρησιακά εργαλεία αντιτρομοκρατικής πολιτικής που καθιστούν τον κόσμο πιο ασφαλή από την απειλή της τρομοκρατίας απ’ ό,τι ήταν πριν την 11η Σεπτεμβρίου του 2001.
*αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ερευνητικός εταίρος στο IΔΙΣ