του Γιώργου Κουμουτσάκου*
Μετά από ένα σχετικά ήπιο καλοκαίρι, σε συνέχεια της συνάντησης του Έλληνα πρωθυπουργού με τον τούρκο πρόεδρο, η Άγκυρα δυστυχώς επανέρχεται σταθερά σε πρακτικές και συμπεριφορές έντασης και προκλήσεων έναντι της Ελλάδας. Το είδαμε τις τελευταίες μέρες στον χώρο ανατολικά της Κρήτης με την απροκάλυπτα παράνομη και προκλητική παρενόχληση του ερευνητικού σκάφους «Nautical Geo», με την αριθμητική και ποιοτική αναβάθμιση των τουρκικών παρενοχλήσεων στον ελληνικό εναέριο χώρο και την παραβατική, άκρως προκλητική συμπεριφορά των τούρκων ψαράδων στη Λέσβο.
Σε διπλωματικό επίπεδο, το προανάκρουσμα αυτής της τακτικής δόθηκε στις 17 Ιουλίου με την απαράδεκτη και παντελώς αστήρικτη νομική επιστολή του μονίμου αντιπροσώπου της Τουρκίας στον ΟΗΕ, πρέσβη κ. Σινιρλίογλου. Στην επιστολή αυτή, που υπονομεύει την προσπάθεια των διερευνητικών επαφών, συνδέονται σε έναν παραμορφωτικό νομικό και διπλωματικό πολτό έωλων επιχειρημάτων και ανήκουστων αξιώσεων: η αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου με την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επ’ αυτών καθώς και το δικαίωμα της Ελλάδας να επικαλείται έναντι της Τουρκίας την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών
με βάση αυτά τα νησιά. Η επιστολή αυτή απαντήθηκε με σαφήνεια από το υπουργείο Εξωτερικών και τον Νίκο Δένδια.
Όλα τα προαναφερόμενα καθιστούν, για ακόμα μία φορά, σαφές ότι Αθήνα και Άγκυρα αντιλαμβάνονται με τελείως διαφορετικό τρόπο την έννοια της ύφεσης. Για την Ελλάδα η ύφεση και οι Χωρίς εντάσεις γειτονικές σχέσεις είναι σταθερή στρατηγική επιλογή. Για την Άγκυρα, αντιθέτως, η ύφεση είναι τακτικός ελιγμός για να κερδίζει χρόνο και να δημιουργεί εντυπώσεις.
Εν όψει του 2023 και της επετείου των εκατό χρόνων από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, η νεο-οθωμανική εξωτερική πολιτική του Ερντογάν δεν θα αλλάξει. Αντιθέτως, θα ενισχύεται. Ο Ερντογάν θέλει να μείνει στην τουρκική Ιστορία ως μεγαλύτερος ηγέτης από τον Κεμάλ Ατατούρκ. Πώς; «Βελτιώνοντας» «de facto» και όχι «de jure», προς όφελος της Τουρκίας τη γεωπολιτική κληρονομιά που παρέλαβε από τον Κεμάλ. Δηλαδή, τη Συνθήκη της Λωζάννης, που και αυτή το 2023 κλείνει εκατό χρόνια από τη συνομολόγησή της και τη ρύθμιση των πραγμάτων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Εάν αυτή η εκτίμηση είναι σωστή, που πιστεύω ότι είναι, έχουμε μπροστά μας δύο δύσκολα χρόνια στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Η δική μας απάντηση σε όλα αυτά είναι μια αποφασιστική πολιτική διπλωματικής και αμυντικής ανάσχεσης. Ό,τι δηλαδή κάνει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αφενός ενισχύοντας και εμπλουτίζοντας τις αμυντικές και στρατιωτικές δυνατότητες της χώρας, αφετέρου πυκνώνοντας και ισχυροποιώντας το δίκτυο των περιφερειακών συμμαχιών της και βεβαίως- προβάλλοντας αποφασιστικά τις θέσεις της σε όλα τα διεθνή φόρα. Η στιβαρότητα θέσεων και ενεργειών πρέπει να είναι το κύριο χαρακτηριστικό της στάσης μας απέναντι. στην Τουρκία. Άλλωστε οι προκλητικές ενέργειες των τελευταίων ημερών εκ μέρους της Άγκυρας δικαιώνουν τους συνηγόρους της αποφασιστικότητας και όχι τους αιθεροβάμονες του κατευνασμού.
*βουλευτής του Βόρειου Τομέα της Αθήνας με τη Νέα Δημοκρατία