του Σωτήρη Ντάλη*
Για άλλη μια φορά στο διεθνές θέατρο βλέπουμε να αλλάζουν τόσο το σκηνικό όσο και ο θίασος, αλλά και το έργο που παίζεται. Όμως η έννοια της ισχύος, αν και σε μεγάλο βαθμό ακαθόριστη παραμένει στο κέντρο του διεθνούς θεάτρου. Προφανώς χωρίς επαρκή ισχύ, μια χώρα δεν μπορεί να επιβιώσει, πολύ περισσότερο να κυριαρχήσει σε έναν ταραχώδη κόσμο. Όμως η ισχύς δεν πρέπει να ταυτίζεται με τη δύναμη που είναι η συγκεκριμένη χρήση στρατιωτικών μέσων. Η ισχύς είναι μια γενικότερη ικανότητα της χώρας να χαράξει τον δρόμο της. Η ταύτιση της ισχύος μόνο με επιλογές καταναγκασμού Ισοδυναμεί με την αγνόηση της συνεργασίας, του αμοιβαίου συμβιβασμού, της αλληλεγγύης και του αμοιβαίου οφέλους.
Σήμερα σε έναν κόσμο πολυπολικό καλούμαστε να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια της ισχύος.
Ο καθηγητής Τζότζεφ Νάι, ίσως ο σημαντικότερος σήμερα μελετητής της έννοιας της ισχύος στη διεθνή πολιτική, έβαλε στη συζήτηση τις έννοιες της ήπιας και έξυπνης ισχύος. Είναι άραγε αυτές Χρήσιμα εργαλεία για έναν «έντιμο» συμβιβασμό της ισχύος με τη δικαιοσύνη;
Στις σύγχρονες κοινωνίες όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, υπάρχουν θεσμοί που προσφέρουν ρυθμιστικούς μηχανισμούς. Αντιθέτως στο διεθνές σύστημα παρατηρείται μια απουσία αποτελεσματικών και νομιμοποιημένων θεσμών.
Η ΕΕ είναι από τη φύση της ήπια δύναμη και τις περισσότερες φορές αδυνατεί να αντιληφθεί συμπεριφορές ισχύος από χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα. Το τελευταίο διάστημα οι ΗΠΑ αιφνιδίασαν δυο φορές την ΕΕ.
Τη μια με την αποχώρησή τους από το Αφγανιστάν και τη δεύτερη με την πρόσφατη στρατηγική συμφωνία με Μεγάλη Βρετανία και Αυστραλία για την αντιμετώπιση της Κίνας.
Οι δυο πλευρές του Ατλαντικού, βρίσκονται πλέον σε έναν μετα-ηγεμονικό κόσμο που είναι πιο ψηφιακός, πιο κινεζικός, έναν κόσμο της διακινδύνευσης και του ρίσκου και μάλιστα σε μια εποχή όπου μια μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στη δημοκρατία και τον λαϊκισμό είναι σε εξέλιξη.
Για να έλθουμε στα θέματα ισχύος και ηγεσίας στην ΕΕ, πρέπει να θυμίσουμε πως η μεταπολεμική καχυποψία ι οδήγησε ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ να αφιερώσουν τη στρατηγική τους ώστε να εξασφαλίσουν ότι η Γερμανία δεν θα ξαναγίνει παντοδύναμη. Όμως η ΕΕ χρειάζεται ισχύ και ηγεσία και η Γερμανία δυσκολεύεται να ανταποκριθεί. Το Βερολίνο πρέπει να αναλάβει περισσότερες ευθύνες σε επίπεδο γεωπολιτικής. Αυτό δεν είναι εύκολο για μια χώρα με τόσο τρομακτική Ιστορία, η οποία έχει αποτυπωθεί στη συλλογική μνήμη των πολιτών της, με αποτέλεσμα να μεταθέτουν σε άλλους την ευθύνη για την ασφάλεια, υπογράμμιζε πρόσφατα ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, πρώην υπουργός Εξωτερικών και αντικαγκελάριος της Γερμανίας. Η αποφυγή της γεωπολιτικής για μια χώρα 80 εκατομμυρίων που βρίσκεται στο κέντρο της Ευρώπης και είναι η οικονομική ατμομηχανή της ΕΕ δεν αποτελεί επιλογή.
Όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Σχέδιο που δοκιμάζεται τα τελευταία χρόνια από πολυεπίπεδες κρίσεις, αλλά επιβιώνει, αποτελεί πλέον μια πολιτική, οικονομική, θεσμική και νομική πραγματικότητα και ένα κύριο χαρακτηριστικό της καθημερινής ζωής των ευρωπαίων πολιτών. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε πως η Ευρώπη εξαρτάται κυρίως από τη ζωτικότητα της ιδέας στην οποία βασίζεται.
Αν αυτή η ευρωπαϊκή ιδέα υποχωρεί μεταξύ των πολιτών και των λαών της Ευρώπης, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποτελέσει παρελθόν. Σε έναν κόσμο ραγδαίων αλλαγών η ΕΕ δεν μπορεί να πορευτεί με πολιτικές μικρών βημάτων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να προχωρήσει και ως γεωπολιτική δύναμη, με περισσότερη στρατηγική σκέψη, περισσότερα μέσα και σύγκλιση συμφερόντων.
Απέναντι στους παράγοντες αποσταθεροποίησης χρειάζεται περισσότερη ευρωπαϊκή κυριαρχία και στρατηγική αυτονομία.
*αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, πρόσφατα επιμελήθηκε τη συλλογική έκδοση «Μετά την πανδημία. Η Ελλάδα, η Ευρώπη και ο κόσμος στη σκιά της δυστοπίας» (εκδ. Παπαζήση)
**πρώτη δημοσίευση: Η Εφημερίδα, «ΤΑ ΝΕΑ»