του Παναγιώτη Κορκολή*
Η Ελλάδα θα λάβει από το Ταμείο Ανάκαμψης περίπου 12,7 δισ. ευρώ σε δάνεια. Πρόσφατα τέθηκε σε διαβούλευση το θεσμικό πλαίσιο διαχείρισης των δανείων και καθορισμού των σχετικών «επιλεξιμοτήτων». Η διαβούλευση διήρκεσε μόλις 5 ημέρες και επομένως εύλογα θεωρήθηκε προσχηματική. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι το σχετικό κείμενο επιβεβαιώνει τους φόβους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ). περί αποκλεισμού τους από την πρόσβαση στα κεφάλαια αυτά. Παράλληλα, πολλοί ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκφράζουν ανησυχίες ότι η ελληνική Κυβέρνηση δίνει προτεραιότητα σε «ασφαλείς» επενδύσεις, δηλαδή σε επενδύσεις που θα μπορούσαν ούτως ή άλλως να βρουν χρηματοδότηση, και όχι σε επενδύσεις υψηλότερου ρίσκου σε τομείς αιχμής και σε ΜμΕ που χρειάζονται δημόσια στήριξη για να κάνουν το επόμενο βήμα. Επίσης, περιβαλλοντικές οργανώσεις εύλογα θεωρούν ότι δεν διασφαλίζεται η τήρηση του βασικού όρου της ΕΕ περί μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης στο περιβάλλον, καθώς για επενδύσεις Χαμηλότερες των 10 εκατ. ευρώ αρκεί μια υπεύθυνη δήλωση συμμόρφωσης του επενδυτή!
Φόβοι και ανησυχίες επιβεβαιώνονται: η επιλογή των δανείων προς τις επιχειρήσεις θα γίνεται αποκλειστικά με κριτήρια της αγοράς, μέσω της αξιολόγησης αυτών από τις συνεργαζόμενες τράπεζες και από «ανεξάρτητους» ιδιωτικούς φορείς που θα λειτουργούν για λογαριασμό του Δημοσίου, δηλαδή από ιδιώτες συμβούλους που θα προσλάβει για αυτόν τον σκοπό η κυβέρνηση. Τα δάνεια θα κατευθύνονται σε επενδυτικά σχέδια που εμπίπτουν σε πέντε γενικούς επενδυτικούς στόχους: α) ψηφιακός μετασχηματισμός, β) πράσινη μετάβαση, γ) εξωστρέφεια, δ) ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας μέσω συνεργασιών, εξαγορών και συγχωνεύσεων, ει καινοτομία - έρευνα & ανάπτυξη. Ποσοτική δέσμευση υπάρχει μόνο για τους στόχους α) και β).
Πέραν αυτών των γενικών στόχων, απουσιάζουν επιμέρους στοχεύσεις, κριτήρια, κίνητρα ή ρήτρες. Δεν τίθενται ρήτρες υποχρέωσης δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας ή διατήρησης υφιστάμενων, επομένως δεν ενδιαφέρει η επίπτωση στην απασχόληση.
Δεν αντιμετωπίζονται οι ιδιαίτερες προκλήσεις των νεοφυών επιχειρήσεων. Το σημαντικότερο: δεν υπάρχει καμία στόχευση για αύξηση της εγχώριας παραγόμενης αξίας με προτεραιότητα στις παραγωγικές επενδύσεις και στη βιομηχανία. Ένα ακόμα μεγάλο ξενοδοχείο σε κορεσμένη τουριστικά περιοχή θα βρει εύκολα χρηματοδότηση, ενώ μια νέα μικρή μεταποιητική μονάδα στον τομέα των υλικών, με εξαγωγικές προοπτικές, ΔΕΝ θα έχει πρόσβαση στα δάνεια αυτά! Συνεπώς δεν υπηρετείται ο στόχος μετασχηματισμού του παραγωγικού μοντέλου, αφού τελικά οι τράπεζες θα συνεχίζουν να κάνουν αυτό που έκαναν μέχρι σήμερα έχοντας απλά (και) τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης στη διάθεσή τους.
Επιπλέον, αποκλείεται η μεγάλη πλειονότητα των ΜμΕ από την πρόσβαση στους πόρους αυτούς. Σήμερα, σύμφωνα με την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, οι εμπορικές τράπεζες θεωρούν επιλέξιμες για χρηματοδότηση μόλις 30.000 επιχειρήσεις (επί συνόλου 800.000). Ακόμα και μικρές εξαγωγικές ΜμΕ δεν καταφέρνουν να βρουν Χρηματοδότηση είτε για την υλοποίηση επενδυτικού σχεδίου είτε για άλλες ανάγκες όπως κεφάλαιο κίνησης. Σε χειρότερη μοίρα βρίσκονται δυναμικές νεοφυείς ΜμΕ ή ΜμΕ που έχουν ένα καινοτόμο επενδυτικό πλάνο. Όπως είναι γνωστό διεθνώς, η έρευνα και η καινοτομία δύσκολα χρηματοδοτούνται με βάση τη συνήθη τραπεζική πρακτική, επομένως αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει, παρά τη γενικόλογη στόχευση περί εξωστρέφειας και καινοτομίας. Είναι επίσης φανερό ότι η απάντηση σε αυτά τα προβλήματα δεν μπορεί να περιορίζεται στη λογική συγχωνεύσεων και εξαγορών που εκτός των άλλων έχουν τον κίνδυνο δημιουργίας ή ενίσχυσης των ολιγοπωλίων.
Με άλλα λόγια, στο σχέδιο της κυβέρνησης, δεν χρησιμοποιούνται οι δημόσιοι πόροι για να αντιμετωπιστούν τα κενά της αγοράς λες και αυτά δεν υπάρχουν στην Ελλάδα. Μια διαφορετική στρατηγική – η οποία ακολουθείται σε όλη την Ευρώπη - θα είχε στόχο την αύξηση της περιμέτρου των επιλέξιμων επιχειρήσεων με ειδικά μέσα Χρηματοοικονομικής τεχνικής που μειώνουν το ρίσκο των τραπεζών (π.χ. εγγυήσεις), και ανάληψη του ρίσκου αυτού από έναν δημόσιο φορέα (π.χ. την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα), με χρήση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης.
*υπεύθυνος Ανάπτυξης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών «ΕΝΑ», πρώην γενικός γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ, σύμβουλος του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλ. Τσίπρα