του N. Peter Kramer
Αφού την περασμένη εβδομάδα οι αρχηγοί κυβερνήσεων της ΕΕ δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε συμφωνία μετά από 10 ώρες συζήτησης, πρότειναν μια έκτακτη συνεδρίαση των υπουργών ενέργειας της ΕΕ. Στην ουσία υποστήριξαν την θέση 11 κρατών-μελών που εναντιώνονται στις προτάσεις της Ισπανίας, της Γαλλίας και άλλων χωρών του Νότου όσον αφορά στην θέσπιση θεμελιωδών μεταρρυθμίσεων στην ενεργειακή αγορά της ΕΕ. Οι 11, συμπεριλαμβανομένης και της Γερμανίας, πιστεύουν ότι δεν χρειάζονται βιαστικές κινήσεις.
Θεωρούν, όπως άλλωστε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ότι οι υψηλές τιμές της ενέργειας είναι ένα παγκόσμιο, προσωρινό φαινόμενο που δεν συνιστά αιτία περαιτέρω παρέμβασης. Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Ενέργειας, Kadri Simson, δήλωσε ότι η σημερινή αύξηση των τιμών είναι προσωρινή και «οφείλεται στην έκτακτη παγκόσμια ζήτηση φυσικού αερίου και όχι στον ευρύτερο σχεδιασμό της ενεργειακής αγοράς της ΕΕ».
Από την άλλη πλευρά, η υπουργός Ενέργειας της Ισπανίας, Sara Aagesen Munoz, προσπάθησε να βρει υποστήριξη για μια κοινή αγορά φυσικού αερίου από την ΕΕ, όπως συνέβη και στην επιτυχή κοινή προμήθεια εμβολίων COVID-19 από την ΕΕ. Όμως, ο Ολλανδός συνάδελφός της Stef Blok δήλωσε ότι η κοινή αγορά «δεν αποτελεί εγγύηση για χαμηλότερες τιμές» και πρόσθεσε: «Εάν η ζήτηση στην Ασία είναι υψηλή και η ΕΕ είναι πρόθυμη να πληρώσει λιγότερα, οι παραγωγοί φυσικού αερίου θα αποφασίσουν να παραδώσουν εκεί όπου πληρώνουν περισσότερα».
Έτσι, η "εργαλειοθήκη" της Επιτροπής με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους τα κράτη-μέλη, έτυχε ευρείας αποδοχής. Γεγονός που σημαίνει ότι τα μέτρα αυτά περιορίζονται κυρίως σε προσωρινές περικοπές εθνικών φόρων που σχετίζονται με την ενέργεια και που συνήθως αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο των λογαριασμών ρεύματος. Έτσι, παραμένει στην ευθύνη των ίδιων των κρατών-μελών αν θα ‘ανακουφίσουν’ τα νοικοκυριά και τους επιχειρηματίες.
Ωστόσο, η συζήτηση για την ενεργειακή κρίση σίγουρα δεν έχει φτάσει στο τέλος της. Είναι σαφές ότι μακροπρόθεσμα, ιδίως τα νότια κράτη-μέλη θα θελήσουν να λάβουν δραστικότερα μέτρα ώστε να αποτρέψουν την επανάληψή της. Προσεχώς, το θέμα θα επανέλθει στην ημερήσια διάταξη τόσο των υπουργών ενέργειας όσο και των ηγετών της ΕΕ.