του Giles Merritt*
Ο λιμός στο Αφγανιστάν μοιάζει αναπόφευκτος, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό των 39 εκατομμυρίων κατοίκων της χώρας κινδυνεύει από την πείνα. Σε άλλες περιοχές του κόσμου, η κλιματική αλλαγή και ο αντίκτυπος της πανδημίας covid επιτείνουν τους φόβους για λιμό. Στην κορυφή της λίστας των πληγέντων βρίσκονται η Αιθιοπία, η Μαδαγασκάρη, το Νότιο Σουδάν, η Συρία και η Υεμένη.
Τι πρέπει να κάνουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλοι σημαντικοί διεθνείς παράγοντες, όχι μόνο για τις άμεσες κρίσεις αλλά και για τις μακροπρόθεσμες απειλές; Η προστατευτική στάση της ΕΕ για το εμπόριο γεωργικών προϊόντων έρχεται εδώ και καιρό σε σύγκρουση με τις διεθνείς αναπτυξιακές της προσπάθειες, ενώ η επιδείνωση της εικόνας της επισιτιστικής ασφάλειας πρόκειται να εντείνει την τάση αυτή.
Οι τρομερές εικόνες λιμού στις οθόνες μας είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν επείγουσες εκκλήσεις για επανεξέταση του τρόπου διατροφής του πληθυσμού της γης που αυξάνεται αμείλικτα. Τα ποσοστά γεννήσεων έχουν επιβραδυνθεί λίγο, αλλά καθώς αναμένεται η ανθρωπότητα να φθάσει τα 9 δισεκατομμύρια -ή και περισσότερα- άτομα μέχρι το 2060, θα είναι δύσκολο να ικανοποιηθούν οι αυξημένες ανάγκες για τρόφιμα σε ένα πιο πράσινο περιβάλλον.
Ο αριθμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Ευρώπη μειώθηκε μέσα σε δύο δεκαετίες κατά περισσότερο από το ένα τρίτο
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή γνωρίζει καλά την πρόκληση αυτή εδώ και αρκετό καιρό, αλλά δεν έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο. Το 2015, το Κοινό Κέντρο Ερευνών της δημοσίευσε έκθεση για την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια. Τότε προειδοποίησε ότι είναι «απαραίτητο για την Ευρώπη να ακολουθήσει μια ευρύτερη προσέγγιση... απαιτούνται καλύτερες πολιτικές σε επίπεδο ΕΕ για να μεταβούμε από την επισιτιστική ασφάλεια στα επισιτιστικά συστήματα».
Έκτοτε, τα πράγματα δείχνουν -τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο, όσο και στην Ευρώπη- να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Όχι μόνο όσον αφορά την παραγωγή τροφίμων και την παραγωγικότητα, αλλά και τα πολύπλοκα κοινωνικοοικονομικά ζητήματα που περιβάλλουν τη γεωργία. Το κλείσιμο γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Ευρώπη και το αυξημένο ενδιαφέρον των Αφρικανών μικροκαλλιεργητών για τη ζωή στην πόλη είναι μη αναστρέψιμες τάσεις. Εν τω μεταξύ, η υποβάθμιση του εδάφους, η μονοκαλλιέργεια και η υπερβολική χρήση αγροχημικών προκαλούν σοβαρές ανησυχίες.
Ο αριθμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Ευρώπη μειώθηκε μέσα σε δύο δεκαετίες κατά πολύ περισσότερο από το ένα τρίτο, επιταχύνοντας την αγροτική «ερημοποίηση» και μειώνοντας την επισιτιστική ασφάλεια. «Το γεγονός ότι χάθηκαν τέσσερα εκατομμύρια αγροκτήματα στην ΕΕ οφείλεται σε ένα λάθος στην προηγούμενη ΚΑΠ» - σύμφωνα με τον Επίτροπο Γεωργίας της ΕΕ Γιάννους Βοϊτσεχόφσκι. «Η στήριξη ήταν υπερβολικά προσανατολισμένη προς τη βιομηχανική γεωργία και όχι αρκετά προς τις μικρές και μεσαίες εκμεταλλεύσεις».
Η αποψίλωση της υπαίθρου σε συνδυασμό με μη βιώσιμες μεθόδους καλλιέργειας, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε δραματική μείωση των αποδόσεων των καλλιεργειών - σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (ΕΟΠ). Ειδικά στην νότια Ευρώπη - όπως προειδοποιεί ο ΕΟΠ, η παραγωγή σιταριού, καλαμποκιού και τεύτλων θα μπορούσε να υποστεί μείωση κατά 50% μέχρι το 2050.
Οι χώρες της ΕΕ μπορούν να αυξήσουν τις εισαγωγές τους, αλλά με τις παγκόσμιες τιμές των πιο κρίσιμων τροφίμων να βρίσκονται στα ύψη, αυτό δεν αποτελεί επιλογή για τα φτωχότερα κράτη. Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ εκτιμά ότι σχεδόν ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι δεν έχουν αρκετό φαγητό. Ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) εκτιμά ότι το 30% της ανθρωπότητας πλήττεται από ελλείψεις τροφίμων.
Πρόκειται για μια σημαντική ευκαιρία η ΕΕ να αποκτήσει έναν ισχυρότερο παγκόσμιο ρόλο
Η απάντηση είναι η μαζική βελτίωση της γεωργικής παραγωγικότητας που μπορούν να προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες. Το πρόβλημα είναι ότι η βελτίωση της παραγωγής τροφίμων ανταγωνίζεται τη διατήρηση των υδατικών πόρων. Η Σαουδική Αραβία είναι γνωστό παράδειγμα του πώς οι γενναιόδωρες αλλά κοντόφθαλμες επιδοτήσεις για την παραγωγή δημητριακών προκάλεσαν μια μεγάλη κρίση νερού.
Προς το παρόν δεν υπάρχουν «μαγικές» τεχνολογικές λύσεις - πέραν από βελτιωμένες ποικιλίες ρυζιού και δημητριακών που αντιστέκονται στις ασθένειες και αυξάνουν τις αποδόσεις, και καλύτερες μεθόδους μεταφοράς και αποθήκευσης για τη μείωση της σπατάλης. Οι προοπτικές είναι βαθύτατα ανησυχητικές, όταν τοποθετούνται σε ένα πλαίσιο πληθυσμιακής έκρηξης που μέσα σε 25 χρόνια θα διπλασιάσει τον πληθυσμό της Αφρικής σε 2,5 δισεκατομμύρια και τον πληθυσμό του αραβικού κόσμου σε σχεδόν 1 δισεκατομμύριο.
Ωστόσο, αυτό είναι επίσης μια σημαντική ευκαιρία η ΕΕ να αποκτήσει έναν ισχυρότερο παγκόσμιο ρόλο. Η εξέχουσα θέση της Ευρώπης στο διεθνές εμπορικό σύστημα, η εστίασή της στην αναπτυξιακή βοήθεια για τις φτωχότερες χώρες και οι φιλοδοξίες της να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην ατζέντα για την κλιματική αλλαγή, όλα δείχνουν προς τη διαμόρφωση μιας πιο ενεργής παγκόσμιας στρατηγικής για τα τρόφιμα.
Οι επιδοτήσεις της ΚΑΠ της ΕΕ για την περίοδο 2023-2027 έχουν πλέον «κλειδώσει» και η στρατηγική της «Από το αγρόκτημα στο πιάτο» είναι ευθυγραμμισμένη με την Πράσινη Συμφωνία της. Αλλά αυτά είναι προσωρινά μέτρα, με το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF) να δηλώνει ότι «το σύστημα τροφίμων της ΕΕ δεν είναι βιώσιμο και απαιτούνται σημαντικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο παράγουμε, εμπορευόμαστε και καταναλώνουμε τρόφιμα».
Η αποτελεσματικότητα αυτών των μεταρρυθμίσεων σε συνδυασμό με την επανεξέταση της παγκόσμιας πολιτικής τροφίμων είναι αδιαμφισβήτητη. Λιγότερο σαφής παραμένει η πολιτική βούληση της ΕΕ...
*Ιδρυτής, «Friends of Europe»
**πρώτη δημοσίευση: www.friendsofeurope.org