του Κωνσταντίνου Φίλη*
Η ένταση γύρω από την Ουκρανία παραμένει αμείωτη. Υπάρχουν συνεχείς διαβουλεύσεις ανάμεσα στους ηγέτες των εμπλεκόμενων μερών και οι ισορροπίες μοιάζουν οριακές, με την Ουκρανία στη μέση, όχι σαν πολύφερνη νύφη, αλλά ως το πεδίο μίας αντιπαράθεσης που την ξεπερνά κατά πολύ. Οι εξελίξεις της περασμένης εβδομάδας ανέδειξαν τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και η αλήθεια είναι πως ενώ αρχικά έτρεχε πίσω από τις εξελίξεις, τώρα παίρνει το πάνω χέρι, με μπροστάρη τον Μακρόν και δευτερευόντως τον Σολτς. Αυτό, άλλωστε, μας οδήγησε στην ενεργοποίηση του σχήματος της Νορμανδίας, που δημιουργήθηκε στον απόηχο της προσάρτησης της Κριμαίας αλλά βρισκόταν εν υπνώσει εδώ και μία διετία. Αφορά σε ένα σχήμα ανάμεσα σε Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Ουκρανία, το οποίο πάντως μέχρι σήμερα δεν έχει αποδώσει καρπούς. Παρ’ όλα αυτά συνιστά μία προσπάθεια του προέδρου Μακρόν η τυχόν αποκλιμάκωση της έντασης να έχει τη δική του σφραγίδα. Και πέραν της προφανούς διάστασης, ο Γάλλος πρόεδρος θα ήθελε να πιστωθεί μία διπλωματική επιτυχία λίγο πριν από τις προεδρικές εκλογές στη χώρα του, αξιοποιώντας την άσκηση της προεδρίας της ΕΕ. Από την άλλη, θα χρεωθεί την αποτυχία, με πολλούς κύκλους εντός Ευρώπης αλλά και πέραν του Ατλαντικού να τον εγκαλούν ήδη για υποχωρητικότητα έναντι του Πούτιν. Μετά δε την αποστροφή του σε ερώτηση γάλλου δημοσιογράφου, κατά την οποία δεν απέκλεισε ως σενάριο τη «φινλανδοποίηση» της Ουκρανίας βρέθηκε στο στόχαστρο κυρίως όσων διακατέχονται από αντιρωσικά αισθήματα. Αλλά ακόμη και η ξαφνική κινητοποίηση του γερμανού καγκελαρίου, οφείλεται μεν και στη χαμηλή δημοφιλία του όπως και στην ανησυχία του Βερολίνου ότι το Παρίσι έπαιρνε το πάνω χέρι σε ένα θέμα μείζονος σημασίας για τη Γηραιά Ήπειρο αλλά και τη Γερμανία. Το χάσμα δείχνει μεγαλύτερο μεταξύ των δύο μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων και του αγγλοσαξονικού κόσμου. Ενώ επιχειρείται να δοθεί η εικόνα του συντονισμού της Δύσης, οι δύο πλευρές προσώρας δεν συμπλέουν.
Κάτι που ικανοποιεί τον Πούτιν, ο οποίος σε ό,τι έχει να κάνει με την Ουκρανία είναι ο ρυθμιστής των εξελίξεων. Ωστόσο, έχει επιλέξει να κινείται στην κόψη του ξυραφιού, στέλνοντας αμφίσημα μηνύματα, στον βαθμό που έχει αποφασίσει πως θα κινηθεί και δεν είναι και αυτός μετέωρος, εκτός των Δυτικών που εναγωνίως προσπαθούν να τον ερμηνεύσουν. Συγκεντρώνοντας, λοιπόν, ολοένα και μεγαλύτερες δυνάμεις στα σύνορα με την Ουκρανία αλλά και τη Λευκορωσία που είναι πιο κοντά στο Κίεβο και κάνοντας στρατιωτικές ασκήσεις με τους Λευκορώσους, καλλιεργεί την εικόνα της πολεμικής προετοιμασίας, ενώ οι υπουργοί του εξακολουθούν να αρνούνται πεισματικά το ενδεχόμενο επέμβασης. Πάντως, αρκετοί στη Δύση αντιμετωπίζουν το θέμα με όρους υστερίας, εμφορούμενοι από μένος εναντίον της Μόσχας, απεμπολώντας την αξιοπιστία των λόγων τους και δυσχεραίνοντας την έτσι και αλλιώς αμφίβολη εξεύρεση κοινού τόπου/μετώπου απέναντι στη Ρωσία.
Όσο όμως συντηρείται και διαιωνίζεται η υφιστάμενη κατάσταση και η Μόσχα εμφανίζεται ως επιθετική δύναμη, που εκφοβίζει τους γείτονές της, τόσο αποκτούν επιχειρήματα και ερείσματα οι αντίπαλοί της και συσπειρώνονται οι κοινωνίες. Το ερώτημα, συνεπώς, είναι αν ο Πούτιν έχει σχέδιο εξόδου από την κρίση, δεδομένου ότι δεν πρόκειται να λάβει όσα αξιώνει. Θα αρκεστεί στην εικόνα ότι υποχρέωσε ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ να τον δουν με άλλο μάτι και να καθίσουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, εν μέρει με τους όρους της Μόσχας; Εν τέλει, πάντως, το πραγματικό διακύβευμα είναι ο ρόλος των ισχυρών δρώντων την επόμενη μέρα. Θέλει και θα καταφέρει άραγε η Ευρώπη ενιαία να τακτοποιήσει τα του οίκου της απέναντι (και) στη Ρωσία ώστε οι Ηνωμένες Πολιτείες να στραφούν στην Ασία; Θα τη διασπάσει μήπως η φιλόδοξη Μεγάλη Βρετανία; Θα σταματήσει έστω de facto η διεύρυνση του NATO; Μήπως τελικά ξαναμοιραστεί η τράπουλα όπως στη Γιάλτα το 1945;
*διευθυντής IGA και αναπληρωτής καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος, Κυκλοφορεί το βιβλίο του «Διεκδικητικός Πατριωτισμός. Ανατομία μίας συζήτησης που δεν έγινε ποτέ» (εκδόσεις Παπαδόπουλος)