του Αλέξανδρου Καψύλη*
Στο Ευρωκοινοβούλιο και τις κυβερνήσεις των 27 κρατών-μελών της ΕΕ θα συζητηθούν οι προτάσεις που καταθέτει την Τετάρτη, 23 Φεβρουαρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την εταιρική συλλογική και περιβαλλοντική ευθύνη. Στόχος της νέας νομοθεσίας είναι να υποχρεωθούν όχι μόνο οι επιχειρήσεις της Ευρώπης αλλά και οι θυγατρικές τους σε τρίτες χώρες και οι υπεργολάβοι και προμηθευτές τους «να σέβονται και να επαγρυπνούν» για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος.
Αιτία της νέας πρωτοβουλίας της Κομισιόν είναι το πλήθος των καταγγελιών για συνεργασίες μεγάλων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων με εταιρείες σε χώρες της ασιατικής ηπείρου συνήθως, οι οποίες παραβιάζουν κατάφωρα τα δικαιώματα των εργαζομένων, βασίζουν εν πολλοίς την παραγωγή τους στην παιδική ή καταναγκαστική εργασία, ενώ δεν λαμβάνουν καμία πρόνοια για την προστασία του πλανήτη. Ηγετικά στελέχη Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων θα δώσουν την έγκρισή τους για την τελική μορφή που θα λάβει η σχετική νομοθεσία.
Υποχρέωση για επαγρύπνηση
Το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η ΕΕ βασίζεται σε σχετικούς νόμους που ισχύουν σε διάφορες χώρες-μέλη (στη Γερμανία, στην Αυστρία, στην Ολλανδία και από το 2017 στη Γαλλία) που αφορούν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων και κοινωνικών δικαιωμάτων (παιδική εργασία, καταναγκαστική εργασία, καταχρηστικές εκτοπίσεις, ασφάλεια των κτιρίων) εκ μέρους θυγατρικών ή συνεργαζόμενων επιχειρήσεων με ευρωπαϊκές εταιρείες, καθώς επίσης και περιβαλλοντικές βλάβες (εκχερσώσεις και καταστροφές δασών, μόλυνση του περιβάλλοντος, τοξικά απόβλητα) που προκαλούν οι επιχειρήσεις αυτές.
Σύμφωνα με σχέδιο της νέας νομοθεσίας που περιήλθε στην κατοχή του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων (AFP), «αν μια επιχείρηση διαπιστώνει πιθανές αρνητικές επιπτώσεις αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα ή το περιβάλλον θα πρέπει να λαμβάνει τα προσήκοντα μέτρα για να τις προλαμβάνει και να τις περιορίζει στο ελάχιστο», κυρίως μέσω «συμβατικών εγγυήσεων» που θα απαιτεί από τους υπεργολάβους ή τους τακτικούς εμπορικούς της εταίρους.
Η Κομισιόν ξεκαθαρίζει, πάντως, ότι μια απλή αναφορά στα συμβόλαια δεν αρκεί για να θεραπεύσει το φαινόμενο: «οι εταιρείες πρέπει να υιοθετούν μέτρα ώστε να βεβαιώνονται ότι οι συνεργάτες τους σε τρίτες χώρες σέβονται και τηρούν τα συμπεφωνημένα». Και όταν διαπιστώνουν παραβιάσεις, υποχρεούνται να λαμβάνουν μέτρα διορθωτικά. Σε τακτά χρονικά διαστήματα, το αργότερο μια φορά ετησίως, θα πρέπει να συντάσσουν έναν απολογισμό για τον αντίκτυπο των δραστηριοτήτων τους στις ανθρώπινες κοινωνίες και το περιβάλλον.
Κριτήρια εξαίρεσης
Δεν θα υποχρεώνονται, ωστόσο, όλες οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να φροντίζουν για το «ποιόν και τη συμπεριφορά» των εταίρων και συνεργατών τους σε τρίτες χώρες. Σε αντίθεση με την απόφαση που έλαβε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το Μάρτιο του 2021, η Επιτροπή προτείνει να εξαιρεθούν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις από την υποχρέωση, καθώς θα είναι πολύ μεγάλο το οικονομικό και διοικητικό βάρος που διαφορετικά θα κληθούν να επωμιστούν.
Έτσι, την «υποχρέωση για επαγρύπνηση» θα έχουν μόνο οι μεγάλοι ευρωπαϊκοί επιχειρηματικοί όμιλοι που απασχολούν περισσότερους από 500 εργαζομένους και/ή έχουν ετήσιο τζίρο άνω των 150 εκατ. ευρώ. Επίσης, θα υποχρεούνται να τηρούν τους νέους κανόνες και οι επιχειρήσεις που δεν εδρεύουν στην ΕΕ, αλλά πραγματοποιούν τζίρο 150 εκατ. ευρώ στις χώρες-μέλη της Ένωσης.
«Απλοποιημένες υποχρεώσεις για επαγρύπνηση» (θα περιορίζονται μόνο στην αποτροπή «μείζονων απειλών» για την κοινωνία και το περιβάλλον) θα έχουν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερους από 250 εργαζόμενους και/ή πραγματοποιούν πωλήσεις άνω των 40 εκατ. ευρώ ετησίως στους «τομείς υψηλού ρίσκου» για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή για περιβαλλοντικές βλάβες, όπως είναι η κλωστοϋφαντουργία, η βυρσοδεψία και επεξεργασία του δέρματος, η εξόρυξη ορυκτών ή η γεωργικές καλλιέργειες.
Στα ευρωπαϊκά δικαστήρια
Επίσης μη εδρεύοντες στην Ευρώπη επιχειρηματικοί όμιλοι που πραγματοποιούν τζίρους τουλάχιστον 40 εκατ. ευρώ στις χώρες της ΕΕ και το ήμισυ του τζίρου τους προέρχεται από τους τομείς αυτούς, θα υποχρεούνται να τηρούν τους νέους κανόνες που ετοιμάζει η Ένωση. Σύμφωνα με τη γαλλική εφημερίδα «Le Figaro», περίπου 13.000 ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και 4.000 επιχειρήσεις τρίτων χωρών εμπίπτουν στα κριτήρια που θέτει η Κομισιόν.
Άπαξ και εγκριθεί η ευρωπαϊκή νομοθεσία και καταστεί μέρος του εσωτερικού δικαίου των κρατών-μελών, οι κυβερνήσεις θα είναι υποχρεωμένες να επιβλέπουν την εφαρμογή των κανόνων και να επιβάλλουν διοικητικά πρόστιμα στους παραβάτες.
Όσο για τα θύματα καταχρηστικών συμπεριφορών, ακόμα κι αν πρόκειται για ξένους υπηκόους και συμβάντα εκτός ΕΕ για τα οποία υπεύθυνες είναι ξένες εταιρείες που έχουν υπεργολαβική σχέση με κάποια ευρωπαϊκή, θα έχουν το δικαίωμα να καταφεύγουν στα ευρωπαϊκά δικαστήρια για να διεκδικούν από τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αποζημιώσεις. Εφόσον βέβαια οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν καταφέρουν να αποδείξουν πως είχαν πράξει «ό,τι ήταν λογικά δυνατό» για να περιορίσουν το ρίσκο καταχρήσεων και ατυχημάτων.
«Σαν να μην έχει συμβεί τίποτα»
Για «ατολμία και έλλειψη φιλοδοξίας» κατηγορούν πάντως κάποιοι ευρωβουλευτές την πρόταση της Κομισιόν. «Η απόλυτη εξαίρεση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τη ρύθμιση σημαίνει ότι το 99% των ευρωπαϊκών εταιρειών θα συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους και τις συνεργασίες τους στο εξωτερικό σαν να μην έχει συμβεί τίποτα», δήλωσε η γερμανίδα ευρωβουλευτίνα των Πρασίνων Άννα Καβατσινί. Η Καβατσινί χαρακτήρισε επίσης «αδικαιολόγητη» την προτεινόμενη χαλαρή εφαρμογή των μέτρων για τις επιχειρήσεις που απασχολούν από 250 έως 500 εργαζομένους.
«Η πρόταση νόμου εξαιρεί ένα τεράστιο αριθμό επιχειρήσεων στους τομείς της κλωστοϋφαντουργίας και της γεωργίας, που είναι οι πιο επικίνδυνοι όπως έδειξε η κατάρρευση του οκταώροφου κτιρίου της Ράνα Πλάσα, στη Ντάκα του Μπανγκλαντές το 2013, που προκάλεσε περισσότερους από 1.100 θανάτους εργατών και εργατριών στην κλωστοϋφαντουργία», σημείωσε μιλώντας στο AFP ο Ρίτσαρντ Γκάρντινερ, στέλεχος της ΜΚΟ GlobalWitness.
Από την άλλη πλευρά, η εργοδοτική Ενωση BusinessEurope τάσσεται υπέρ της «εθελοντικής προσέγγισης» των επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση των κινδύνων καταχρηστικών συμπεριφορών και πρακτικών (που η Ένωση αναγνωρίζει πάντως ότι υπάρχουν). Διαφορετικά οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι της Ευρώπης «θα βρεθούν αντιμέτωποι με ένα κύμα δικαστικών προσφυγών που δεν θα έχει τέλος».
*πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr