του Αντώνη Ζαΐρη*
Αν θελήσει κανείς να σταθμίσει τις τρείς (3) κρίσιμες «περιοχές» ειδικού ενδιαφέροντος, από οικονομική άποψη, που πρέπει να εστιάσει η κυβέρνηση αυτές είναι: Πρώτον, η πληθωριστική έξαρση που άγγιξε το 5,1% τον περασμένο Δεκέμβριο (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ) και πυροδοτείται από πολλές αιτίες όπως: η εκτίναξη των τιμών ενέργειας ηλεκτρικό ρεύμα στο +38%, το φυσικό αέριο στο +135% και το πετρέλαιο θέρμανσης στο +34%, η αύξηση του μεταφορικού κόστους καθώς οι αναζωπυρώσεις της πανδημίας οδήγησαν σε μεγάλες καθυστερήσεις δρομολογίων και μοιραία αύξηση των ναύλων που επιβάρυναν τις τιμές της λιανικής.
Οι αυξήσεις στα κοντέινερ από Ασία, κύρια από Κίνα , ήταν εντυπωσιακές από τα 1.200 στα 15.000 δολάρια, η αδυναμία επίσης των μεγάλων παραγωγών της Ασίας στην ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση καθώς οι τοπικές Κυβερνήσεις επέβαλαν περιοριστικά μέτρα στους χώρους εργασίας προκειμένου να ανακόψουν και ελέγξουν τον κορονοϊό με αποτέλεσμα οι ελλείψεις πρώτων υλών να ωθήσουν ανοδικά τις τιμές των προϊόντων. Και τέλος οι οδυνηρές συνέπειες κλιματικής αδιαφορίας με ακραία καιρικά φαινόμενα να επηρεάζουν τη διεθνή ναυσιπλοΐα με αυξήσεις ναύλων, τροπικές καταιγίδες να πλήττουν υδρογονάνθρακες π.χ. στην περιοχή του Μεξικού και να προκαλούν αύξηση των τιμών αργού πετρελαίου ενώ ξηρασίες να πλήττουν την παραγωγή πολλών προϊόντων επιφέροντας άνοδο των τιμών π.χ. του καφέ.
Σημειωτέων, η άνοδος του πληθωρισμού θα πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με το κόστος δανεισμού της χώρας παρόλο ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εγγυήθηκε τη στήριξη της Ελλάδος μετά τη λήξη του PEPP τον Μάρτιο του 2022 είτε μέσω επανενεργοποίησης του PEPP είτε μέσω επανασύνδεσης των ομολόγων.
Δεύτερον, ο δείκτης χρέους στα 386 δις. ευρώ υπερβαίνει το 200% του ΑΕΠ, με διαφορά ο υψηλότερος στην ΕΕ, βρίσκεται δε πάνω από τα επίπεδα του 2011 που ήταν 368 δις. (177% του ΑΕΠ), όπου μέσω του PSI διαγράφηκαν 106 δις., και καθιστά επιτακτική την ανάγκη επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων ώστε να αποφευχθεί η προσφυγή σε νέο δανεισμό και να επιτευχθεί καθοδική τροχιά του χρέους. Πρέπει να σημειωθεί πάραυτα ότι παρά το πλήγμα από τα κουρεμένα ομόλογα η λήψη νέων δανείων βοήθησε την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και το ελληνικό χρέος κατέστη διαχειρίσιμο και έτσι μπόρεσε η χώρα να εξυπηρετεί τα χρέη της και να εξοφλήσει το Δ.Ν.Τ. Μην λησμονούμε επίσης ότι ως το 2019 η οικονομία εμφάνιζε πρωτογενή πλεονάσματα.
Τρίτον, το εμπορικό έλλειμμα που με στοιχεία Ιανουαρίου- Νοεμβρίου 2021 διαμορφώθηκε σε 21,64 δις ευρώ έναντι 16,65 δις το αντίστοιχο διάστημα του 2020, καταγράφοντας αύξηση 29,9%, αφού οι αυξημένες σε αξία και όγκο εξαγωγές δεν μπόρεσαν να αντισταθμίσουν τις αυξημένες εισαγωγές. Τη συγκεκριμένη περίοδο οι εξαγωγές διαμορφώθηκαν στα 36,31 δις , ενώ οι εισαγωγές στα 57,95 δις. Προφανώς όλοι επιχαίρουμε την αύξηση των εξαγωγών αλλά προβληματίζει ιδιαίτερα και η εκτίναξη των εισαγωγών, παράμετρος που πρέπει να προβληματίσει και να ανοίξει ως εκ τούτου εκ νέου η ατζέντα συζητήσεων αναφορικά με το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας που παραμένει άσκηση επί χάρτου , όπως δείχνουν τα στοιχεία, αλλά και τη στροφή από την εσωστρεφή κατανάλωση στον εξαγωγικό προσανατολισμό της οικονομίας. Όσον αφορά το πρωτογενές έλλειμμα το 2021 κινούνταν στο 7% του ΑΕΠ (10,9 δισ.), για δε το 2022 ο στόχος είναι να μειωθεί στο 1,2% ενώ το 2023 αναμένεται εξασφάλιση πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξης του 2% του ΑΕΠ (5 δις ευρώ). Ωστόσο αναμένεται περαιτέρω επιβάρυνση λόγω της ανόδου των τιμών της ενέργειας. Παράλληλος βέβαια στόχος είναι η μεγέθυνση του ΑΕΠ και μέσω αυτού η παραγωγή πλεονάσματος που θα καλύπτει τους τόκους του χρέους για αποφυγή νέου δανεισμού.
Οι ανησυχίες για την πραγματική οικονομία, όπως δείχνουν τα τελευταία στοιχεία από την πορεία της λιανικής του Ιανουαρίου του 2022 μέχρι σήμερα , είναι απογοητευτικά με μεσοσταθμική πτώση -10% έως -15% , πτώση που είχε ξεκινήσει από τις αρχές Νοεμβρίου 2021. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επανακαθορισθεί η συμμετοχή της κατανάλωσης στο ΑΕΠ που αγγίζει το 70%. Οι περί τα οικονομικά συζητούντες στην κυβέρνηση πρέπει λοιπόν να ξαναδούν σοβαρά την σύνθεση του ΑΕΠ. Στον διαρκή πονοκέφαλο του Πληθωρισμού που θα μας ακολουθεί λόγω ενεργειακού κόστους έρχεται πλέον να προστεθεί και αναζωπύρωση του διαλόγου περί δίδυμων ελλειμμάτων (δημοσιονομικό και εμπορικό )που απειλούν τη κοινωνική συνοχή και φρενάρουν την ανάκαμψη της Ελληνικής Οικονομίας.
*Αναπλ. Αντιπρόεδρος του ΣΕΛΠΕ, Επικ. Καθηγητής Διοίκησης Επιχειρήσεωντου Παν. Νεάπολις στην Κύπρο και Μέλος της Ενωσης Αμερικάνων Οικονομολόγων (ΑΕΑ)