του Νίκου Παπαθανάση*
Η παγκόσμια συγκυρία, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, κατά παράβαση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου και αυτοδιάθεσης των σύγχρονων, δημοκρατικών κρατών, σίγουρα προμηνύει αρνητικές εξελίξεις στο διεθνές οικονομικό τοπίο και ειδικότερα στο ευρωπαϊκό. Συνεπώς, τα νέα αρνητικά δεδομένα αναμένεται να προκαλέσουν επιπτώσεις και στην Ελλάδα.
Οι πολεμικές συνθήκες αναμένεται να προκαλέσουν ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στον τομέα της ενέργειας, κάτι που είναι ήδη εμφανές στις τιμές του πετρελαίου τύπου Brent και του φυσικού αερίου. Μοιραία, θα προκληθούν συνέπειες στον πληθωρισμό, στο κόστος δανεισμού αλλά και στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ο αποκλεισμός της Ρωσίας από το σύστημα Swift, είναι αναμενόμενο να προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις και στις ευρωπαϊκές αγορές.
Σχετικά με την Ελλάδα, ευτυχώς η επίπτωση του τουρισμού από τα κράτη αυτά είναι μικρή, και επομένως θα είναι μικρή η επίπτωση στις τουριστικές εισπράξεις. Θα πρέπει να σημειωθεί, βεβαίως, ότι από τα 10,6 δισ. ευρώ των συνολικών τουριστικών εισπράξεων που είχε η Ελλάδα το 2021, η συμμετοχή των ρώσων πολιτών ήταν μόλις στο 1% του συνόλου με 115 εκατ. ευρώ. Τα κενά που θα προκύψουν από την αναμενόμενη μείωση της τουριστικής κίνησης από τις δύο αυτές χώρες (Ρωσία - Ουκρανία) θα καλυφθούν από την πιθανή αύξηση τουριστών από άλλες χώρες, καθώς το ενδιαφέρον για την Ελλάδα κινείται διαρκώς ανοδικά.
Το ίδιο, σε ανάλογη κλίμακα, αναμένουμε να συμβεί και στον τομέα των εξαγωγών. Η αναμενόμενη αρνητική τους πορεία προς τις δύο χώρες θα καλυφθεί από τις εξαγωγές προς άλλες χώρες για τις οποίες είμαστε βέβαιοι ότι θα κινηθούν αυξητικά.
Σίγουρα υπάρχει προβληματισμός, η ελληνική κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις. Όπως είπε και ο Πρωθυπουργός στο υπουργικό συμβούλιο της Τετάρτης (2/3) δεν θα κρύψουμε τις οικονομικές συνέπειες, πρέπει να τις διαχειριστούμε και θα τις διαχειριστούμε.
Όμως, παρά το γεγονός ότι οι δείκτες ανάπτυξης θα επηρεαστούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η μεταρρυθμιστική μας πολιτική και τα αναπτυξιακά μας πλάνα, υπό τις παρούσες συνθήκες, συνεχίζονται. Είμαστε σε εγρήγορση για την αντιμετώπιση των συνεπειών αλλά προχωράμε με σταθερότητα στον δρόμο της ανάπτυξης. Η πορεία της ελληνικής οικονομίας είναι εξαιρετικά αισιόδοξη και όλες οι προβλέψεις θετικές.
Ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε τη θετική προκαταρκτική αξιολόγησή της για το πρώτο αίτημα πληρωμής, ύψους 3,6 δισ. ευρώ που είχε υποβάλει η Ελλάδα στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» και η εκταμίευσή τους αναμένεται να γίνει τον Απρίλιο. Η ώθηση που θα προσδώσει στην ελληνική οικονομία είναι αυτονόητη.
Συμπερασματικά, τα αναπτυξιακά μας πλάνα θα συνεχιστούν κανονικά σε όλα τα επίπεδα. Μεταξύ αυτών, και το πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης καθώς αυτό αφορά στην ενεργειακή μετάβαση και στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας στον συγκεκριμένο τομέα. Πέραν του ότι πρόκειται για ειλημμένη απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης στο πλαίσιο της «πράσινης μετάβασης» και της κλιματικής ουδετερότητας, οι διεθνείς εξελίξεις καθιστούν την αλλαγή αυτή περισσότερο αναγκαία από ποτέ.
*αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων