του Αθανάσιου Κεφάλα*
Παγκόσμια τάση είναι πλέον η επιδίωξη της οικονομικής ανάπτυξης με επενδύσεις στην Πράσινη Οικονομία και την Ψηφιακή Μετάβαση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρωτοπορεί και έχει ήδη αναλάβει δέσμευση με την Πράσινη Συμφωνία, νωρίτερα από άλλες μεγάλες οικονομίες, για δραστική μείωση των κρίσιμων εκπομπών έως το 2030.
Η χώρα μας κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση, ενθαρρύνοντας καλές πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης.
Ο ψηφιακός και τεχνολογικός μετασχηματισμός αυξάνει την παραγωγική ευελιξία, την παραγωγικότητα και αποτελεί ευκαιρία για τη βιομηχανική αναζωογόνηση της χώρας μας και την αναδιάρθρωση του παραγωγικού υποδείγματός της. Επισημαίνουμε εδώ ότι ο μετασχηματισμός αυτός απαιτεί ανθρώπινο δυναμικό με νέες δεξιότητες και οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις του πρέπει να μελετηθούν περισσότερο.
Με τον σταδιακό εκσυγχρονισμό των εξορύξεων στη χώρα μας έχει μειωθεί σημαντικά η έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους χάρη στην αυτοματοποίηση πολλών λειτουργιών, γίνεται συστηματική παρακολούθηση των συνθηκών ασφαλείας και των περιβαλλοντικών παραμέτρων, έχουμε δυνατότητα συνεχούς καταγραφής ανάλωσης πόρων αλλά και συνολικά νέες ευκαιρίες για ορθολογική διαχείριση των ορυκτών πόρων.
Οπως γνωρίζουμε όσο πιο περίπλοκη τεχνολογικά γίνεται η βιομηχανική παραγωγή τόσο περισσότερα ορυκτά χρειάζονται, χαρακτηριστικά για την παραγωγή ενέργειας στον 18ο αιώνα χρειαζόμαστε 3 ορυκτά και στον 21ο αιώνααπαιτούνται 36!
Τα εργαλεία της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης δίνουν απαντήσεις στην παραγωγικότερη διαχείριση των ορυκτών πόρων, όμως οι αρχές της Κυκλικής Οικονομίας θα μας βοηθήσουν ώστε με λιγότερους φυσικούς πόρους να εξυπηρετήσουμε περισσότερες ανάγκες μας, σημειώνοντας όμως η κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη θα απαιτεί ακόμα σημαντική πρωτογενή παραγωγή.
Η αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από την αναλογική παραγωγή πρώτων υλών, η ελαχιστοποίηση των αποβλήτων καθώς και η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας είναι κρίσιμα ζητούμενα για ένα βιώσιμο υπόδειγμα ανάπτυξης και η εξορυκτική βιομηχανία αποτελεί «παίκτη» αλλά και «ενεργοποιητή» αυτής της πορείας.
Η αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής θα απαιτήσει σημαντικά αυξημένες ποσότητες ορυκτών και η σημερινή εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα θα αντικατασταθεί με αυτή από ορυκτά που η Ευρωπαϊκή Ένωση εισάγει από τρίτες χώρες σε συνθήκες σκληρού ανταγωνισμού. Επιβάλλεται επομένως να αποκτήσουμε αποτελεσματική ευρωπαϊκή στρατηγική για τη διασφάλιση του ομαλού και ανταγωνιστικού εφοδιασμού με τα κρίσιμα ορυκτά.
Στη χώρα μας ο εξορυκτικός κλάδος απαντά στις προκλήσεις της κυκλικής οικονομίας με σειρά καλών πρακτικών αξιοποίησης «δευτερογενών κοιτασμάτων» αλλά και υποδειγμάτων βιομηχανικής συμβίωσης. Ενδεικτικά τέτοια παραδείγματα αφορούν την αποκατάσταση θιγμένων εδαφών με ταυτόχρονη απόληψη παλιών μεταλλευτικών απορριμμάτων, την αξιοποίηση παλιών αποθέσεων λευκολίθου με νέες τεχνικές εμπλουτισμού, τη χρήση των απορριπτόμενων μαρμαροψηφίδων για παραγωγή ανθρακικού ασβεστίου και άλλων κατασκευαστικών προϊόντων, την αξιοποίηση ψιλομερών περλίτη στην κεραμική και στις κατασκευές κ.λπ.
Οι καιροί επιτάσσουν μία ολιστική προσέγγιση με στόχο τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού φιλο-επενδυτικού περιβάλλοντος με γρήγορο κύκλο αδειοδότησης, γρήγορη απονομή δικαιοσύνης και ασφάλεια δικαίου, αποτελεσματική Δημόσια Διοίκηση, σταθερό πλαίσιο επιχειρηματικής λειτουργίας, αναγνώριση και επιβράβευση των επιχειρήσεων που λειτουργούν με υπεύθυνο τρόπο και ένταξη του εξορυκτικού κλάδου στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Ταξινομίας.
*πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων
**πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr