του Γιώργου Πρεβελάκη*
Η έκρηξη οργής και οι απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί του Ταγίπ Ερντογάν για τον Έλληνα πρωθυπουργό δεν συνιστούν ασφαλώς δείγματα ορθολογισμού. Δεν διευκολύνουν την τουρκική προσπάθεια να βρει μια ισορροπία στη δύσκολη συγκυρία, την οποία έχει διαμορφώσει η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία. Αντιθέτως, επιβεβαιώνουν την αρνητική εικόνα της Δύσης για τον Τούρκο πρόεδρο.
Είναι φανερό ότι οι παρεμβάσεις του πρωθυπουργού στις Ηνωμένες Πολιτείες άγγιξαν κάποιο ευαίσθητο τουρκικό νεύρο με αποτέλεσμα μια παρορμητική και έντονα φορτισμένη συναισθηματικά αντίδραση. Στις πολλές αναλογίες ανάμεσα στη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν και στην Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν προστίθεται έτσι και η επιθετική ρητορική έναντι των ομολόγων τους στις δύο γειτονικές χώρες, την Ουκρανία και την Ελλάδα.
Για τον Βλαντιμίρ Πούτιν, οι Ουκρανοί εθνικιστές είναι στην πραγματικότητα Ρώσοι προδότες, όργανα του εχθρού, δηλαδή της Δύσης. Η ρωσοουκρανική σύγκρουση είναι, επομένως, στην αντίληψή του, ένας οιονεί εμφύλιος. Σε αυτή την περίπτωση, ο αντίπαλος δεν δικαιούται τον ίδιο σεβασμό με έναν «κανονικό» εχθρό.
Για τους Τούρκους, οι Έλληνες, ως σύγχρονη εξέλιξη των Οθωμανών Ρωμιών, αποτελούν, κατ’ αναλογίαν, ένα προδοτικό στοιχείο. Μας καταλογίζουν ότι συμμαχήσαμε με τις δυτικές δυνάμεις κατά τον 19ο αιώνα και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για την κατάλυση της κοινής Αυτοκρατορίας.
Όσο η Τουρκία, υπό την επίδραση του κεμαλισμού, ήταν στραμμένη προς τις δυτικές αξίες, η εικόνα της ελληνικής «αποστασίας» είχε αμβλυνθεί. Χωρίς να το παραδέχονται, οι κεμαλιστές έβλεπαν στους Έλληνες, έστω και ανταγωνιστικά, την πρωτοπορία στον εκδυτικισμό και στον εκσυγχρονισμό. Στη νεοοθωμανική φάση, όμως, την οποία διανύουμε, το θετικό στοιχείο της μειωμένης φυλετικής εμπάθειας αντισταθμίζεται από το επανακάμπτον αρνητικό στερεότυπο της προδοσίας.
Όπως ο Πούτιν καλεί τους Ουκρανούς να διαρρήξουν τους δεσμούς με τη Δύση και να συνδεθούν με τη Ρωσία, έτσι και η Τουρκία απαιτεί από τους Έλληνες να «διαλέγονται» μαζί της, χωρίς την παρεμβολή των δυτικών? χθες της Γαλλίας, σήμερα των Ηνωμένων Πολιτειών. Από την τουρκική σκοπιά, την οποία εκφράζουν πολλοί «μετριοπαθείς» Τούρκοι σχολιαστές, πρόκειται για μια φιλική και μεγαλόθυμη στάση απέναντι στο «απολωλός πρόβατον». Φυσικά, παρακάμπτουν το γεγονός ότι η πρόσκληση αυτή δεν γίνεται στη βάση μιας ισότιμης σχέσης. Συνοδεύεται από απαράδεκτες απαιτήσεις και απειλές, όπως το casus belli.
Η Ελλάδα, μολονότι επιθυμεί σχέσεις καλής γειτονίας και πολιτισμική και οικονομική συνεργασία, δεν μπορεί να δεχθεί μια στάση η οποία, χωρίς να το ομολογεί, έχει καταβολές στην οθωμανική ανισότητα ανάμεσα στους χριστιανούς και στους μουσουλμάνους. Απέναντι στη χώρα, η οποία διαθέτει μακρά παράδοση στη χρήση στρατιωτικής βίας urbi et orbi, είναι αναγκασμένη να αναζητεί συμμάχους και εξασφαλίσεις.
Για να το επιτύχει χρησιμοποιεί όλα τα διατιθέμενα ιστορικά, πολιτισμικά και άλλα πλεονεκτήματα, μεταξύ των οποίων και την ελληνοαμερικανική διασπορά. Η ιδιαιτέρως επιτυχής αξιοποίηση όλων αυτών των στοιχείων κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον ήταν φυσικό να ερεθίσει την Τουρκία. Ερμηνεύτηκε και πάλι με βάση τα αντιδυτικά στερεότυπα.
Η Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν και η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν διανύουν βαθύτατες κρίσεις. Η οικονομία πάσχει σοβαρά, η πολιτική ζωή έχει ανάγκη από βαθιά ανανέωση. Οι ηγεσίες επιδιώκουν να εξαγάγουν τα εσωτερικά αδιέξοδα, εγείροντας κινδύνους για τη διεθνή ασφάλεια.
Η Δύση δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να προβλέψει την ουκρανική κρίση – με τραγικές συνέπειες. Είναι απαραίτητο να προειδοποιηθεί ότι στην Ανατολική Μεσόγειο ελλοχεύει μια ανάλογη κρίση. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για το ίδιο φαινόμενο, τον επιθανάτιο ρόγχο δύο αυτοκρατορικών νοσταλγιών. Και στις δύο περιπτώσεις, αναζητείται εξιλαστήριο θύμα, Ουκρανία και Ελλάδα.
Με προσεκτικό αλλά σαφή τρόπο ο πρωθυπουργός έδειξε τις αναλογίες και κάλεσε σε εγρήγορση. Η τουρκική αντίδραση ήταν η αναμενόμενη – επιβεβαίωσε τις προειδοποιήσεις του πρωθυπουργού.
Οι συμπεριφορές των δύο νεο-αυτοκρατορικών συγκροτημάτων δείχνουν ότι έχουμε αλλάξει εποχή. Οι σχέσεις καθορίζονται λιγότερο από τον ορθολογικό υπολογισμό των οικονομικών και άλλων συμφερόντων και περισσότερο από ιστορικο-γεωγραφικές αναπαραστάσεις. Σε αυτές τις συγκρούσεις αντιφατικών μύθων εντάσσονται και οι «μάχες των χαρτών». Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε τη χαρτογραφική προσβολή την οποία έχει υποστεί η Ελλάδα με τον τουρκικό χάρτη «Γαλάζια Πατρίδα». Είναι ίσως η αρχή. Η εξωτερική μας πολιτική πρέπει να εξοπλιστεί με τα απαραίτητα εργαλεία για το είδος των συμβολικών συγκρούσεων οι οποίες μαίνονται γύρω από τη ρωσοουκρανική αντιπαράθεση.
Οι ειδικοί των διεθνών σχέσεων, διεθνολόγοι, νομικοί και διπλωμάτες, αντιμετωπίζουν τις αντιπαραθέσεις και τις συγκρούσεις μέσα από το πρίσμα του ορθολογισμού. Για να ανταποκριθούμε στις τρέχουσες αντιορθολογικές συνθήκες, χρειάζεται να διευρυνθεί η οπτική και στους τομείς των αναπαραστάσεων.
*ομότιμος καθηγητής Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (Paris 1), μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ
**πρώτη δημοσίευση: www.kathimerini.gr