του Αντώνη Ζαΐρη*
Η αγορά των μικρών καταστημάτων λιανικής τροφίμων εκπλήσσει θετικά καθώς συνεχίζει να αναπτύσσεται εντυπωσιακά σημειώνοντας σταθερά ανοδική πορεία από την περίοδο της πανδημικής κρίσης μέχρι σήμερα.
Τα συγκεκριμένα καταστήματα: mini markets, περίπτερα, κιόσκια, παραδοσιακά παντοπωλεία νέας γενιάς κ.ά. αντιπροσωπεύουν τζίρο που αντιστοιχεί στα 11 περίπου δις ευρώ στο σύνολο των 25 δις της συνολικής αγοράς τροφίμων λιανικής.
Με κύρια χαρακτηριστικά τους το διευρυμένο, άνω των 10 ωρών, ωράριο, την εξειδίκευση του κωδικολογίου προϊόντων, την κοντινή απόσταση, την άμεση προσωπική σχέση - εξυπηρέτηση στη συναλλαγή πελάτη - προσωπικού καταστήματος, την ταχύτητα - ευκολία στην πραγματοποίηση αγορών, αντιμετωπίζουν με αξιώσεις τις προκλήσεις της επόμενης μέρας στοχεύοντας να διευρύνουν περαιτέρω το μερίδιο τους στη συγκεκριμένη αγορά αποτελώντας την πλέον αξιόπιστη λύση αγορών από πλευράς Καταναλωτών.
Συγκεκριμένα αναφορικά με το μέλλον αυτών των μικρών καταστημάτων στη χώρα μας υπάρχουν και πλανώνται δύο (2) βασικά ερωτήματα. Το πρώτο σχετίζεται με τις προοπτικές της μικρής λιανικής και το δεύτερο αν πρόκειται για μόδα που έρχεται και παρέρχεται ή αν πρόκειται για μια μονιμότερη κατάσταση που δένει τον Καταναλωτή με τα καταστήματα αυτά. Υπάρχει όμως και μια κοινά αποδεκτή διαπίστωση που αφορά τα καταστήματα αυτά τα οποία ονομάζονται και καταστήματα convenience, δηλαδή ευκολίας. Ότι δηλαδή ,εξαιτίας της εγγύτητας με τους καταναλωτές και της ευκολίας πρόσβασης που προσφέρουν και όλων των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που διαθέτουν , είναι τελικά σε θέση να διεκδικήσουν με σοβαρές αξιώσεις ένα μεγαλύτερο μερίδιο στην Ελληνική αγορά.
Ποια είναι όμως τα προϊόντα που επιλέγει να αγοράσει κανείς στα Καταστήματα convenience ;
Με βάση έρευνα του 2019 της EXCEED Consulting υψηλής σημαντικότητας επιλογές όλων των καταναλωτών θεωρούνται τα είδη μαναβικής, φούρνου, γαλακτοκομικά προϊόντα, τηλεφωνίας, σνάκ, ειδών συσκευασμένων τροφίμων και νερό , αναψυκτικά ενώ για μια μερίδα καταναλωτών τα είδη καυσίμων και τσιγάρων. Αντίστοιχα, μεσαίας σημαντικότητας επιλογές για το σύνολο των καταναλωτών είναι τα προϊόντα περιποίησης προσώπου και καθαριότητας ηλεκτρικές συσκευές, είδη ρουχισμού, φάρμακα , υπόδηση, καλλυντικά και παραφάρμακα ενώ για μερικούς καταναλωτές τα παιχνίδια, τα ποτά και τα βιβλία. Τέλος χαμηλής σημαντικότητας είναι αγορές αξεσουάρ, ειδών σπιτιού και ηλεκτρονικά για όλους τους καταναλωτές ενώ για μερικούς τα χαρτικά. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μικρών αυτών καταστημάτων κατηγοριοποιούνται σε επιθυμητά (παράδοση, συναισθηματική διασύνδεση, τοπικότητα, ασφάλεια, εξειδίκευση, αισθητική και Εταιρική κοινωνική υπευθυνότητα), σε σημαντικά (ποιότητα, καθαριότητα, αξία branding, ποικιλία, ευκολία πληρωμής, ιντερνετική παρουσία) και ως προϋπόθεση εκδήλωσης αγοράς οι καταναλωτές θεωρούν τις τιμές, την ύπαρξη παρκινγκ, την προσβασιμότητα, την εγγύτητα, την αμεσότητα και την εξυπηρέτηση από τον ανθρώπινο παράγοντα. Όσον αφορά τον δείκτη εμπιστοσύνης στους διάφορους τύπους λιανικής με στοιχεία της ίδιας έρευνας τα σούπερ μάρκετ τυγχάνουν εμπιστοσύνης σε ποσοστό 73%, οι λαϊκές αγορές 8%, τα κρεοπωλεία- ιχθυοπωλεία 6%, τα μίνι μάρκετ, περίπτερα 1% και τα αρτοποιεία-φούρνοι 4%. Οι θετικές γνώμες των καταναλωτών για την ασφάλεια και υγιεινή φθάνουν στο 78% ενώ το 74% αξιολογεί ψηλά τη σχέση value for money που βρίσκουν στα σουπερμάρκετ και μάλιστα με αυξητικές τάσεις. Αν θελήσουμε τώρα σε όλα αυτά να αντιπαραβάλλουμε έρευνες της ώριμης αγοράς της Μ. Βρετανίας τότε θα διαπιστώσουμε ότι ο θεσμός των convenience τροφίμων είναι εξαιρετικά ανεπτυγμένος στη χώρα αυτή, παρατηρείται ωστόσο σε επίπεδο αγοραστικών συνηθειών συρρίκνωση μεν του καλαθιού αγορών με ταυτόχρονη όμως αύξηση της επισκεψιμότητας στα καταστήματα αυτού του τύπου και συγκεκριμένα με 26 επισκέψεις ανά μήνα, εξέλιξη που καταδεικνύει ότι οι καταναλωτές επιθυμούν να καλύπτουν τις ανάγκες τους μέσα από διαφορετικά δίκτυα - κανάλια αγορών. Συγκεκριμένα στη βρετανική αγορά που θεωρείται όπως προείπαμε ώριμη τα σουπερμάρκετ έχουν μερίδιο 46,8% στις αγοραστικές προτιμήσεις, τα υπερμάρκετς 8,6%, τα convenience 21,1%, τα εκπτωτικά καταστήματα 12,1% ενώ οι online πωλήσεις του κλάδου FMCG 6%.
Όσον αφορά τις προοπτικές τα εκπτωτικά καταστήματα και τα καταστήματα τύπου Convenience εμφανίζονται να έχουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις πωλήσεων στην πενταετία 2019-2014, 8,5% και 7,1% αντίστοιχα ενώ η ανάπτυξη των on line πωλήσεων είναι στο 6%. Βασικό λόγο επίσκεψης των Convenience στο Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν οι συμπληρωματικές αγορές (51%) και ακολουθούν το γρήγορο φαγητό - food to go (30%) και το βραδινό φαγητό (23%). Τις μεγαλύτερες πιθανότητες από την άλλη επιβίωσης στη βρετανική αγορά έχουν όσοι ανήκουν σε συνεταιρισμούς και symbol groups.
Σε τελευταία ωστόσο πανελλαδική έρευνα της ierax Αnalytix (Μάρτιος 2022) σχετικά με τις επιπτώσεις του ενεργειακού κόστους στις τιμές γενικότερα προϊόντων σούπερ μάρκετ, το 93% των Καταναλωτών πιστεύει ότι θα εμφανιστούν ανατιμήσεις, ιδιαίτερα δε οι μεγάλες ηλικιακές ομάδες. Οι περίοδοι εκπτώσεων και προσφορών στην παρούσα συγκυρία βοηθούν σημαντικά καθώς το 45% των Καταναλωτών θα αγόραζε γαλακτοκομικά, το 41% καθαριστικά - απορρυπαντικά, το 37% φρέσκα/ συσκευασμένα φρούτα- λαχανικά, το 33% κατεψυγμένα τρόφιμα, το 30% snacking, το 30% κρέας και το 25% είδη προσωπικής περιποίησης. Από την άλλη, οι ηλικίες 19 έως 25 ετών έχουν πρωτεύουσα επιλογή τα κατεψυγμένα και ακολουθούν τα σνακς και τα γαλακτοκομικά. Η ιδιωτική ετικέτα ανακάμπτει καθώς το 46% αγοράζει περισσότερο private labels προϊόντα σε σχέση με δύο χρόνια πριν, ενώ το 70% πιστεύει ότι τα προϊόντα αυτά έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Οι εταιρείες λιανικής τροφίμων και τα μικρά καταστήματα ευκολίας σε όλη αυτή την περίοδο επέδειξαν αντανακλαστικά ταχείας προσαρμογής και ανταποκρίθηκαν με επιτυχία στις απαιτήσεις εξυπηρέτησης του κοινού τους (home delivery, οn the go κατανάλωση κα). Το φυσικό κατάστημα πάραυτα θα παραμένει βασική δεξαμενή καινοτομίας και ο συνδυασμός φυσικών και ψηφιακών μέσων εξυπηρέτησης θα συνεισφέρει στην ολιστική Στρατηγική εξυπηρέτησης πελατών.
Οι δυνατότητες της Τεχνητής νοημοσύνης ακόμα και για μικρά καταστήματα με ένα ταμείο προσαρμόζει κατάλληλες υποδομές που αναβαθμίζουν σε επίπεδο φυσικού καταστήματος με την πιστωτική κάρτα να αποτελεί κυρίαρχο εργαλείο συναλλαγής με αισθητήρες εντός των καταστημάτων να καταγράφουν όλες τις καταναλωτικές συμπεριφορές σε σχέση με το ράφι.
Αξιοποιώντας την εμπειρία από το Ηνωμένο Βασίλειο ο συγκεκριμένος κλάδος μικρής λιανικής αναμένεται σε πωλήσεις να αγγίξει έως το 2024 τα 47,1 δις λίρες (1/5 της συνολικής αγοράς τροφίμων) από τα 43,2 δις που ήταν το 2021.
Ο αριθμός των προϊόντων στο καλάθι της νοικοκυράς έχει αυξηθεί από τα 2,7 προϊόντα στα 3,3 προϊόντα, το δε κόστος αγοράς ανέρχεται στα 10,82 λίρες ανά κεφάλι.
Στη χώρα μας η επιβίωση και δυναμική ανάπτυξη αυτού του τύπου των καταστημάτων συναρτάται , μεταξύ άλλων, και με δύο βασικούς λόγους: ο ένας έχει να κάνει με τον νέου τύπου επιχειρηματία που απαιτείται να υπηρετήσει αυτό το είδος καταστημάτων και ο άλλος με την επιλογή location.
Ποιός είναι όμως αυτός ο νέου τύπου επιχειρηματίας- διαχειριστής; Είναι απλά αυτός που συγκεντρώνει τα εξής χαρακτηριστικά: εξωστρέφεια , ευγένεια , εκπαιδευμένος σε θέματα Ηγεσίας και Διοίκησης προσωπικού, να διαθέτει υψηλή αισθητική, να αναθέτει ρόλους και αρμοδιότητες, να επενδύει σε προγράμματα εκπαίδευσης και να έχει καλές σχέσεις με πελάτες του καθώς αυτό είναι το ασύγκριτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε σχέση με τους άλλους. Επίσης σωστό σημείο (location) σημαίνει να είναι φωτεινό, καθαρό, μοντέρνο, να ακολουθεί και να είναι συμβατό με την τεχνολογία, προσβάσιμο από τους shoppers, δίπλα σε δημόσιες υπηρεσίες, σχολεία, παιδότοπους , αθλητικές εγκαταστάσεις, φούρνους, κρεοπωλεία, ΟΠΑΠ, κοντά σε σουπερμάρκετ, μεγάλα εμπορικά κέντρα ή μέσα σε κλειστές αγορές. Σε ετήσια βάση στη χώρα μας οι καταναλωτές αγοράζουν 650 φορές τρόφιμα το χρόνο ξοδεύοντας 170 ώρες για αγορές FMCG (περίπου 7 ημέρες) από τις οποίες τις 85 ώρες μέσα στο σουπερμάρκετ. Σε αυτές τις 85 ώρες πρέπει να στοχεύσει , όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει η εμπεριστατωμένη έρευνα του ΙΕΛΚΑ, ο σύγχρονος μικρός επιχειρηματίας και να διαμορφώσει τη στρατηγική του καθώς ο καταναλωτής θέλοντας να μειώσει αυτές τις ώρες επιλέγει το πλέον κοντινό κατάστημα, επιλέγει καλάθι και όχι καρότσι, προτιμά ταμείο της αυτοεξυπηρέτησης ή express και αγοράζει έτοιμα γεύματα/ στιγμιαία/ κατεψυγμένα.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι η αναζήτηση ευκολίας μέσω των μικρών καταστημάτων convenience θα αποτελέσει την κυρίαρχη τάση διαρκούς και δυναμικής ανάπτυξης στο μέλλον και ως εκ τούτου απαιτούνται διορθωτικές παρεμβάσεις και Στρατηγικές αναδιάρθρωσης- αναδιοργάνωσης των επιχειρήσεων από πλευράς διαχειριστών- Μάνατζερς των μικρών καταστημάτων ώστε να αποτελέσουν πόλο έλξης και διαφοροποίησης των αγορών από πλευράς των καταναλωτών αλλά και πηγή διαρκούς κερδοφορίας για τις ίδιους, λαμβανομένων υπόψη βεβαίως των ιδιαιτεροτήτων που χαρακτηρίζουν τη συγκεκριμένη αγορά convenience.
Εν τέλει , αυτό που χρειάζεται είναι συγκεκριμένο σχέδιο ανάταξης της αγοράς των μικρών καταστημάτων και όραμα για την επόμενη μέρα. Προϋπόθεση αυτού όμως είναι να επιλέξουμε ποιες Επιχειρηματικές δραστηριότητες είναι εμπορεύσιμες και ανταγωνιστικές και ποιες όχι!! και κυρίως να ειπωθεί η αλήθεια ότι σε δραστηριότητες που δεν είναι εμπορεύσιμες γίνεται κατασπατάληση πόρων και δεν υπάρχει προοπτική επιβίωσης.
*Αναπληρωτής Αντιπρόεδρος ΣΕΛΠΕ, επικ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Νεάπολις Κύπρου