των Γιώργου Μανάλη και Μάνου Ματσαγγάνη*
Πέντε μήνες από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ευρώπη φαίνεται ότι αντιμετωπίζει πλέον οξύτατη ενεργειακή κρίση. Ενώ συνεχίζονται οι εργασίες συντήρησης του αγωγού Nord Stream από την Gazprom, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ανησυχούν για ένα ενδεχόμενο πλήρες πάγωμα της παροχής από τη Ρωσία, ως αντίποινα για τις κυρώσεις που έχουν θέσει σε ισχύ.
Πρόσφατη μελέτη του ΔΝΤ επιχειρεί να ποσοτικοποιήσει τις πιθανές επιπτώσεις μιας ολικής διακοπής παροχής ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Το κύριο συμπέρασμα της μελέτης είναι πως η πλήρης υποκατάστασή του θα είναι βραχυπρόθεσμα δύσκολη.
Η σημασία ολικής διακοπής της παροχής
Η ροή φυσικού αερίου μέσω αγωγών από τη Ρωσία έχει μειωθεί κατά 60% από τα μέσα του 2021. Μέχρι στιγμής, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν καταφέρει να αντισταθμίσουν αυτή τη μείωση είτε αυξάνοντας τις εισαγωγές από άλλους προμηθευτές αερίου (υγροποιημένου ή μέσω αγωγών), είτε μεταβάλλοντας το ενεργειακό μείγμα που χρησιμοποιούν υιοθετώντας εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Εάν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί, η Ευρώπη θα μπορεί να αντισταθμίσει τα δύο τρίτα του ρωσικού φυσικού αερίου μέσα στους επόμενους 12 μήνες. Μία ολική όμως διακοπή της παροχής σήμερα θα σήμαινε σημαντικές απώλειες στις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Οι επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές οικονομίες
Για την εκτίμηση της επίπτωσης στις ευρωπαϊκές οικονομίες, οι αναλυτές του ΔΝΤ μελετούν δύο σενάρια. Το πρώτο υποθέτει πως η αγορά του φυσικού αερίου είναι ενοποιημένη, δηλαδή δεν προκύπτουν ελλείψεις στην αγορά αερίου, η ζήτηση μπορεί να καλυφθεί, και οποιαδήποτε αλλαγή στην προσφορά αντανακλάται στις τιμές που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές. Η πρώτη αυτή περίπτωση αντιπροσωπεύει την αγορά όπως είναι σήμερα. Το δεύτερο σενάριο μελετά ένα δυσμενέστερο ενδεχόμενο κατά το οποίο η αγορά είναι κατακερματισμένη, δηλαδή η προσφορά φυσικού αερίου είτε δεν επαρκεί, είτε λόγω διαταραχών στην εφοδιαστική αλυσίδα αδυνατεί να καλύψει τη ζήτηση. Σε αυτό το σενάριο, τα ευρωπαϊκά κράτη προσπαθούν να καλύψουν τις ανάγκες τους σε ανταγωνισμό μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να προκύπτουν ελλείψεις, ενώ οι τιμές δεν εξισορροπούν προσφορά και ζήτηση.
Πιθανός οικονομικός αντίκτυπος
Το γράφημα παρουσιάζει την εκτίμηση του πιθανού οικονομικού αντίκτυπου (ποσοστιαία μείωση του ΑΕΠ) μιας ολικής διακοπής στην παροχή του ρωσικού φυσικού αερίου. Χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (Ουγγαρία, Σλοβακία, Τσεχία), με υψηλό βαθμό εξάρτησης, και μικρή δυνατότητα υποκατάστασης του ρωσικού φυσικού αερίου, πλήττονται περισσότερο. Ακολουθούν οι μεγάλες οικονομίες της Γερμανίας και της Ιταλίας. H χώρα μας βρίσκεται συγκριτικά χαμηλά όσον αφορά την οικονομική επίπτωση του παγώματος στη ροή ρωσικού φυσικού αερίου. Στο σενάριο της κατακερματισμένης αγοράς, η Ελλάδα διαθέτει εναλλακτικές (εισαγωγές υγροποιημένου αερίου, καθώς και φυσικού αερίου μέσω αγωγών από άλλους προμηθευτές), με αποτέλεσμα η εκτιμώμενη μείωση του ΑΕΠ να κινείται από -0,6% έως -0,8%. Στο σενάριο της ενοποιημένης αγοράς, με πιθανή μεγαλύτερη αύξηση των τιμών, η επίπτωση είναι σοβαρότερη και πιο αβέβαιη: η μελέτη του ΔΝΤ εκτιμά ότι θα κινηθεί από -0,4% μέχρι -1,4%.
Η μελέτη του ΔΝΤ δείχνει ότι η επίπτωση του παγώματος της παροχής φυσικού αερίου από τη Ρωσία θα έχει ασύμμετρες επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Η πρόκληση για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι να ενισχύσουν τις προσπάθειες του για την εύρεση εναλλακτικών προμηθευτών ενέργειας, και να εμβαθύνουν τη συνεργασία τους στη διανομή των διαθέσιμων αποθεμάτων ώστε να αποφευχθούν οι ελλείψεις. Θα μπορέσει η Ευρώπη να χτίσει πάνω στην αλληλεγγύη της πανδημικής κρίσης, ώστε να αντιμετωπίσει συντεταγμένα τη νέα ενεργειακή κρίση;
*Μεταδιδακτορικός Ερευνητής, Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) και Κύριος Ερευνητής, Επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας, Υπότροφος της Έδρας «Σταύρος Κωστόπουλος», Καθηγητής, Politecnico di Milano
**πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr