του Κωνσταντίνου Λασκαρίδη*
Tο 2017, η Παγκόσμια Τράπεζα δημοσίευσε μελέτη με τίτλο «Ο αυξανόμενος ρόλος των ορυκτών και των μετάλλων για ένα μέλλον με λιγότερο άνθρακα», η οποία κατέληξε ότι για την εφαρμογή τεχνολογιών καθαρότερης ενέργειας θα υπάρξει σημαντική αύξηση της ζήτησης σε πολλά βασικά ορυκτά και μέταλλα. Το 2019 η ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία έθεσε ως στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας στην ΕΕ έως το 2050 και συνεπώς διαμορφώνει το τοπίο για αυξημένη ανάγκη σε κρίσιμα ορυκτά και μέταλλα.
Οι ορυκτές πρώτες ύλες κρίσιμης σημασίας είναι αναγκαίες σε πολλούς καίριους κλάδους της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η χαλυβουργία, η Υγεία, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κ.ά. Τα προϊόντα και οι τεχνολογίες που προσανατολίζονται στο μέλλον, όπως η ηλεκτροκίνηση, η ψηφιοποίηση, η βιομηχανία 4.0 και η ενεργειακή μετάβαση, μεταβάλλουν και αυξάνουν τη ζήτηση σε ορυκτές πρώτες ύλες.
Η γεωλογική έρευνα της χώρας μας έχει τις δυνατότητες για τον εντοπισμό καίριων κοιτασμάτων κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών, και μπορεί να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην επίτευξη της πράσινης μετάβασης, συνδυαζόμενη με τη βελτιωμένη ψηφιακή πρόσβαση σε ενημερωμένες, υψηλής ποιότητας, γεωεπιστημονικές πληροφορίες και τεχνογνωσία. Τα ερευνητικά προγράμματα για τις Ορυκτές Πρώτες Ύλες έχουν ως στόχο την «οριοθέτηση» ελπιδοφόρων κοιτασματοπιθανών περιοχών σε όλη την επικράτεια και όχι τον εντοπισμό ενός βέβαιου αποθεματικού δυναμικού σε επιλεγμένες περιοχές. Σκοπός είναι η παραγωγή πρωτογενούς πλούτου για αξιοποίηση, προς όφελος του έλληνα φορολογουμένου, στο πλαίσιο των εθνικών προτεραιοτήτων.
Οι προτεραιότητες που τίθενται επικεντρώνονται στη διεξαγωγή έργων που προωθούν την κυκλική οικονομία για την αξιοποίηση σημαντικών πόρων και ορυκτών πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας που χαρακτηρίζονται συχνά ως «απόβλητα», που συμβάλλουν στο περιβάλλον και στην κλιματική αλλαγή, στη δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση και στον ψηφιακό μετασχηματισμό. Η ΕΑΓΜΕ μπορεί να συμβάλει στη μείωση της εξάρτησης της Ελλάδας και κατ’ επέκταση της ΕΕ από τις εισαγωγές κρίσιμων πρώτων υλών, με επαναξιολόγηση των εγχώριων πόρων, αντιμετώπιση και, ει δυνατόν, επίλυση τριών κύριων εμποδίων:
(i) Ολοκλήρωση γεωλογικής ερευνητικής προσπάθειας της χώρας μας, λόγω του ότι η γεωλογία της παρουσιάζει κοιτασματολογικό ενδιαφέρον.
(ii) Σύνθεση των διαθέσιμων πληροφοριών, οι οποίες είναι κατακερματισμένες, ξεπερασμένες, ελλιπείς, μη εναρμονισμένες και δυσπρόσιτες σε επίπεδο χώρας, και
(iii) Επανεκτίμηση του δυναμικού των αποβλήτων εξόρυξης, μιας δευτερογενούς πηγής ορυκτών, η οποία είναι υποτιμημένη.
Οι προϋποθέσεις υπάρχουν, αρκεί η δέσμευση των αρμοδίων για στήριξή της, ώστε η ΕΑΓΜΕ να συνεχίσει να στηρίζει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας!
*διευθυντής Ορυκτών Πόρων και Μεταλλευτικής της ΕΑΓΜΕ
**πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr