των Michael Kimmage και Maria Lipman*
Η νίκη σε έναν μακροχρόνιο πόλεμο απαιτεί κινητοποίηση στρατευμάτων και εφοδίων που μπορούν να διαρκέσουν περισσότερο από όσο της άλλης πλευράς. Οι θετικοί σκοποί και οι σαφώς καθορισμένοι στόχοι είναι ο δρόμος προς τη νίκη. Μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ τον Δεκέμβριο του 1941, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Φράνκλιν Ρούσβελτ, μπόρεσε να κινητοποιήσει την αμερικανική κοινωνία γύρω από την επιταγή της άνευ όρων παράδοσης της Ιαπωνίας. Μετά από μια συγκλονιστική επίθεση στο έδαφος των ΗΠΑ, οι Αμερικανοί συσπειρώθηκαν γύρω από τους στόχους να νικήσουν την Ιαπωνία, να εκδικηθούν την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, και να εξαλείψουν την απειλή που θέτει η αυτοκρατορική Ιαπωνία. Αυτοί οι στόχοι θα ήταν επαρκείς για να στηρίξουν την πολεμική προσπάθεια των ΗΠΑ, αλλά οι Αμερικανοί είχαν έναν επιπλέον στόχο: να καταφέρουν ένα χτύπημα εκ μέρους της δημοκρατίας. Νικώντας την Ιαπωνία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ενθάρρυναν τον εκδημοκρατισμό (και κατ’ επέκταση την Αμερικανοποίηση) της Ασίας.
Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, δεν ακολούθησε αυτήν την κλασική φόρμουλα. Στην πραγματικότητα, την ανέτρεψε, επιτιθέμενος πρώτα στην Ουκρανία και μόνο μετά επιχειρώντας να κινητοποιήσει την ρωσική κοινωνία. Περιέγραψε αυτό που κάνει η Ρωσία στην Ουκρανία όχι ως πόλεμο αλλά ως «ειδική στρατιωτική επιχείρηση». Ποτέ δεν έχει διατυπώσει ένα σύνολο πειστικών στόχων? οι δηλωμένοι στόχοι του έχουν αλλάξει με την πάροδο του χρόνου. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είχε σε διάφορα σημεία στόχο να σταματήσει μια επινοημένη γενοκτονία, να «απο-ναζιστικοποιήσει» μια χώρα που δεν ήταν φασιστική, να απελευθερώσει την δήθεν ρωσική φύση της Ουκρανίας, και να αποστρατικοποιήσει την χώρα -παρόλο που δεν αποτελούσε πραγματική απειλή για την Ρωσία. Σύμφωνα με το VTsIOM, ένα κρατικό ίδρυμα δημοσκοπήσεων, η πλειοψηφία των Ρώσων θεωρούσε την Ουκρανία φιλική χώρα πριν από τον πόλεμο. Μόνο το 11% των Ρώσων έβλεπαν την Ουκρανία ως εχθρό.
Είναι δελεαστικό να δούμε τον πόλεμο του Πούτιν ως ολοκληρωτική αποτυχία. Από το Κίεβο μέχρι την Χερσώνα, η Ρωσία έχει υποστεί σημαντικές απώλειες στο πεδίο της μάχης. Έχει εδραιώσει την Δυτική υποστήριξη προς την Ουκρανία σε μια κλίμακα αδιανόητη πριν από τον πόλεμο και έχει προκαλέσει μια τρομερή απάντηση από το Κίεβο. Καθώς ο στρατός της Ουκρανίας βελτιώνεται, οι προοπτικές της Ρωσίας να τερματίσει τον πόλεμο με τους δικούς της όρους εξασθενούν -όχι ότι αυτοί οι όροι ήταν ποτέ σαφείς. Η Ρωσία αντιμετωπίζει επίσης κυρώσεις που επιβλήθηκαν από πολλές από τις πλουσιότερες και πιο προηγμένες τεχνολογικά χώρες του κόσμου. Με τόσες πολλές δυνάμεις που έχουν συσταθεί εναντίον του Πούτιν, ορισμένοι ειδικοί έχουν κάνει εικασίες για πιθανή διάλυση του καθεστώτος του.
Αλλά το καθεστώς στο Κρεμλίνο δεν βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Ο Πούτιν χρησιμοποίησε τον πόλεμο για να καταστείλει την ρωσική κοινωνία, να τραβήξει τις ελίτ ακόμα πιο κοντά του, και να ενισχύσει την θέση του στο εσωτερικό της χώρας. Μη όντας πλέον σε θέση να στηρίξει στην φήμη του ως ιδιοφυΐα της εξωτερικής πολιτικής -ικανός να αποσπάσει την Κριμαία από την Ουκρανία (όπως έκανε το 2014) ή να καταστήσει την Ρωσία σοβαρό παίκτη στη Μέση Ανατολή (όπως έκανε το 2015)- ο Ρώσος πρόεδρος έχει αντ’ αυτού επικεντρωθεί στην στρατιωτικοποίηση του κράτους και της δημόσιας σφαίρας, στην εξάλειψη όσων διαφωνούν ανοιχτά με την θέση της κυβέρνησης για τον πόλεμο, και στην υποκίνηση του μαχητικού αντιδυτικισμού μεταξύ των μεγάλων τμημάτων του κοινού που είναι, αν όχι υπέρ του πολέμου, τουλάχιστον γνήσια αντι-αντιπολεμικά.
Ονομάστε το «Πουτινισμό εν καιρώ πολέμου». Πιο κατασταλτικός και λιγότερο ευέλικτος από τον προπολεμικό Πουτινισμό, έχει επιβάλει το πνεύμα του πολέμου στον ρωσικό πληθυσμό. Το τίμημα της μη νίκης σε έναν πόλεμο, ωστόσο, είναι μια πληθώρα αρνητικών στόχων: να μην χάσει, να μην παραιτηθεί, να μην παραδεχτεί την ήττα, να μην επιτρέψει σε τίποτα να απειλήσει την επιβίωση του καθεστώτος. Ένα θεμελιωδώς κενό έργο, ο Πουτινισμός εν καιρώ πολέμου είναι ένα φαουστιανό παζάρι με το μέλλον της Ρωσίας. Το Κρεμλίνο δεν επιτυγχάνει πλέον ένα ιστορικό επιτυχίας, αλλά επιβάλλει ένα αφήγημα επιτυχίας που έρχεται σε αντίθεση με την πραγματικότητα επί του πεδίου. Ο πόλεμος έχει δημιουργήσει μια εκδοχή του Πουτινισμού που προσφέρει φθίνουσες αποδόσεις.
Κανονικοποιώντας τον πόλεμο
Ο Πούτιν ποτέ δεν υπήρξε ντροπαλός στο να διεξάγει πόλεμο. Η θητεία του ως πρόεδρος της Ρωσίας ξεκίνησε με μια κληρονομημένη σύγκρουση στην Τσετσενία και μια περιπλοκή στη Μολδαβία. Το 2008, όταν υπηρετούσε ως πρωθυπουργός, η Ρωσία εισέβαλε στην Γεωργία. Και δύο χρόνια αφότου έγινε ξανά πρόεδρος το 2012, ο Πούτιν προσάρτησε την Κριμαία και διείσδυσε στην ανατολική Ουκρανία. Μέχρι το 2015, ο στρατός και οι υπηρεσίες πληροφοριών της Ρωσίας είχαν πάρει μια εκστρατευτική στροφή, επεμβαίνοντας στην Συρία, παρεμβαίνοντας σε ξένες εκλογές, και κάνοντας επίδειξη δύναμης στην Αφρική. Ο Πούτιν απολάμβανε εδώ και καιρό να κινηματογραφείται και να φωτογραφίζεται ως αρχιστράτηγος της Ρωσίας, και έχει μετατρέψει τον δημόσιο εορτασμό της νίκης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σε θεμέλιο λίθο της μετασοβιετικής ρωσικής ταυτότητας.
*καθηγητής Ιστορίας στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Αμερικής & επισκέπτης συνεργάτης στο German Marshall Fund, υπηρέτησε στο Επιτελείο Σχεδιασμού Πολιτικής στο Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ με χαρτοφυλάκιο Ρωσίας/Ουκρανίας και ανώτερη επισκέπτρια ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Ευρωπαϊκών, Ρωσικών, & Ευρασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου George Washington & συν-εκδότρια της νεοσύστατης ιστοσελίδας του Ινστιτούτου Russia.Post
**πρώτη δημοσίευση: Foreignaffairs.gr