του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Πώς πτωχεύσαμε την περίοδο 1981-1989, Κώστα Λαλιώτη
“Πτωχευσαμε”, ήταν ο τίτλος ενός προφητικού άρθρου του Αντώνη Κεφαλά που δημοσιεύθηκε στον “Οικονομικό Ταχυδρόμο” της 31ης Αυγούστου 1989 και το οποίο, αν μη τί άλλο, αποδεικνύει ότι ο στρουθοκαμηλισμός είναι μία βαρύτατη ελληνική ασθένεια
Η σοσιαλιστική κοινωνία του ΠΑΣΟΚ στην ουσία έκανε τους Έλληνες καπιταλιστές της χειρότερης μορφής: θέλουν κέρδη χωρίς επένδυση, χωρίς εργασία και χωρίς λεφτά. Ο παρασιτισμός έχει κυριαρχήσει στην ζωή και μαζί ο εγωκεντρισμός.
Στρουθοκαμηλισμός είναι μία ασθένεια που ξεκινά από πάνω και πάει προς τα κάτω και η οποία, στις σημερινές συνθήκες κοσμογονικών αλλαγών σε παγκόσμιο επίπεδο, συνιστά καίρια απειλή για την χώρα και την ιστορία της.
Δυστυχώς, οι Νεοέλληνες δεν διδάσκονται απολύτως τίποτε από την Ιστορία, προφανώς γιατί λόγω παντογνωσίας …την αγνοούν! Όμως, οι λαοί που δεν διαθέτουν ιστορική μνήμη, ατυχώς γι’ αυτούς, δεν πάνε μακρυά.
Αλλά, θα μού πείτε, ποιος ενδιαφέρεται για τέτοιες λεπτομέρειες την στιγμή που, όπως έλεγε και ο Τζων Μαίηναρντ Κέϋνς, «μακροπρόθεσμα όλοι είμαστε νεκροί»… Ας δούμε, ωστόσο, τί συνέβαινε τον Ιούλιο τού 1989 στην τότε Ελλάδα.
Ήταν 1η Ιουλίου όταν η χώρα, όχι χωρίς έκπληξη, πληροφορείται ότι η Νέα Δημοκρατία και ο Συνασπισμός, με τις ευλογίες του γενικού γραμματέα του ΚΚΕ Χαρίλαου Φλωράκη, θα σχηματίσουν τρίμηνη κυβέρνηση για να μην υπάρξει παραγραφή στο περίφημο σκάνδαλο Κοσκωτά, που βάρυνε την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και τον ίδιο τον πρόεδρό του Ανδρέα Γ. Παπανδρέου.
Σημειώνουμε ότι στις εκλογές που είχαν προηγηθεί, η ΝΔ είχε πάρει ποσοστό 44,2% και 145 έδρες και ο Συνασπισμός 13,12% και 28 έδρες.
Το ΠΑΣΟΚ είχε πετύχει ποσοστό 39,15%, αλλά ο εκλογικός νόμος Κουτσόγιωργα έκανε αδύνατον τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης από το πρώτο κόμμα.
Ειρήσθω εν παρόδω,για να μην έχουμε αυταπάτες,το ΠΑΣΟΚ εκείνης της περιόδου, μετά μια αποτυχημένη προσπάθεια ανατροπής της δημοκρατίας που έκαναν κάποιοι γελοίοι πρασινοφρουροί τον Φεβρουάριο 1982{ημέρα Κυριακή}, θεώρησε ότι μεσω του εκλογικού νόμου μπορούσε να μονιμοποιηθει στην εξουσία έχοντας την στήριξη της ευρύτερης αριστεράς.
Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος της φιλοσοβιετικης του πολιτικής-με την οποίαν γελούσαν οι ίδιοι οι Σοβιετικοί-αλλά και της δήθεν ειρηνιστικής του τακτικής, με την οποίαν γελούσε η Γαλλία του Μιττεράν.
Έτσι, με πρωθυπουργό τον Τζαννή Τζαννετάκη, ορκίζεται στις 2 Ιουλίου 1989 μία κυβέρνηση μοναδικού σκοπού, στην οποία υπουργός Εθνικής Οικονομίας είναι ο Γιώργος Σουφλιάς, αναπληρωτής του ο Σωτήρης Χατζηγάκης και υπουργός Οικονομικών ο Αντώνης Σαμαράς.
Στον σχηματισμό της προαναφερόμενης κυβέρνησης είχε συναινέσει τότε και ο Λεωνίδας Κύρκος, επικεφαλής του ΚΚΕ Εσωτερικού, το οποίο είχε μετονομαστεί σε Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ) και συμμετείχε στον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, μαζί με το ΚΚΕ.
Απώτερη σκέψη των Λεων. Κύρκου και Χαρ. Φλωράκη ήταν η εκτίμηση ότι η αποκάλυψη της «μεγάλης ληστείας» του ΠΑΣΟΚ της περιόδου 1981-1989 θα προσέφερε ποσοστά στον Συνασπισμό –κάτι που στην συνέχεια δεν συνέβη.
Το ποια ήταν η κατάσταση της οικονομίας εκείνη την περίοδο περιγράφει με αδρές πινελιές στον Οικονομικό Ταχυδρόμο της 31ης Αυγούστου 1989 ο Αντώνης Κεφαλάς. Υπό τον τίτλο Πτωχεύσαμε, μεταξύ άλλων γράφει:
«Η ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας είναι, πλέον, ένα έργο τεράστιο και επίπονο που δεν εντάσσεται στο πλαίσιο της παραδοσιακής οικονομικής σκέψης.
Ένα έργο που ξεπερνά τις διορθωτικές παρεμβάσεις π.χ. του προγράμματος σταθεροποίησης τού 1985-1987 και πλησιάζει, πολύ περισσότερο, την προσπάθεια να μπει η χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά τού 1952-1956. Με την μόνη διαφορά ότι οι δυσκολίες σήμερα είναι και περισσότερες και μεγαλύτερες.
Κατ’ αρχάς, πρέπει να ξεκινήσουμε με μία διαπίστωση: η ελληνική οικονομία βρίσκεται σήμερα στα πρόθυρα της χρεωκοπίας –αν δεν έχει φθάσει ήδη σ’ αυτήν.
Τα σχετικά μεγέθη έχουν ήδη δει το φως της δημοσιότητας: Το έλλειμμα του δημοσίου τομέα στο σύνολό του έχει φθάσει τα 2,5 τρισ. δραχμές.
Με μεγάλη σιγουριά μπορούμε να πούμε ότι η εκτίμηση αυτή των υπηρεσιών του υπουργείου Οικονομικών είναι συντηρητική –γιατί όλη η πληροφόρηση δεν έχει ακόμη συγκεντρωθεί και αξιολογηθεί. Έτσι, π.χ. δεν γνωρίζουμε ακόμα ποιο είναι το σύνολο των εγγυήσεων του Δημοσίου που έχει καταπέσει και που θα πληρωθούν τελικά από το κράτος.
Δεν έχουμε υπολογίσει το κόστος κάλυψης των ελλειμμάτων από προβληματικούς αγροτικούς συνεταιρισμούς. Και δεν έχουμε εκτιμήσει την πλήρη έκταση των δαπανών που είχαν αναληφθεί την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουνίου 1989 από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Χαρακτηριστικό, μέσα στα πλαίσια αυτά, είναι ένα παράδειγμα. Αν ο “προϋπολογισμός” τού 1989 που έδωσε στην Βουλή ο κ. Δημήτρης Τσοβόλας δεν περιέχει καμμία πρόβλεψη για αύξηση του αριθμού των απασχολούμενων στον δημόσιο τομέα –όπως φαίνεται ότι συμβαίνει– τότε η πρόσθετη επιβάρυνση από τις 120.000 προσλήψεις που έγιναν στο πρώτο εξάμηνο τού 1989 συνεπάγονται πρόσθετες επιβαρύνσεις ύψους περίπου 200 δισ. δραχμών.
Αν, τώρα, ο πληθωρισμός ανέβει με ρυθμό ταχύτερο από αυτόν που προέβλεπε η προηγούμενη κυβέρνηση –με βάση τελείως λανθασμένες εκτιμήσεις– τότε επιπλέον δαπάνη μπορεί να φθάσει τα 250 δισ. δραχμές.
Με αυτές τις συνθήκες, μιλάμε για συνολικό έλλειμμα που στην καλύτερη περίπτωση φθάνει τα 2,5 τρισ. δραχμές και στην χειρότερη μπορεί να πλησιάσει τα 3 τρισ. δραχμές. Μιλάμε, δηλαδή, για έλλειμμα του δημοσίου τομέα που θα κυμαίνεται εφέτος από το 29% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) μέχρι το 35% του ΑΕΠ.
Δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο που να μπορεί να αντέξει τέτοια μεγέθη χωρίς σημαντικές επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των κατοίκων, στις επενδύσεις, στο χρέος της (εσωτερικό και εξωτερικό) και στην διεθνή αξιοπιστία της.
Μπορούμε ίσως να καταλάβουμε την τρομακτική πραγματικά διάσταση του προβλήματος βλέποντάς το από μιαν άλλη σκοπιά. Η συνολική ιδιωτική αποταμίευση στην Ελλάδα για το 1989 εκτιμάται ότι θα κυμανθεί γύρω στα 1.300 δισ. δραχμές και οι συνολικές επενδύσεις στα 1.700 δισ. δραχμές.
Ήδη, δηλαδή, παρατηρείται ένα άνοιγμα της τάξης των 400 δισ. δραχμών. Επιπλέον, ο δημόσιος τομέας έχει αρνητική ακαθάριστη αποταμίευση ύψους 850 δισ. δραχμών περίπου.
Το συνολικό άνοιγμα που έπρεπε να καλυφθεί, τουλάχιστον πριν τις εκλογές του Ιουνίου, ήταν της τάξης των 1.250 δισ. δραχμών από πλευράς αποταμιευτικών πόρων.
Ήδη, μετά τις εκλογές και με βάση την πραγματική κατάσταση της οικονομίας, όπως αυτή τώρα αποκαλύπτεται, η ανεπάρκεια των εγχώριων διαθεσίμων πόρων για να καλύψουν τις δανειακές ανάγκες του δημόσιου τομέα περίπου διπλασιάζεται.
Το έργο που έχει λοιπόν μπροστά της η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου είναι μνημειώδες. Ουσιαστικά και κατά κύριο λόγο, η προσπάθεια μπορεί να ξεκινήσει από τα οικονομικά μεγέθη και να λειτουργήσει με αυτά ως βάση.
Αλλά, κανένα οικονομικό πρόγραμμα δεν θα έχει επιτυχία αν δεν θέσει ως την υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητά του την αλλαγή της νοοτροπίας του πολίτη. Ο Έλληνας ξεκίνησε φτωχός το 1955 και πλούτισε σχετικά γρήγορα και άκοπα.
Έχει λοιπόν όλα τα χαρακτηριστικά του νεόπλουτου: επιδειξιομανία, αδιαφορία για το αύριο, κατανάλωση σήμερα, καλοπέραση και …έχει ο Θεός. Η λαϊκή θυμοσοφία “ό,τι φάμε ό,τι πιούμε” μπορεί να είναι σκληρή, δυστυχώς όμως αποδίδει την αλήθεια για την νοοτροπία που μάς χαρακτηρίζει τώρα, το 1989.
Αυτός είναι και ο πραγματικός εκχυδαϊσμός του ΠΑΣΟΚ: μετέτρεψε την ελληνική οικονομία σε ξέφραγο αμπέλι –όχι απλά με την έννοια ότι μπορούσαν οι σκύλοι να μπουν και να αλέσουν και αλεστικά να μην δώσουν, αλλά επιπλέον με την έννοια ότι κανείς δεν ενδιαφέρεται για τις γενικότερες επιπτώσεις των πράξεών του στο κοινωνικό σύνολο.
Η σοσιαλιστική κοινωνία του ΠΑΣΟΚ στην ουσία έκανε τους Έλληνες καπιταλιστές της χειρότερης μορφής: θέλουν κέρδη χωρίς επένδυση, χωρίς εργασία και χωρίς λεφτά.
Ο παρασιτισμός έχει κυριαρχήσει στην ζωή και μαζί ο εγωκεντρισμός: εγώ να είμαι καλά και ας πάει και το παλιάμπελο. Τώρα, αν το …παλιάμπελο τυχαίνει να είναι η ίδια η χώρα, αυτό δεν έχει καμμία σημασία».
Μετά τις παραπάνω παρατηρήσεις, ο Αντώνης Κεφαλάς υπογράμμιζε ότι η αριστερά δεν επρόκειτο ποτέ να συμβάλει σε μία προσπάθεια εξυγίανσης της οικονομίας, για ιδεολογικούς λόγους.
Έκανε έτσι την πρόταση να ενημερωθεί ο πολίτης τουλάχιστον για το τί συνέβη στην οικονομία, η οποία πήγαινε στου κακού την σκάλα:
«Ο πολίτης πρέπει να ενημερωθεί για το πού βρισκόμαστε, χωρίς καμμία ωραιοποίηση της αλήθειας.
Θέμα “πανικού” δεν υπάρχει. Το έδαφος έχει ήδη προετοιμαστεί. Από εκεί και πέρα, θα πρέπει να λεχθεί η αλήθεια απλά και αντικειμενικά. Και το κυριότερο: εκλαϊκευμένα. Τί μπορεί να καταλάβει ο απλός πολίτης όταν τού λέμε ότι το έλλειμμα του δημόσιου τομέα έφθασε τα 2,5 τρισ. δραχμές;
Και ιδιαίτερα όταν το έλλειμμα αυτό είναι εισόδημα στην τσέπη του; Άντε τώρα να τον πείσεις ότι το ΠΑΣΟΚ δεν τον φρόντιζε και ότι το χάπι που τού έδινε δεν ήταν χρυσό αλλά δηλητηριασμένο.
Χρειάζεται έντονη προσπάθεια λοιπόν για να καταλάβει ότι, εκεί που το κράτος τού έδινε χρήματα, αυτό ήταν για το κακό του, ενώ τώρα που θα πρέπει τα χρήματα αυτά να περιοριστούν αυτό θα είναι για το καλό του.
Και, πάντως, δεν θα το καταλάβει όταν η αναφορά γίνεται σε μακροοικονομικά μεγέθη και με όρους που καταλαβαίνουν μόνον οι επαΐοντες.
Το δεύτερο βήμα εντοπίζεται στην προβολή του μηνύματος ότι η ανασυγκρότηση της οικονομίας δεν θα είναι προσπάθεια λίγου χρόνου, αλλά έργο μίας πενταετίας τουλάχιστον. Ήδη, η εμπειρία του προγράμματος σταθεροποίησης έδειξε ότι καμμία οικονομική πολιτική δεν μπορεί να πετύχει στην Ελλάδα που άφησε το ΠΑΣΟΚ αν δεν συντρέχουν δύο τουλάχιστον προϋποθέσεις:
Πρώτον, η προσπάθεια να είναι καθολική, ώστε να καλύπτει όλους τους τομείς της οικονομίας. Έτσι, π.χ. η δημοσιονομική διαχείριση δεν μπορεί να εξυγιανθεί αν δεν εκσυγχρονιστεί παράλληλα και το τραπεζικό σύστημα. Δεύτερον, δύο χρόνια δεν είναι αρκετά για να γίνουν όλες οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις σε θεσμούς και νοοτροπία.
Το τρίτο βήμα αφορά στην εκτίμηση του πολιτικού κόστους των μέτρων που θα πρέπει να ληφθούν. Η ευαισθησία της κάθε κυβέρνησης και του κάθε κόμματος στο θέμα αυτό είναι κατανοητή. Αλλά τα περιθώρια για αυτές τις ευαισθησίες έχουν πια εξαντληθεί.
Πολύ απλά μπορούμε να πούμε ότι, αν ληφθούν σκληρά μέτρα, η κυβέρνηση της 5ης Νοεμβρίου 1989 μπορεί να χάσει τις επόμενες εκλογές. Αν όμως δεν ληφθούν σκληρά μέτρα, είναι σίγουρο ότι οι εκλογές του 1993 θα χαθούν. Δεν υπάρχει κανένας τρόπος με τον οποίο μπορεί να κρατηθεί η σημερινή κατάσταση.
Όποια κυβέρνηση αγνοήσει την απλή αυτή αλήθεια και συνεχίσει στον εύκολο δρόμο που έδειξε το ΠΑΣΟΚ (ή οποιοδήποτε ΠΑΣΟΚ), είναι σίγουρο ότι μέσα σε 12 μήνες το πολύ θα έχει στα χέρια της μία κρίση χωρίς προηγούμενο στην οικονομική ιστορία της χώρας.
Κρίση με τεράστιο πολιτικό κόστος, γιατί θα συνεπάγεται την ολοκληρωτική χρεωκοπία της χώρας».
Μία χρεωκοπία που ήλθε ακριβώς 20 έτη αργότερα, το 2009, σε μιαν Ελλάδα όπου πολιτικό σύστημα και λαός αρνούνταν και πιθανώς αρνούνται ακόμη να καταλάβουν ότι μόνον με δανεικά ποτέ κανείς δεν πήγε μακρυά.
«Αν δεχτούμε το βάσιμο αυτής της σκέψης και δείξουμε πολιτικό θάρρος, τότε μπορούμε να ελπίζουμε», κατέληγε ο Αντώνης Κεφαλάς –και τα λόγια του είναι σαν να τα έγραψε σήμερα.
Είπαμε όμως εξουσιολαγνεια και στρουθοκαμιλισμος, δεν θεραπεύονται δια μαγείας, αλλά δια της συντριβής. Όπως συνέβη με ΟΛΑ τα αντιδημοκρατικα καθεστώτα.
Αντί λοιπόν ο Κ. Λαλιώτης να μαθαίνει κάτι από την ιστορία, ματαίως προσπαθεί να την γυρίσει πισω. Φευ.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΓΙΑ Οικονομικός Ταχυδρόμος
- Η φωνή βοώντος του Οικονομικού Ταχυδρόμου προς κωφεύοντες
- Όταν ο Οικονομικός Ταχυδρόμος έγραφε για το «ακρίδειον άγος»
- Ο Οικονομικός Ταχυδρόμος θα γινόταν 90 ετών...
- Πώς χάνουμε την νέα εποχή
- Γιατί διασύρονται οι επιχειρήσεις