Επίσης δεν λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις της εξέλιξης στα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης οντότητας (π.χ. διαμόρφωση συνείδησης και σχέσης με τις κοινωνικές διεργασίες), με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις εσωτερικές ισορροπίες, που είναι αναγκαίες για την υπόσταση της και τον ρόλο του ατόμου ως πολίτη.
Το αποτέλεσμα είναι, το μέλλον να διαπερνάται από υψηλό βαθμό ρευστότητας, αβεβαιότητας και αστάθειας.
Κατ’ αρχήν δεν κατανοούν και πολύ περισσότερο δεν συνειδητοποιούν το εύρος των προεκτάσεων και των υπερεθνικών διαστάσεων, που έχουν οι ατομικές επιλογές αλλά και αυτές, που υπηρετούν οικονομικά συμφέροντα, στην πορεία της κοινωνίας.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αντιμετώπιση και διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος.
Μπορεί να επισημαίνεται ο κίνδυνος από τα πλαστικά μικροσωματίδια, στα οποία μετατρέπονται τα πλαστικά, που ρίπτονται στις θάλασσες, διότι καταλήγουν στο σώμα των ψαριών και κατ’ επέκταση μέσω της τροφικής αλυσίδας στον άνθρωπο, όμως ακόμη και στην Αρκτική συσσωρεύονται τα διάφορα πλαστικά προϊόντα (π.χ. μπουκάλια, σακούλες).
Σύμφωνα δε με έρευνα του βρετανικού πανεπιστημίου University of Reading, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Biology Letters, τα πλαστικά μικροσωματίδια ακόμη και μέσω των κουνουπιών καταλήγουν σε πτηνά και στο πλαίσιο της τροφικής αλυσίδας στους ανθρώπους.
Ακόμη είναι επίσης λυπηρό και ακατανόητο, τα δάση να καίγονται και η επικοινωνιακή διαχείριση τέτοιων γεγονότων να εξαντλείται στην έκφραση οδύνης για τυχόν αρνητικές επιπτώσεις σε περιουσιακά στοιχεία πολιτών, οι οποίοι κατοικούν στην περιοχή της πυρκαγιάς.
Οι γενικότερες επιπτώσεις δεν ευαισθητοποιούν τις κοινωνίες, πολίτες και πολιτικό σύστημα, ώστε έγκαιρα να λαμβάνονται λειτουργικές αποφάσεις σε σχέση με την βιώσιμη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος, διότι η ανθρώπινη ζωή εξαρτάται άμεσα από αυτό.
Αρνητικά σε σχέση με το μέλλον λειτουργεί και η προσέγγιση της πραγματικότητας με ορίζοντα την προσωπική βίωση της και τον χρόνο διάρκειας της ζωής σε ατομικό επίπεδο.
Ιδιαιτέρως στην Ελλάδα αυτές οι «αρρωστημένες» συνθήκες κυριαρχούν και διαμορφώνουν το κατάλληλο κλίμα για την καλλιέργεια από τα κόμματα αυταπατών για βραχυπρόθεσμη ευημερία, που όμως συνεπάγεται μεγάλα προβλήματα σε βάθος χρόνου, με κύριο αποδέκτη των αρνητικών τους επιπτώσεων τη νέα γενιά.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μαζική μετανάστευση των νέων (και μάλιστα αυτών που έχουν πανεπιστημιακή κατάρτιση και υψηλά προσόντα) μετά το «ξέσπασμα» της οικονομικής κρίσης και την καταδίκη τους στην φτωχοποίηση και την έλλειψη προοπτικής.
Ανάλογη οπτική καταγράφεται και σε σχέση με τον περιορισμό της προσέγγισης της πραγματικότητας στην βίωση της στα όρια της τοπικής κοινωνίας. Δεν λαμβάνονται υπόψη οι σύγχρονες συνθήκες αλληλεξάρτησης των κοινωνιών στους διάφορους τομείς δραστηριοποίησης τους, από την οικονομία και την πολιτική μέχρι τον πολιτισμό.
Αυτό οδηγεί στην εσωστρέφεια και στην αδυναμία λειτουργικής διαχείρισης των ερεθισμάτων, τα οποία στη σύγχρονη ψηφιακή εποχή διοχετεύονται μαζικά και σε πραγματικό χρόνο στις κοινωνίες, οι οποίες δεν είναι σε θέση να τα επεξεργασθούν και να τα μετεξελίξουν δημιουργικά με βάση την δική τους πολιτισμική ταυτότητα.
Το αποτέλεσμα είναι η σταδιακή προσαρμογή τους σε μια υπερεθνικής μορφής και εμβέλειας μαζοποίηση και η εύκολη χειραγώγηση τους στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος και των προτύπων, που προωθούνται.
Ταυτοχρόνως δεν διαμορφώνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της πραγματικότητας, η οποία λαμβάνει υπόψη την παγκοσμιοποίηση και την θέση της χώρας στο πλανητικό γίγνεσθαι, ώστε να είναι εφικτή η ρεαλιστική προσέγγιση τους και η διαμόρφωση ανάλογης άποψης, η οποία οδηγεί σε πολιτικές επιλογές με μεγαλύτερη προοπτική σε σχέση με την οριοθέτηση του μέλλοντος.
Τέλος ο απλός πολίτης δεν συνειδητοποιεί και πολύ περισσότερο δεν διαχειρίζεται (νοητικά και πρακτικά) ενεργητικά την δυναμική της εξέλιξης και τον συνεχή μετασχηματισμό της πραγματικότητας, με αποτέλεσμα να την ακολουθεί, χωρίς να συνδιαμορφώνει την κατεύθυνση της πορείας της.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι επιπτώσεις της αυτοματοποίησης της παραγωγής στην εργασία. Σύμφωνα με μελέτη του World Economic Forum (Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ) αυτή την περίοδο το 71% των ωρών εργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο διεκπεραιώνονται από το ανθρώπινο δυναμικό.
Αυτό σημαίνει, ότι μέχρι το 2022 θα μπορούσαν να χαθούν 75 εκατομ. θέσεις εργασίας, δηλαδή να υποκατασταθεί ο άνθρωπος από μηχανές (ρομπότ). Παράλληλα βέβαια τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με το World Economic Forum, θα δημιουργηθούν 133 εκατομ. νέες θέσεις εργασίας, οι οποίες θα απαιτούν εντελώς νέες γνώσεις.
Αυτές οι αλλαγές σίγουρα θα προκαλέσουν ριζικές ανακατατάξεις στον κόσμο της εργασίας και στις κοινωνίες γενικότερα. Τόσο οι απλοί πολίτες όσο και το πολιτικό σύστημα αδυνατούν προς το παρόν να αναλύσουν και να σχεδιάσουν, ο καθένας στο επίπεδο του, την μελλοντική πορεία με βάση αυτές τις μεγάλες αλλαγές.
Ακόμη δεν έχουν κοινοποιηθεί πολιτικές αντιμετώπισης των νέων αναγκών, που θα δημιουργηθούν και των επιπτώσεων στα διάφορα κοινωνικά συστήματα (εργασιακό, εκπαιδευτικό, ασφαλιστικό κ.λ.π.) με σημείο αναφοράς την διασφάλιση της ανθρώπινης οντότητας.
Πολύ περισσότερο ουδείς ασχολείται με την προοπτική της ψηφιακής πραγματικότητας και της εικονικής αποτύπωσης του γίγνεσθαι σε σχέση με τις επιπτώσεις στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου στο μέλλον.
Πως θα διασφαλισθεί η διαμόρφωση της ελεύθερης βούλησης του πολίτη και η έκφραση της στο κοινωνικό και στο πολιτικό πεδίο, χωρίς να μετατραπεί το άτομο σε ενεργούμενο και απλό καταναλωτή αξιών και μηνυμάτων, που στοχεύουν στην διασφάλιση της συστημικής λειτουργικότητας και στην αναπαραγωγή του μοντέλου κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης, το οποίο με τα σημερινά δεδομένα παράγει κοινωνικές ανισότητες;
Ο χρόνος εξελίσσεται με μεγάλη ταχύτητα, η οποία θα αυξάνεται περισσότερο στο μέλλον με την αξιοποίηση της τεχνολογίας και ειδικότερα της ψηφιακής.
Η αβεβαιότητα στο μέλλον αντί να μειώνεται, θα αυξάνεται, διότι ο σχεδιασμός της πορείας θα πρέπει να επεκτείνεται σε μεγάλο βάθος χρόνου, ενώ οι «δικλείδες ασφαλείας» θα χαρακτηρίζονται από ρευστότητα.
Αυτές οι συνθήκες δημιουργούν τις προϋποθέσεις για κοινωνική αστάθεια και υψηλό βαθμό αβεβαιότητας.