Στο άρθρο μου «Ένας επίδοξος Ευρωπαίος ηγέτης μεταξύ δύο πυρών», που δημοσιεύθηκε στη «Ναυτεμπορική» την Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου, έγραφα για τη δυσχερή θέση του Γερμανού Μάνφρεντ Βέμπερ, ο οποίος είναι ο πρώτος υποψήφιος που εκδηλώθηκε για τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) μετά τις ευρωεκλογές του 2019.
Έγραφα πριν από έναν μήνα, «η θέση του Βέμπερ να υπερψηφίζει (όπως και η ομάδα ευρωβουλευτών της Ν.Δ. προς τιμήν τους) την έκθεση Sargentini [για την εκκίνηση της διαδικασίας του άρθρου 7 κατά της Ουγγαρίας για παραβίαση των αξιών της Ε.Ε.] αλλά και να αλιεύει στα θολά νερά των Πολωνών ακροδεξιών, οι οποίοι θα βρεθούν χωρίς πολιτική ομάδα μετά την αποχώρηση των Βρετανών Συντηρητικών, προσομοιάζει με σημείο πολιτικού βρασμού».
Έκτοτε όμως είχαμε μια νέα υποψηφιότητα στην Ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά, η οποία παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς ενδέχεται να αναδιαμορφώσει συνολικότερα το ευρωπαϊκό πολιτικό τοπίο.
Στις 2 Οκτωβρίου εκδηλώθηκε ανοιχτά ο πρώην πρωθυπουργός της Φινλανδίας Αλεξάντερ Στουμπ, με σκοπό την ακλόνητη υπεράσπιση των ευρωπαϊκών αξιών και του κράτους δικαίου και ευρύτερα την αντιπαράθεση με την ανερχόμενη λαϊκιστική Άκρα Δεξιά.
Η περίπτωση του 50χρονου Στουμπ είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Αθλητικός και φωτογενής ο ίδιος σε μια εποχή παντοκρατορίας της εικόνας, τεχνοκράτης αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων μετά το τέλος της φινλανδικής του πολιτικής καριέρας, ο Στουμπ περιγράφει τον εαυτό του ως «κεντροαριστερό μέσα στο ΕΛΚ».
Με τα λόγια του ίδιου στην πολιτική του διακήρυξη: «Πιστεύω ότι οι ευρωπαϊκές αξίες βρίσκονται υπό επίθεση, τόσο στην Ε.Ε. όσο και μέσα στο ίδιο μας το κόμμα.
Τα θεμελιώδη δικαιώματα, η ελευθερία, η φιλελεύθερη δημοκρατία, το κράτος δικαίου: αν δεν προσκολληθούμε σε αυτές τις βασικές αρχές δεν μας απομένει τίποτα».
Αναφορικά με την υπόθεση του κυβερνώντος ουγγρικού κόμματος Fidesz, ο Στουμπ δήλωσε ευθύβολα: «Πιστεύω ότι οι αξίες είναι το σημαντικότερο στοιχείο στην πολιτική.
Όμως οι αξίες είναι διχοτομικές: είτε είσαι μαζί μας είτε ανήκεις κάπου αλλού», συμπληρώνοντας ότι δεν διανοείται να συνεχίσει να είναι μέλος ενός κόμματος (του ΕΛΚ) το οποίο φιλοξενεί υπό την ομπρέλα του τον ακροδεξιό Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν.
Ως χαρακτηριστικότερος Βόρειος, ο Στουμπ διαθέτει ευθύτητα στην έκφραση και ηθική απλότητα στην πράξη.
Δεν μασάει τα λόγια του και δεν προσπαθεί να στρογγυλέψει γωνίες ή να αναπροσαρμόσει τακτικιστικά τις πεποιθήσεις του προκειμένου να ικανοποιήσει το μεγαλύτερο δυνατό πολιτικό κοινό, όπως φαίνεται να κάνει ο ανθυποψήφιός του Βέμπερ, ο οποίος για πολύ καιρό υπερασπιζόταν τον Όρμπαν από επιθέσεις «αδελφών» κομμάτων εντός του ΕΛΚ, για να κάνει μια μετριοπαθή στροφή το τελευταίο διάστημα, προκειμένου να καλλιεργήσει το «σωστό προφίλ» ενός υποψήφιου προέδρου της Επιτροπής.
Αλλά και στις κοινωνικές αξίες και τον τρόπο ζωής η διαφορά μεταξύ των δύο ανδρών είναι αξιοσημείωτη: ο Στουμπ είναι εγνωσμένος οπαδός της ισότητας των φύλων, κατά τη μεγάλη σκανδιναβική παράδοση, και διατηρεί ενεργό λογαριασμό στο Instagram, ενώ ο Βέμπερ καλλιεργεί ένα πιο παραδοσιακό και συντηρητικό προφίλ και δημόσιο λόγο, περιγράφοντας τον εαυτό του ως «Βαυαρό και Ευρωπαίο».
Ο Στουμπ φιλοδοξεί να είναι εκείνος που θα προωθήσει στην ευρωπαϊκή πολιτική ατζέντα τη ρομποτοποίηση της οικονομίας, την τεχνητή νοημοσύνη και την έγνοια των πολιτών για μια καλύτερη διαχείριση της μετανάστευσης.
Εν ολίγοις, ο Στουμπ θέλει να τοποθετηθεί στην ευρωπαϊκή πολιτική κονίστρα ως «κεντροδεξιός Μακρόν», καθώς η υποψηφιότητα Βέμπερ κλίνει υπερβολικά προς τα δεξιά και δεν έχει προκαλέσει ρίγη ενθουσιασμού στο ΕΛΚ, τοσούτω μάλλον στο ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα στο σύνολό του.
Ο Στουμπ κάνει την εμφάνισή του έξυπνα, σε μια στιγμή όπου αυξάνεται η ανησυχία των μικρών και μεσαίων κρατών για τη διαρκώς αυξανόμενη ισχύ των Γερμανών μέσα στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Αν αναλογιστούμε ότι Γερμανοί ή Γερμανίδες κατέχουν θέσεις-κλειδιά τόσο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (γενικός γραμματέας) όσο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (πρόεδροι των πολιτικών ομάδων του ΕΛΚ, των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, της Ενωμένης Αριστεράς και εξ ημισείας, των Οικολόγων) και δεδομένου ότι η γερμανική είναι η ισχυρότερη οικονομία στην Ευρώπη, μπορούμε να αντιληφθούμε τον φόβο των «μικρών» να αφήσουν έναν ακόμα Γερμανό και σύμμαχο της καγκελαρίου Μέρκελ να καταλάβει τον θώκο της Επιτροπής, δηλαδή τη σημαντικότερη θέση σε όλο το θεσμικό οικοδόμημα της Ε.Ε.
Ο Στουμπ, τόσο ως Φινλανδός όσο και ως πιο κεντρώος από τον Βέμπερ, κατευνάζει αυτούς τους φόβους, συνεπώς είναι ικανότερος τόσο να αποσπάσει τη συναίνεση (μαγική λέξη στο πολιτικό σύστημα της Ε.Ε.) όσο και να συμπήξει κοινό πολιτικό πρόγραμμα για πέντε έτη με το «έτερον ήμισυ», δηλαδή με τους κεντρώους φιλελεύθερους του Εμανουέλ Μακρόν, οι οποίοι θα ζητήσουν την ψήφο των Ευρωπαίων πολιτών στις ευρωεκλογές του επόμενου έτους.
Όλα θα παιχτούν στο επερχόμενο συνέδριο του ΕΛΚ στο Ελσίνκι της Φινλανδίας στις 7 – 8 Νοεμβρίου.
Πλην όμως, στην περίπτωση που επαναληφθεί το πείραμα των Spitzenkandidaten («πρώτων υποψηφίων») του 2014 –σύμφωνα με το οποίο ο ηγέτης του πρώτου σε αριθμό ψήφων ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος εκλέγεται πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής- και με δεδομένο ότι η εκλογή του υποψηφίου του ΕΛΚ γίνεται από εθνικούς συνέδρους και όχι απευθείας από τη βάση του κόμματος, εφόσον οι Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ και οι Γάλλοι Ρεπουμπλικάνοι του (πολύ συντηρητικού) Λοράν Βοκιέλ στηρίξουν τον Βέμπερ, οι ελπίδες του νεοεισερχόμενου Στουμπ μάλλον θα εξανεμιστούν.
*Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.